Νέο τραπεζικό τοπίο στην Ευρώπη

Του Μελέτη Ρεντούμη

 ΡΕΝΤΟΥΜΗΣ ΜΕΝΕΛΑΟΣΌπως όλοι γνωρίζουμε ο τραπεζικός τομέας και η ρευστότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών, καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τόσο την τάση όσο και την λειτουργία της οικονομίας τόσο στην Ευρωζώνη όσο και στην ίδια την ΕΕ.

Οι τράπεζες, κυρίως οι λεγόμενες συστημικές, αποτελούν συγκοινωνούντα δοχεία με την πραγματική οικονομία, που σημαίνει ότι μπορεί είτε ν’αποτελούν είτε την πηγή μιας κρίσης όπως συνέβη στην Ιρλανδία ή την συνέπεια της οικονομικής κρίσης που οδηγεί σε κεφαλαιακά ελλείμματα και capital controls όπως συνέβη με την Ελλάδα.

Είναι επίσης γνωστοί οι παρακάτω 3 παράγοντες όπως έχουν αναμορφωθεί στη νομοθεσία που αφορούν την ευρωζώνη και ειδικά την Ελλάδα σε κάποια σημεία :

  1. Η διαχείριση των τραπεζών της ευρωζώνης, κυρίως των συστημικών, υπόκεινται πλέον απ’ευθείας στην ΕΚΤ και συγκεκριμένα στον βραχίονα που λέγεται SSM που αποτελεί τον ενιαίο εποπτικό μηχανισμό, με αρμοδιότητες που υπερβαίνουν αυτές των κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών.
  2. Η οδηγία περί πτώχευσης τραπεζών, η λεγόμενη BRRD, που εισάγει επίσημα πλέον το bail-in στις εθνικές νομοθεσίες, δηλαδή την συμμετοχή ομολογιούχων, μετόχων και καταθετών μη ασφαλισμένων καταθέσεων, μεταφέροντας ουσιαστικά το ρίσκο της επένδυσης και στον απλό καταθέτη μιας τράπεζας.
  3. 3. Η απελευθέρωση πώλησης των NPLs, δηλαδή των μη εξυπηρετούμενων δανείων, σε εταιρίες διαχείρισης χρέους, μέσω ξένων funds. Η απελευθέρωση αφορά τόσο στεγαστικά όσο και επιχειρηματικά δάνεια κυρίως για 500 χιλ. € και πάνω, ενώ η πώληση από τα πιστωτικά ιδρύματα, μπορεί να επεκταθεί και σε πακέτα εξυπηρετούμενων δανείων υπό προϋποθέσεις, με κάποιο ύψος προστασίας της πρώτης κατοικίας, που στην Ελλάδα ανέρχεται πλέον μόλις στις 140.000 € αξίας ακινήτου.

Πέραν όμως των παραπάνω η Commission, πάει ένα βήμα παραπέρα, δημιουργώντας ένα εργαλείο, για να προστατεύσει τα κράτη μέλη από νέες συστημικές κρίσεις του τραπεζικού τομέα ιδίως όταν τράπεζες αρχίζουν σταδιακά να καταρρέουν προκαλώντας αναστάτωση στις αγορές.

Ενώ υπάρχει σαφώς η διαδικασία του bail-in, αυτή προϋποθέτει όμως και ένα ισχυρό Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το οποίο δεν έχει ακόμα δημιουργηθεί, κυρίως λόγω των αντιδράσεων της Γερμανίας. Αυτό εγείρει ερωτήματα για το κατά πόσο τελικά, οι καταθέσεις θα είναι όντως προστατευμένες ανά δικαιούχο μέχρι το ποσό των 100.000 € σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.

Για να ξεπεραστεί η συγκεκριμένη αδυναμία, ετοιμάζεται το λεγόμενο πάγωμα εκροών καταθέσεων, από τράπεζες με σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, ώστε να μεταφερθεί το βάρος από τους φορολογούμενους στους ομολογιούχους, μετόχους αλλά και καταθέτες, οι οποίοι όμως σε μεγάλο βαθμό είναι οι ίδιο οι φορολογούμενοι της χώρας εγκατάστασης της τράπεζας.

Αυτό ενδέχεται να προκαλέσει νέα προβλήματα, στην προσπάθεια ελέγχου μιας πτώχευσης, καθώς θα μπορεί η νέα οδηγία, με εντολή ΕΚΤ, να επιτρέπει την απαγόρευση όλων των αναλήψεων για όλους τους καταθέτες, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, μέχρι την σταθεροποίηση της ρευστότητας.

Επίσης δύναται ν’απαγορεύσει την αποζημίωση τόσο των ομολογιούχων όσο και των μετόχων, για την πρόληψη της κατάρρευσης.

Η συγκεκριμένη οδηγία, που ακόμα δεν έχει επισημοποιηθεί καθώς είναι σε διαβούλευση, αποτελεί την προσπάθεια των ευρωπαϊκών θεσμών, να προλάβουν φαινόμενα capital controls μετά το πείραμα της Ελλάδας, όπου γκρεμίστηκε η ελληνική οικονομία., αλλά και ν’αποτρέψουν την διάδοση μιας νέας συστημικής κρίσης που θα εκτροχιάσει ήδη προβληματικά κράτη μέλη, σε θέματα δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως είναι δυστυχώς και πάλι η χώρα μας.

Συμπερασματικά, λοιπόν να πούμε ότι το οικονομικό και τραπεζικό περιβάλλον στην Ευρώπη, μετουσιώνεται σταδιακά σ ένα αυστηρό πλαίσιο κανόνων, οι οποίοι αν δεν τηρηθούν πιστά, θα κοστίσουν ακριβά για μία ακόμη φορά για την ελληνική οικονομία και τους φορολογούμενους πολίτες.

 

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός.