Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Αλέξης Τσίπρας, η «Αριστερά», οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι και η κυβερνητική προοπτική της Δημοκρατικής Παράταξης

Του Γ. Λακόπουλου

Κουίζ για κάθε λύτη: τι κοινό έχουν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Ανδρέας Παπανδρέου; Απάντηση: Και οι δυο χρίσθηκαν από τη βάση της Δημοκρατικής Παράταξης φυσικοί επικεφαλής της. Τηρουμένων των αναλογιών και σε  διαφορετικές εποχές.  

Αλλοι καιροί, άλλα μεγέθη, αλλά η ουσία δεν αλλάζει. Το ιστορικό ρεύμα  -και οι κοινωνικές ομάδες που το διαμόρφωναν – που αρχίζει από τον Βενιζελισμό, περνάει από το ΕΑΜ και την Εθνική Αντίσταση, σφραγίζεται από τους Λαμπράκηδες, το 1-1-4, την αντιδικτατορική δράση και το Πολυτεχνείο, έστειλε σ’ αυτούς τους δυο πολιτικούς ηγέτες το ίδιο μήνυμα:

Να αφήσουν τους στενούς ιδεολογικούς περιορισμούς  των κομμάτων τους, να ενσωματώσουν την Κεντροαριστερά και με τις πολιτική  και το πρόγραμμά τους, να νικήσουν τη Δεξιά – της εποχής τους-  για να αποκτήσει η χώρα προοδευτική κυβέρνηση και  νέα προοπτική.

Ο Παπανδρέου πήρε το μήνυμα και το ΠΑΣΟΚ του 1974 άλλαξε. Και αν δεν είχε ιδεοληπτικούς και σούργελα τότε. Αλλά ανοίχθηκε στα κοινωνικά στρώματα που ήθελε να εκπροσωπήσει, σάρωσε στις εκλογές του 1981 και άλλαξε την πορεία της πολιτικής ιστορίας της χώρας.

 Εν πολλοίς άλλαξε τη χώρα, παρόλα όσα μπορεί να καταλογίσει κανείς ως λάθη και δισταγμούς και ανακολουθίες -ή σκάνδαλα- κατά περιόδους.

Όταν οι επίγονοί του Ανδρέα εγκατέλειψαν τις αρχές και την ιδεολογία του κόμματος, οι ίδιοι ψηφοφόροι που κράτησαν το ΠΑΣΟΚ μπροστά σε αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις – και δεν υπέκυψαν ούτε στις μεθοδεύσεις του βρόμικου 89 από τον πατέρα Μητσοτάκη – τους εγκατέλειψαν.

Στράφηκαν σε ό,τι πλησιέστερο υπήρχε στην ιδρυτική ταυτότητα που είχε το κόμμα τους:  στον Αλέξη Τσίπρα.  Όχι στον ΣΥΡΙΖΑ με τις «συνιστώσες». Στον Τσίπρα. Εκεί παραμένουν, με βάση το αποτέλεσμα και των τελευταίων εκλογών.

Από αυτή την άποψη ο Τσίπρας είναι ο φυσικός διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στην Παράταξη.

Το ιστορικό δίλημμα

Ο ισχυρισμός της Φώφης Γεννηματά ότι είναι κληρονόμος του ΠΑΣΟΚ  πάσχει. Αν δεν το είχε διαλύσει θα μπορούσε ίσως να διεκδικήσει μέρος της κληροδοσίας, ανάλογα με τις δυνατότητές της.

Αλλά τώρα, σύμφωνα με την ετυμηγορία των ανθρώπων που αυτοτοποθετούνται στην Παράταξη, ο συνεχιστής του Παπανδρέου, για να έχει προοδευτική κυβέρνηση η χώρα, είναι ο Τσίπρας. Αυτόν ψηφίζουν.

Αλλιώς είναι σαν να λέμε είτε ότι η Δημοκρατική Παράταξη έχει συρρικνωθεί στο 8% , είτε ότι  η Αριστερά εκτινάχθηκε στο 35%.

