Ο πατέρας του Τσίπρα, ο πατέρας του Μητσοτάκη, η Μαρέβα, ο Κυμπουρόπουλος και ο… Αβέρωφ

Του Γ. Λακόπουλου

Μετά το νέο Βατερλό του Μητσοτάκη στη Βουλή, βγήκαν οι συνήθεις κεκράκτες να περισώσουν ό,τι μπορούν από τα συντρίμμια ενός πολιτικού αρχηγού που κάθε φορά που βρίσκεται  απέναντι στον Τσίπρα απλώς επιδεινώνει τη θέση του.

Αυτή τη φορά ολοκλήρωσε κάτι που πήγε να πει και σε μια προηγουμένη αναμέτρηση για την οικογένεια του Πρωθυπουργού. Τότε δεν του βγήκε. Θέλει προπόνηση για να φέρει σε πέρας ό,τι στου υποδεικνύουν οι επιτελείς του. Ειδικά αν η πηγή τους είναι ο… Βασίλης Λεβέντης και οι έντυποι βόθροι.

Αυτό που προσπάθησε ο Μητσοτάκης είναι το ίδιο που προσπαθεί και σε άλλα θέματα, όπως π.χ. η διαπλοκή. Ότι όλοι ίδιοι είμαστε: διαπλεκόμενοι και με επιβαρυμένο οικογενειακό ιστορικό. Έτσι ατύχησε διπλά.

Ο «πατέρας» του Τσίπρα, που “είχε κατασκευαστική εταιρία επί χούντας”, δεν υπάρχει.  Για τον πραγματικό πατέρα του μίλησε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός  και τα σκυλιά δεμένα. Μόνο η αναίδεια του Άδωνι Γεωργιάδη έμεινε και χωρίς ντροπή είπε το ίδιο παραμύθι από βήμα της Βουλής.

Ο Γεωργιάδης να ενίσταται… για το  «χουντικό παρελθόν» του πατέρα-Τσίπρα. Πάλι καλά που δεν έσπευσε  κι ο Βορίδης. Αλλά στον Άδωνι κανείς δεν δίνει σημασία δημόσια πλέον. Εκ στόματος κόρακος κρα εξελεύσεται.

Ο Μητσοτάκης όμως είναι πολλαπλά εκτεθειμένος . Και τον εκθέτουν περισσότερο όσοι, για να καλύψουν την απρεπή γκάφα του, ανακαλύπτουν ότι υπήρχαν κάτι «εργολαβίες» με τη χούντα, αλλά δεν ήταν ο πατέρας του Τσίπρα, αλλά ο… θείος του. Δεν ξέρουν ότι υπάρχει και χειρότερο: ένας μπατζανάκης του ξαδέρφου του πήγαινε στον ίδιο κινηματογράφο με τον Μακαρέζο στην επταετία.

Η σύγκριση ανιόντων είναι ατυχής για τον γιο του Κώστα Μητσοτάκη. Ο πατέρας του Τσίπρα ήταν ιδιώτης. Ακόμη και αν επί δικτατορίας συνέχισε τη δουλειά του, αυτό δεν τον βαρύνει. Αλλά ο πατέρας του Μητσοτάκη ήταν πολιτικός, έπαιξε ρόλο στα δημόσια πράγματα και τα επηρέασε- αρνητικά.  Και  σε κάθε περίπτωση τελεί υπό κριτική.

Από το «Μητσοτάκη, κάθαρμα», όταν συνωμότησε εναντίον του νόμιμου Πρωθυπουργού της χώρας, μέχρι το «ανφαίρ» για το δημοψήφισμα που έδιωξε τον Γλίξμπουργκ. Τον εξευτελισμό της πολιτικής το 1989, τις επιταγές του Αλαφούζου και τις συναλλαγές  με τη διαπλοκή, τους κοριούς του  Μαυρίκη και τα νταλαβέρια με τον Παντσαβόλτα.

Και οι πέτρες ξέρουν πως ακριβώς πολιτευόταν ο μακαρίτης. Και αν η εμπλοκή του στην πολιτική, ωφέλησε τον ίδιο, έβλαψε την πολιτική, τη χώρα και τη Δημοκρατία.

Η έτερη αναφορά του Μητσοτάκη στην οποία εμπλέκει και τη σύζυγό του, την οποία κατά πως είπε τη χτυπάει ο Τσίπρας γιατί δεν μπορεί να χτυπήσει τον ίδιο- το ακούσαμε κι αυτό- είναι τραγική, για τον ίδιο. Αυτός βγάζει κάθε τόσο την οικογένειά του τον αέρα. Εκθέτει  αυτοβούλως τον οικογενειακό βίο του από το μεσημεριανάδικα μέχρι τις πολιτικές εκπομπές.  Όποιος θέλει να προστατεύσει την οικογένειά του είναι διακριτικός.

