Οι προσδοκώμενες επιδράσεις από την αύξηση του κατώτατου μισθού

Του Κων. Παπαδόπουλου

Μετά από μια δεκαετή κρίση, 2008-2018, όπου η ελληνική οικονομία μπήκε σε ένα καθοδικό σπιράλ ώστε να κερδίσει το στοίχημα μιας “υγιούς” οικονομίας, που τίθεται εν αμφιβόλω εάν κέρδισε, η κυβέρνηση σχεδιάζει την αύξηση του κατώτατου μισθού η οποία θα ισχύσει από την 1η Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους.

Πολλοί είναι εκείνοι που στην εξαγγελθείσα πρόταση αντέδρασαν αρνητικά, προβάλλοντας κυρίως το επιχείρημα, ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δεδομένης της υπόθεσης ότι η αγορά εργασίας είναι πλήρως ανταγωνιστική θα δημιουργήσει ανεργία, λόγω της αύξησης του κόστους εργασίας και επομένως οι στόχοι της τόνωσης της ενεργής ζήτησης και των θετικών πολλαπλασιαστικών επιδράσεων στην οικονομία: αύξηση εισοδήματος, αύξηση κύκλου εργασιών των επιχειρήσεων, αύξηση επενδύσεων, ανάγκη για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας κ.ο.κ., δεν θα γίνει εφικτό να επιτευχθούν.

Να θυμίσουμε ότι ανάλογες αντιδράσεις παρατηρήθηκαν και στην Ισπανία, όταν το Οκτώβριο του 2018 η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 22%, ώστε ο μισθός να φτάσει τα 900 ευρώ. Αφενός η Κεντρική Τράπεζα της Ισπανίας προεξόφλησε την απώλεια 150.000 θέσεων εργασίας και αφετέρου η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβλεψε ότι το εν λόγω μέτρο θα συμβάλλει στην αύξηση της ανεργίας κατά 70.000 άνεργους.

Την ίδια περίοδο ο νομπελίστας οικονομολόγος Stiglitz, J., υποστήριζε σε φόρουμ στην Ισπανία ότι αποτελεί πλέον δογματική θεώρηση, η άποψη ότι η αγορά εργασίας λειτουργεί με βάση τον κανόνα της προσφοράς και της ζήτησης. 

Η εμπειρική έρευνα[1] έχει δείξει ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού δε συνδέεται με τη μείωση της απασχόλησης, αλλά και τη μείωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, η οποία υποχώρησε παρά τις μειώσεις του κατώτατου μισθού και την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οι προσδοκίες από την αύξηση του κατώτατου μισθού για την ελληνική οικονομία, εφόσον η αγορά εργασίας δεν είναι τέλεια ανταγωνιστική, σε αντίθεση δηλαδή με τη  νεοκλασική  προσέγγιση, είναι οι εξής:

  • Η μη αποθάρρυνση και η συγκράτηση στην αγορά εργασίας των απογοητευμένων εργαζομένων και των απασχολημένων με ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
  • Η προσπάθεια προσέγγισης ενός αξιοπρεπούς μισθού στα πλαίσια της κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων, υπό την έννοια ότι η εν λόγω αύξηση αναμένεται να συμπαρασύρει προς τα πάνω γενικότερα τους μισθούς.
  • Η αύξηση της παραγωγικότητας λόγω της αύξησης των κινήτρων.
  • Η ενίσχυση της ζήτησης στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών λόγω της μεγάλης οριακής ροπής για κατανάλωση που χαρακτηρίζει τα χαμηλά εισοδήματα, αφού το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων αυτών καταναλίσκεται.
  • Επειδή η προσφορά εργασίας στην ελληνική αγορά είναι ελαστική, εικάζεται ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα αποτελέσει κίνητρο για εργασία.
  • Η μείωση της ανισοκατανομής του εισοδήματος.
  • Η μείωση των πόρων του κρατικού προϋπολογισμού, που κατευθύνονται για τη στήριξη των χαμηλά αμειβόμενων εργαζομένων με την μορφή κοινωνικών επιδομάτων.
  • Η αύξηση των εσόδων του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

Η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας η οποία ευθυγραμμίζεται με την κυρίαρχη αντίληψη του νεοφιλελεύθερου υποδείγματος, με στόχο την υποτιθέμενη αύξηση της απασχόλησης και συνοδεύεται συνήθως από περιορισμό των εργασιακών δικαιωμάτων και τις περισσότερες φορές από μειώσεις μισθών, παρήγε τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα. Το οικονομικό σύστημα αδιαφόρησε για το 18% του συνόλου των απασχολουμένων.

Η αύξηση του κατώτατου μισθού τίθεται επομένως υπό το πρίσμα των κοινωνικών  πιέσεων ή αδιεξόδων που ασκούν στο οικονομικό σύστημα η ανισοκατανομή του εισοδήματος, το βάθος της κρίσης, η διεύρυνση των εισοδηματικών και κοινωνικών ανισοτήτων, εν κατακλείδι τα προβλήματα που κυοφορεί η ίδια η ελεύθερη αγορά.

[1] Γαβρόγλου, Στ. (2013),  Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα και διεθνώς. Εμπειρικά δεδομένα, πολιτικές επιλογές, Αθήνα: Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού, σελ.1-52.

* Ο Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος είναι οικονομολόγος και εισηγητής του τομέα λογιστικής του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος.

ΑΠΟ ΤΟ TVXS