Κατ’ αντίστοιχο τρόπο η κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ-  εργαζόμενοι, μικρομεσαίοι, νέοι, αγρότες κλπ- ψηφίζουν κυρίως τον Τσίπρα και όχι τη Γεννηματά. Κουκιά μετρημένα.

Με αυτά τα δεδομένα λοιπόν, που έχουν τη συνεχόμενη λαϊκή επικύρωση ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ, με το φορτίο του δυο φορές νικητή απέναντι τη ΝΔ και του πρώην πρωθυπουργού βρίσκεται μπροστά σε ένα ιστορικό δίλημμα:

-Θα συνεχίσει να εμφανίζεται ως πρόεδρος ενός κόμματος της Αριστεράς,  που δεν είναι σε θέση ούτε σε διψήφιο νούμερο να φτάσει στις εκλογές-, πόσο μάλλον να τον κάνει Πρωθυπουργό, ή έστω να τον κρατήσει σε ρόλο αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Ή θα τεθεί επικεφαλής όσων τον ανέδειξαν στην Πρωθυπουργία, αλλά και στην ήττα του 2019 τον κράτησαν όρθιο, αλλά με την εντολή να ανασυγκροτήσει το κόμμα τους και να θεμελιώσει την επιστροφή  σε δημοκρατική κυβέρνηση που έχει ανάγκη η χώρα;

Δεν χωράνε δισταγμοί και μισόλογα. Ή με την »Αριστερά» του 4%, ή με τη λαοθάλασσα της Παράταξης  που συγκεντρώνει δυνάμεις από την Αριστερά ως το Κέντρο και ιστορικά είναι πλειοψηφική στο σύνολο της, έναντι της Δεξιάς.

Θα ηγηθεί μιας ομάδας «αριστερής» διαμαρτυρίας, ή ενός δημοκρατικού κόμματος κόμματος εξουσίας;

Θα εκπροσωπήσει με ανανεωμένο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τη δύναμη της ενωμένης Κεντροαριστεράς- Αριστεράς- Κέντρου, που μπορεί να διεκδικήσει τη νίκη στις εκλογές;

Ή τις φράξιες της Κουμουνδούρου, που νομίζουν ότι θα πιάσουν τους άλλους κορόιδα -να τους ψηφίσουν ξανά, χωρίς αυτοί να αλλάξουν τίποτε – για να ξανακάνουν τα ίδια, αν τους δοθεί ευκαιρία.

Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι Τσίπρας πρέπει να διώξει οποιανδήποτε από το κόμμα του.  Αλλά η λογική επιλογή, αλλά και η ιστορική υποχρέωση για τον ίδιο είναι προφανής: θα τους κρατήσει όλους, αλλά με διαφορετική διάταξη δυνάμεων.

Είναι μια ομελέτα που δεν μπορεί να γίνει να σπάσει αυγά. Ή χωρίς καν αυγά. Αλλά είναι εύκολη αν υπάρχει  βούληση.

Τα πράγματα είναι απλά, αν ο Τσίπρας διορίσει τον εαυτό του επικεφαλής του κόμματος του. Με την αυτοπεποίθηση πως ούτε η ηγεσία ενός κόμματος ούτε η πρωθυπουργία, είναι συλλογικοί θεσμοί.  

Όσοι ψήφισαν και όσοι θα ξαναψηφίσουν τον Τσίπρα ξέρουν και από αυτόν περιμένουν, ή από αυτόν ζητούν λογαριασμό. Απλώς θέλουν να ξέρουν πώς και με ποιους προχωράει για να τους δώσουν την πλήρη εμπιστοσύνη τους.

Ως ηγέτης του χώρου και πρόεδρος στην Κουμουνδούρου και τη Βουλή δεν  έχει παρά να κάνει τα εξής απλά:

Πρώτο: Να προσαρμόσει τις ιδεολογικές αρχές του κόμματος στην έννοια της σύγχρονης Αριστεράς, αφήνοντας πίσω ιδεοληψίες και αγκυλώσεις που δεν συγκινούν κανέναν και αναπαράγονται μόνο από κάποιους που έχουν χάσει από καιρό το  τρένο της ιστορίας και της σύγχρονης αριστερής πολιτικής.

Δεύτερο: Να διαμορφώνει αντίστοιχη πολίτική με στόχους για τη χώρα – και  όχι το κόμμα του- και να προτείνει στους πολίτες ένα πρόγραμμα  που θα εκπροσωπεί συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και θα   μπορεί να υλοποιήσει μια προοδευτική κυβέρνηση.

 Για να βγάλει τη χώρα από την κρίση και να οδηγήσει την οικονομία σε ανάπτυξη και την κοινωνία σε ευημερία. Σε  ευρωπαϊκό πλαίσιο και με πίστη στην κοινοτική προοπτική.

Τρίτο: Να ασκήσει τα προνόμιά του ως πρόεδρος του κόμματος και της ΚΟ και να αναδιατάξει τα όργανα- με ουσιαστικό και συμβολικό τρόπο. Να βρει τους καλυτέρους και αν αφήσει εκτός όσους εμφανώς βλάπτουν την πορεία επιστροφής του στην κυβέρνηση.

Τα βαρίδια είναι λίγα, με ονοματεπώνυμα και διευθύνεις. Δεν χρειάζεται να διαγράψει κανέναν. Απλώς για τον καθένα υπάρχει ένας ρόλος όπως ο ίδιος τον διαμόρφωσε. Και για μερικούς  δεν νοείται να μπαίνουν τα ονόματα τους στη μαρκίζα. Υπάρχουν και πίσω καθίσματα.

Τέταρτο: Να διαλύσει τις περιθωριακές στις τοπικές κοινωνίες – φάνηκε στους ΟΤΑ- και  αρτηριοσκληρωτικές «Νομαρχιακές» και να  ανοίξει τις πόρτες της κομματικής οργάνωσης στους πολίτες, που θέλουν να κινήσουν τα πράγματα σε  προοδευτική κατεύθυνση. Χωρίς να τους τσεκάρει στην είσοδο, καμία γραφειοκρατία και καμία «φωτισμένη πρωτοπορία», που θέλει να νικήσει τον καπιταλισμό από τα  Βόρεια Προάστεια.

Πέμπτο: Να καλέσει ο ίδιος προσωπικά άξιους ανθρώπους από την κοινωνία, με επαγγελματική καταξίωση, δημοκρατική κουλτούρα και επαρκή δημόσια παρουσία και να τους στρατολογήσει στα ψηφοδέλτιά του. Αφήνοντας κατά μέρους τους αιωνίους αποτυχημένους και τους «επαγγελματίες Συριζαίους», που απωθούν.

Το νέο αίμα, μαζί με τα κομματικά στελέχη που ανέδειξε ο ίδιος και όσους από το παλαιό ΠΑΣΟΚ έχουν διαυγές βιογραφικό, να προβληθούν ως κυβερνώσα ομάδα, που θα αναλάβει να υλοποιήσει το πρόγραμμα, που θα ζητήσει από τους πολίτες να εγκρίνουν.

Αυτές τις απλές κινήσεις περιμένει ο κόσμος. Και ταυτόχρονα μαχητική, αλλά σοβαρή, αντιπολίτευση, χωρίς συμβιβασμούς και ψευδείς «συναινέσεις» που θα αποκαλύψει στους πολίτες που τους οδηγεί το σύστημα Μητσοτάκη και θα πάει στην κάλπη έτοιμη να αναλάβει τα ηνία.

Να κάνει πλειοψηφική  πολιτική με αντίστοιχα στελέχη, όχι συσπειρώσεις προς τα κάτω. Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει ο ξενοδόχος.

Τόσο απλά είναι τα πράγματα. Και αν πρέπει να συγκυβερνήσει με άλλο κόμμα της Παράταξης θα το αποφασίσουν οι ψηφοφόροι.