Κατά τα λοιπά, η κυρία Μαρέβα Γκραμπόφσκι -που λέει και η Ντόρα, τονίζοντας το επώνυμό της- προφανώς γνωρίζει ότι ως σύζυγος πολιτικού και μάλιστα υποψήφιου Πρωθυπουργού θα δεχθεί δημόσιο έλεγχο, κριτική και ενδεχομένως κακοπιστία.

Όλοι τονίζουν όμως πως η ίδια είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της από  ενδεχόμενες εκκρεμότητες στης επιχειρηματική δράση της, είτε ασχολούνται με αυτές τα ΜΜΕ, είτε οι αρχές.  Ότι ο σύζυγός της σπεύδει να τη βάλει στην προσωπική αντιπαράθεση με τους αντιπάλους του -με τον συγκεκριμένο τρόπο -έχει εμφανή επικοινωνιακή επιδίωξη  και δεν πρόκειται για υπεράσπιση.

Ακριβώς το ίδιο κάνει με τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο. Από την πρώτη στιγμή που έβαλε στο Ευρωψηφοδέλτιο τον «Στέλιο»- όπως τον λέει σα να ήταν και χθες φίλοι- τον προσβάλλει κατά τρόπο που υποδηλώνει ότι στο ψηφοδέλτιο έβαλε την αναπηρία του και όχι τον ίδιο.

Αντί να τον αντιμετωπίζει  από πλευράς πολιτικής με τον ίδιο τρόπο, όπως και τους άλλους υποψήφιους του, τον ξεχωρίζει και έτσι επί της ουσίας τον μειώνει. Αν δεν τον εξευτελίζει κιόλας καθώς του δίνει εκλογικούς πόντους σε βάρος των άλλων. Σα να  χρησιμοποιεί ο Τσίπρας το πρόβλημα όρασης του Πάνου Κουρουμπλή και να λέει ότι η ΝΔ, όταν του επιτίθεται σκαιά, τον βρίζει και προσβάλει τους τυφλούς.

Ο Μητσοτάκης χρησιμοποίησε τον υποψήφιό του για αντιπερισπασμό με την πρόταση μορφής κατά του -εύκολου στόχου για άλλους λόγους- Πολάκη. Επειδή τάχα, έβρισε τον Κυμπουρόπουλο, ενώ κατά τέτοιο δεν προκύπτει από πουθενά.

Τον αδίκησε γιατί ο εν λόγω επιστήμονας προσλήφθηκε νόμιμα, αλλά δεν τον μείωσε και δεν τον έβρισε. Παρόλα αυτά ο Μητσοτάκης το έκανε θέμα , αναδεικνύοντας τη μειονεξία του με εμφανή ψηφοθηρική πρόθεση.

Ο υποψήφιος  δε του ζήτησε να τον βάλει στη γυάλα. Πολιτεύεται μόνος του. Κάποιος άλλος στη θέση του Κυμπουρόπουλου θα είχε υποβάλει την παραίτησή του. Αλλά αυτά είναι προσωπικά θέματα.

Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι οι ίματζ μέικερς του προέδρου της ΝΔ, αφού έθεσαν σε εφαρμογή όλες τις πατέντες -από το αμερικάνικο μάνουαλ  επικοινωνίας  που ξεπατικώνουν -να τον αναδείξουν ως «ηγέτη» και «φίλο του λαού» και διαπίστωσαν ότι δεν τραβάει, βάζουν σε εφαρμογή το τελευταίο κεφάλαιο του «κόνσεπτ»: χτυπάμε χαμηλά, πιο χαμηλά. ΄

Είναι η έσχατη απόπειρα να διασώσουν όχι τον Κυριάκο -που αποδεικνύεται ανεπίδεκτος σκηνοθεσίας, αλλά κάνουν τη δουλειά τους: Γνωρίζουν ότι το άστρο ενός από τους προηγουμένους αρχηγούς της ΝΔ έσβησε μετά από την αποτυχία του σε Ευρωεκλογές.

ΥΓ:  Για πρώτη φορά  στις δεκάδες -νικηφόρες- μονομαχίες του με τον Μητσοτάκη, ο Αλέξης Τσίπρας  παραβίασε τον κώδικα της προσωπικής του ευπρέπειας και απευθύνθηκε στον αντίπαλό του στον ενικό. Ήταν ένα λάθος που πρέπει να διορθώσει -αν θέλει να μην δίνει λαβές να τον εξισώνουν με όσους προσβάλλουν το Κοινοβούλιο με την ανάρμοστη ρητορεία τους.

ΥΓ2: Λάθος ήταν και η διατύπωση ότι ο Μητσοτάκης περιφέρει τον Κυμπουρόπουλο «σαν γλάστρα».  Αρκεί ότι τον περιφέρει- και αυτό το βλέπουν όλοι.  Το «σαν γλάστρα» πρέπει να αναιρεθεί.