Οι εκλογές ή θα “σβήσουν” το σκάνδαλο ή θα φέρουν νέα Ειδικά Δικαστήρια…

Του Γιώργου Καρελιά

Το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν υποχωρεί, όπως ήλπιζαν ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση. Αντίθετα, οι πληγές που αφήνει δύσκολα θα κλείσουν.

Η λέξη «ένοχος» πρωταγωνίστησε τις τελευταίες μέρες στη Βουλή, με αφορμή την πρόταση μομφής για τις υποκλοπές.

Τη χρησιμοποίησε πρώτος ο υπουργός Γιώργος Γεραπετρίτης, για να απαντήσει στον Αλέξη Τσίπρα την ώρα που κατέθετε την πρόταση. «Ένοχος ένοχον ου ποιεί», είπε ο Γεραπετρίτης. Τι σημαίνει αυτό; Ο υπουργός παραδέχεται ότι η κυβέρνηση ενέχεται στις παρακολουθήσεις. Όμως, αμύνεται με το επιχείρημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να την καταστήσει ένοχη, διότι δύο δικοί του υπουργοί δικάζονται στο Ειδικό Δικαστήριο.

Λίγες ώρες αργότερα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, χρησιμοποιώντας ένα σχήμα λόγου της ταραγμένης περιόδου του 1989, έθεσε το ερώτημα αν ο πρωθυπουργός είναι «ένοχος ή βλάξ». Για να απαντήσει ο ίδιος ότι «δεν είναι καθόλου βλαξ», αλλά «ένοχος».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης απάντησε με παραπομπή στο 1989, ισχυριζόμενος ότι το ερώτημα «ένοχος ή βλαξ» αφορούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος παραπέμφθηκε τότε στο Ειδικό Δικαστήριο. Μόνο που ο σημερινός πρωθυπουργός δεν γνωρίζει όσα έγιναν τότε. Το ερώτημα, που έθετε σχεδόν κάθε μέρα ο εκδότης της «Ελευθεροτυπίας» Χρήστος Τεγοπουλος, ήταν «συνένοχος ή βλάξ» και δεν αφορούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου, αλλά έναν υπουργό της εποχής(έχει πεθάνει).

Έχουν κάποια σημασία όλα αυτά σήμερα; Έχουν μόνο αν η επόμενη Βουλή αποφασίσει να διερευνήσει το σκάνδαλο των υποκλοπών. Για να συμβεί αυτό, πρέπει η πλειοψηφία, που θα προκύψει από τις επερχόμενες εκλογές, να μην ανήκει στη ΝΔ.

Πάντως, ανεξάρτητα από την προπαγανδιστική αντιμετώπιση του σκανδάλου των υποκλοπών με το επιχείρημα «δεν ενδιαφέρει τους πολίτες», η κυβέρνηση, η ΝΔ και ο πρωθυπουργός ανησυχούν για το ενδεχόμενο η επόμενη Βουλή να έχει άλλη πλειοψηφία, η οποία θα αποφασίσει να διερευνήσει το σκάνδαλο. Γι’ αυτό ο κ. Μητσοτάκης λέει πεισματικά ότι οι παρακολουθήσεις ήταν «νόμιμες επισυνδέσεις» και ότι ο ίδιος «δεν τις γνώριζε».

Οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν ιδιαίτερη νομική σημασία. Προβάλλοντάς τους ο πρωθυπουργός επιχειρεί να αποσείσει ενδεχόμενες ευθύνες του για τις παρακολουθήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αναζητηθούν επειδή η ΕΥΠ είναι υπό τον άμεσο έλεγχό του.

Και αν ο φόβος για ενδεχόμενες ποινικές επιπτώσεις αφορά το μέλλον, ο φόβος για τις πολιτικές επιπτώσεις είναι άμεσος. Και αυτές οι επιπτώσεις φαίνονται ήδη. Πρώτο αποτέλεσμα του σκανδάλου είναι η διάλυση του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου». Ο βασικός εκφραστής του Ευάγγελος Βενιζέλος έχει προκαλέσει εκνευρισμό στην κυβέρνηση με τη συστηματική απόκρουση των πρωθυπουργικών ισχυρισμών για τις υποκλοπές. Ο κ. Μητσοτάκης επιβεβαίωσε την ενόχλησή του, λέγοντας ειρωνικά ότι ο κ. Βενιζέλος «δεν είναι παντογνώστης». Όμως, ο Βενιζέλος δεν αφήνει τίποτα να πέσει κάτω και επιμένει ότι η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη ήταν παράνομη και όχι «νόμιμη επισύνδεση», όπως ισχυρίζεται ο πρωθυπουργός.

Συμπέρασμα: το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν υποχωρεί, όπως ήλπιζαν ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση. Αντίθετα, οι πληγές που αφήνει δύσκολα θα κλείσουν. Ήδη φαίνεται ότι η ΝΔ και ο κ. Μητσοτάκης δεν θα έχουν, αν χρειαστεί, κυβερνητικό σύμμαχο, αφού η παρακολούθηση Ανδρουλάκη έχει κόψει τις γέφυρες με το ΠΑΣΟΚ.

Για τα υπόλοιπα, όπως οι ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες, θα αποφασίσει η πλειοψηφία της επόμενης Βουλής, αφού πρώτα θα έχει αποφασίσει το εκλογικό σώμα. Αν η ΝΔ κατακτήσει ξανά την πλειοψηφία, τότε το σκάνδαλο θα «σβηστεί». Αντίθετα, αν η πλειοψηφία αποτελείται από βουλευτές των κομμάτων της αντιπολίτευσης και αυτά καταφέρουν να συνεννοηθούν, τότε ενδέχεται να στηθούν νέα Ειδικά Δικαστήρια.

ΑΠΟ ΤΟ NEWS 24 7