Οι συνέπειες της ακρίβειας

Toυ Μελέτη Ρεντούμη

Μπορεί σε γενικές γραμμές η ελληνική οικονομία να πηγαίνει καλά και να έχει κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, να έχει πετύχει καλύτερη χρηματοοικονομική υγεία των τραπεζών αλλά και ένα μεγαλύτερο βαθμό εξωστρέφεια, όμως το μείζον πρόβλημα της ακρίβειας παραμένει στην χώρα και εξελίσσεται σε μια μάστιγα που αντιμετωπίζεται με ημίμετρα.

Είναι γεγονός πως μπορεί επίσης ο μεσοσταθμικός πληθωρισμός να κινείται πέριξ του 3 με 4% και μάλιστα με αύξηση από τους προηγούμενους μήνες, όμως σε συγκεκριμένα βασικά προϊόντα οι αυξήσεις ξεπερνούν το 10%, δημιουργώντας σοβαρό πρόβλημα στο διαθέσιμο εισόδημά των νοικοκυριών.

Η εξέλιξη αυτή έχει πολλαπλές συνέπειες για την οικονομία, καθώς ροκανίζει τις αυξήσεις των μισθών που δίνονται και επίσης μειώνει αισθητά, αν δεν εξαφανίζει το μεγαλύτερο μέρος των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, δημιουργώντας ένα κλίμα συνολικής ανασφάλειας στην κοινωνία για τις μελλοντικές ανάγκες και δαπάνες που θα προκύψουν.

Η ακρίβεια, αν συνδυαστεί με την μεγάλη φοροδιαφυγή που συνεχίζει να ισχύει στην χώρα και με την μικρή εισπραξιμότητα του ΦΠΑ, δημιουργεί μία βίαιη αναδιανομή πλούτου, τόσο μεταξύ νοικοκυριών και επιχειρήσεων, όσο και ανάμεσα στις επιχειρήσεις, στις σχέσεις ανταγωνισμού αλλά και στις συνεργατικές σχέσεις πελατών προμηθευτών.

Μπορεί τα επιδόματα και οι εισοδηματικές ενισχύσεις της κυβέρνησης να ανακουφίζουν προσωρινά τους πολίτες, για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα αυξάνοντας την αγοραστική τους δύναμη μέσω των μεταβιβαστικών πληρωμών, όμως είναι τεχνικά και οικονομικά αδύνατο, η δημοσιονομική πολιτική της χώρας να κατευθύνεται για την κάλυψη πληθωριστικών καταναλωτικών δαπανών, συντηρώντας μεσοπρόθεσμα με αυτό τον τρόπο τον φαύλο κύκλο πληθωρισμού, ανατιμήσεων, παροχών, κατανάλωσης.

Η διαμορφούμενη κατάσταση με τις υψηλές τιμές σε αρκετά βασικά είδη, είναι αφενός η μεγαλύτερη ενεργοποίηση της Επιτροπής Ανταγωνισμού για την εποπτεία του ελεύθερου ανταγωνισμού, καθώς και του εύλογου κέρδους ανά κατηγορία προϊόντων και η στοχευμένη αύξηση της πρωτογενούς παραγωγής στην χώρα, με κινητοποίηση κονδυλίων από το Ταμείο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας, με στόχο η εγχώρια παραγωγή αγροτικών προϊόντων, σε συνδυασμό με την υιοθέτηση υψηλής τεχνολογίας για την χρήση της γης, να υποκαταστήσει τις εισαγωγές, κρατώντας τις τιμές σε λογικά επίπεδα απέναντι στον εισαγόμενο πληθωρισμό και τον συναλλαγματικό κίνδυνο που προκύπτει.

Τέλος το λεγόμενο παρατηρητήριο τιμών, θα πρέπει να συνδέεται όχι μόνο με την ενημέρωση των καταναλωτών, αλλά και με την συμπεριφορά των επιχειρήσεων και την συμμόρφωσή τους όσον αφορά την νομοθεσία περί ανταγωνισμού, διαφορετικά οι υψηλές τιμές θα παραμένουν ανεξαρτήτως συνθηκών.

Συμπερασματικά, θα λέγαμε πως οφείλει η κυβέρνηση να θέσει ως ύψιστη προτεραιότητα την καταπολέμηση του πληθωρισμού και της ακρίβειας στην χώρα, με λύσεις πρακτικές, μετρήσιμες και στοχευμένες, με στόχο να προστατευτεί τόσο ο Έλληνας καταναλωτής, όσο και η εγχώρια ανάπτυξη.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός