Ο COVID-19 στην Ελλάδα: Έγκαιρη αντίδραση ή πολιτικό σχέδιο επικράτησης που κατέληξε σε τραγική γκάφα; Φούσκωσε η κυβέρνηση την απειλή για να κερδοσκοπήσει επικοινωνιακά και αυτοπαγιδεύτηκε σε δυσανάλογα μέτρα που έφεραν καταστροφή;

Του Γ. Λακόπουλου

 «Η  εγχείρηση πέτυχε, αλλά ο ασθενής απέθανε»

Ιατρικό ανέκδοτο

Είναι 24 Φεβρουαρίου 2020.  Στην Ιταλία αναφέρονται τα πρώτα κρούσματα και θάνατοι από τον κορονοϊό. Στην Ελλάδα δημοσιεύεται το εξής κείμενο:

«Εξακολουθεί να παραμένει μια ήπια νόσος, η οποία σε ποσοστό πάνω από 85%, με τα μέχρι τώρα δεδομένα, συμπεριφέρεται σαν ένα απλό κρυολόγημα. Αυτό είναι σημαντικό για να καθησυχάσει τον κόσμο και να είναι ψύχραιμος.

Τόσο η διυπουργική Επιτροπή, όσο και η Επιτροπή εμπειρογνωμόνων-λοιμωξιολόγων, αποφάσισαν ότι δεν χρειάζονται περαιτέρω μέτρα στις πύλες εισόδου της χώρας, με αφορμή την Ιταλία.

Απαιτείται αυξημένη ευαισθητοποίηση του κοινού, ώστε να αναζητά ιατρική βοήθεια αν έρχεται από πληττόμενες περιοχές…».

Αυτός που μιλάει είναι ο καθηγητής Παθολογίας–Λοιμωξιολογίας Σωτήρης Τσιόδρας, εκπρόσωπος του Υπουργείου Υγείας για το νέο κορονοϊό.

Το ίδιο καθησυχαστικός είναι τις επόμενες μέρες ραδιόφωνο. «Εάν γίνει πανδημία, υπάρχει το καλό δεδομένο ότι στην πλειονότητα των περιστατικών ο ιός είναι «ελαφρύς». (https://www.youtube.com/watch?v=AKY8zju1_sQ»)

-»Η συντριπτική πλειοψηφία δεν  κινδυνεύει. Κινδυνεύουν οι ηλικιωμένοι, όπως και με τη γρίπη. Είναι ιός με ελαφρά συμπτώματα». https://www.youtube.com/watch?v=FlTQMb9csYM)

Ακόμη και μετά τη εμφάνιση των πρώτων κρουσμάτων στην Ελλάδα επαναλαμβάνει: “Μια απλή ίωση είναι. Το 85% θα το περάσει πολύ ελαφρά”.

Το πολύ να νοσήσει το 5%

Η κυβέρνηση προφανώς «ακούει τους ειδικούς». Ανακοινώνει πρόθεση να λάβει μέτρα, αλλά πρακτικά δεν κάνει σπουδαία προετοιμασία σε  δημιουργία μονάδων, προμήθεια υλικού και πρόσληψη προσωπικού.

Το μήνυμα είναι: πρόκειται για μια συνηθισμένη γρίπη, με λίγη προσοχή θα περάσει.

Το λέει ο Πρωθυπουργός  Κυριάκος Μητσοτάκης μετά από σύσκεψη στις 29 Φεβρουαρίου- με εφτά κρούσματα στη χώρα:

Μιλάμε για μία ασθένεια η οποία δεν έχει ουσιαστικά διαφορετικά χαρακτηριστικά από αυτά της γρίπης. Κατά συνέπεια δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με υπερβολικό πανικό».

Ενώ στη γειτονική Ιταλία τα πράγματα γίνονται σοβαρά, ο καθηγητής Τσιόδρας λέει :

Σύμφωνα με μαθηματικά μοντέλα και λαμβάνοντας υπόψη τον καιρό, εκτιμούμε ότι φέτος στη χώρα μας. μπορεί να νοσήσει το 5%».

 Τελικά νόσησε το 0,5%

Μέτρα «καθ’ υπερβολή»

Όλα δείχνουν ότι το πρόβλημα είναι διαχειρίσιμο. Ήδη άλλωστε πολλοί  επιστήμονες αναφέρουν ότι η μεταδοτικότητα είναι «λίγο μεγαλύτερη από τη γρίπη” και η θνησιμότητα σχετικά μικρή.

 Η κυβερνητική σύσκεψη στις 7 Μαρτίου δεν προσθέτει κάτι ιδιαίτερο. Τα κρούσματα στη χώρα είναι μόλις 84 και κανένας θάνατος. 

Ως εκείνη τη στιγμή έχουν ληφθεί κάποια μέτρα «καθ’ υπερβολή» κατά τη διατύπωση των αρμοδίων. Απαγορεύονται χαλαρά τα καρναβάλια και κλείνουν τοπικά κάποια σχολεία. 

Αν ο ιός έχει βάλει στο σημάδι την Ελλάδα μπορεί να κυκλοφορεί χωρίς εμπόδια. 

Την έβαλε όμως;  Ή μήπως η Ελλάδα δεν προσφέρεται για την εξάπλωσή του; Όπως και οι γειτονικές χώρες για παρεμφερείς λόγους.  

Οι καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των αρμοδίων, το “ιστορικό” της χώρας σε επιδημίες, και άλλες ιδιαιτερότητες,  η πορεία του ιού μετά τον εντοπισμό των πρώτων κρουσμάτων συνηγορούν ότι στην Ελλάδα δεν επρόκειτο να γίνει εκτεταμένη διασπορά του ιού. Αν ισχύει, προφανώς η κυβέρνηση το γνωρίζει.

Ποιος ακούει ποιον;

 Τι συνέβη στις 9 Μαρτίου και ο Πρωθυπουργός αποφασίζει αιφνιδίως να κλείσουν τα σχολεία από την επομένη, αγνοώντας τους υπουργούς του, που κατά δήλωσή του -στην «Καθημερινή»- ήταν κατά των μέτρων;

Πολλοί πιστεύουν ότι εδώ βρίσκεται το μυστικό. Ως εκείνη τη στιγμή η κυβέρνηση πράγματι «άκουγε τους ειδικούς». Και το διακηρύσσει ως «δόγμα». Αλλά στη συνέχεια στην ουσία οι ειδικοί άκουγαν την κυβέρνηση.

Για την ακρίβεια μπήκε μπροστά ένα επικοινωνιακό σχέδιο προβολής του ιού ως μέγιστη απειλή. Με παράλληλη ανάδειξη όχι απλώς των κυβερνητικών, αλλά ειδικά των πρωθυπουργικών χειρισμών, ως «σωτήρια  άμυνα».

Με άλλα λόγια άρχισε η επιχείρηση “πολιτικής γιγάντωσης” του Κ. Μητσοτάκη. Ή αλλιώς «το πήρε επάνω του» όταν άρχισε να φαίνεται ότι δεν υπάρχει ρίσκο. Και του βγήκε.

Το μιντιακό σύστημα άρχισε να προβάλει επίμονα την επιδείνωση στην  Ιταλία κυρίως και τα δελτία ειδήσεων των καναλιών γεμίζουν φέρετρα -που δεν είναι ελληνικά.  Επιστήμονες που προβλέπουν όλεθρο βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας, σε αντίθεση με όσους επικρίνουν την  κινδυνολογία.

Ο Πρωθυπουργός  αρχίζει τα «διαγγέλματα» και μιλάει για «πόλεμο». Δυο κορυφαίοι επιστήμονες, ο καθηγητής Ηλίας Μόσιαλος από το Λονδίνο και ο καθηγητή Τσιόδρας από την Αθήνα βρίσκονται κάθε μέτρα στο προσκήνιο. Ο πρώτος συστήνει μέτρα και ο δεύτερος επικυρώνει όσα λαμβάνονται.

Προφανώς οι επιστήμονες έχουν δίκιο από την πλευρά τους. Αλλά δεν κυβερνούν αυτοί τη χώρα. Η επιστήμη μιλάει με τα επιδημιολογικά κριτήρια. Αλλά η κυβέρνηση οφείλει να λαμβάνει υπόψη την κοινωνία και την οικονομία και να παίρνει τις  ευθύνες της. Αντί γι’ αυτό κρύφτηκε πίσω από τους επιστήμονες.

Παιχνίδι εκ του ασφαλούς

Όλοι γνώριζαν εξ αρχής ότι κίνδυνος από τον ιό στην ουσία δεν προέρχεται από τον ίδιο, αλλά από την ανεπάρκεια του εγκαταλειμμένου ΕΣΥ- που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει πέρα από έναν αριθμό κρουσμάτων.

Πολιτικοί και επιστήμονες  θεωρούν ότι η «επιπεδοποίηση της καμπύλης» για να ανταποκριθεί στις ανάγκες το σύστημα ήταν εφικτή χωρίς να προκληθεί δυσανάλογο οικονομικό και κοινωνικό κόστος.

Με άλλα λόγια αμφισβητούν την ανάγκη για την ένταση των απαγορεύσεων που ακολούθησαν και έχουν ήδη καταστροφικές συνέπειες. Θεωρούν ότι η Ελλάδα μπορούσε να αντιμετωπίσει τα εικαζόμενα κρούσματα χωρίς κατεβάσει τα ρολά.

Κάποιοι υποψιάζονται ότι η κυβέρνηση εμφανίσθηκε εκ του ασφαλούς να «σώζει» τον πληθυσμό, ενώ δεν τον απειλούσε στο σύνολό του ο ιός.

Γνώριζε ότι ο κίνδυνος  για την Ελλάδα ήταν σε μικρότερο βαθμό από ό,τι προβλήθηκε. Και πάντως μπορούσε να αντιμετωπιστεί χωρίς την καταβολή  τόσο μεγάλους κόστους. Ή πάντως ότι μπορούσε να ρισκάρει.

Αν δεν τα γνώριζε, τόσο το χειρότερο.Σημαίνει ότι πανικοβληθηκε.

 Η υπερβολή ήταν προϋπόθεση για να πετύχει ο κεντρικός στόχος της προπαγάνδας:  να ηγετοποιηθεί στα μάτια της κοινής γνώμης ο  Πρωθυπουργός. Απλό πολιτικό μάρκετινγκ.

Κανείς δεν μπορεί να το αποδείξει. Ούτε να θεμελιώσει με βεβαιότητα ότι η εκστρατεία εκφοβισμού για την ανάδειξή του ιού ως κορυφαία εθνική απειλή είχε πολιτικά κίνητρα.

Ωστόσο κοντά στο νου κι η γνώση. Όλοι θυμούνται τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ να τρομοκρατούν τους πολίτες και όταν άρχισαν να αισθάνονται μελλοθάνατοι, να προβάλουν την  πρωθυπουργική  παρέμβαση ως σωτηρία.

Με ισχυρή δόση ωμής κομματικής προπαγάνδας: ” Ευτυχώς που κυβερνάει ο Μητσοτάκης, φαντάζεστε να ήταν ο Τσίπρας;”

Η αλήθεια για τα μέτρα. Νίκησαν τον ιό χαντακωσαν τη χώρα

Με την αντιπολίτευση παράλυτη και απούσα, η επικαιρότητα κατασκευάζεται με στόχο να ηγετοποιήσει τον Πρωθυπουργό. Είναι ο στρατηλάτης που  νικάει. Όπως είχε κάνει λίγο νωρίτερα και στον Έβρο  με τους μετανάστες.

Μπαράζ δημοσιευμάτων τον εμφανίζουν ακόμη και ως Μωυσή. Και ακολουθούν αδέσποτες δημοσκοπήσεις που εκτοξεύουν την επιρροή του κόμματός του-  του οποίου η κυβέρνηση είχε ήδη δείξει σημασία πρόωρης αποτυχίας.

Έκτοτε η κυβέρνηση προβάλλει ότι η χώρα έχει λίγα κρούσματα, γιατί  «πήρε πρώτη μέτρα στην Ευρώπη».

Μέχρι προχθές ο Πρωθυπουργός έλεγε στην παγκόσμια σύνοδο της διεθνούς συμβουλευτικής εταιρείας Boston Consulting Group (BCG): “Λάβαμε τις πρώτες αποφάσεις πριν καν καταγραφεί το πρώτο κρούσμα. Ήμασταν περίπου δύο εβδομάδες μπροστά από τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες στη λήψη αποφάσεων»

Οι πίνακες που παρατίθενται αποδεικνύουν ότι ουδέν ανακριβέστερο.

Η μιντιακή ένταση εκφοβίζει τον πληθυσμό και κανείς δεν προσέχει τις αντιφάσεις. Π.χ. στις  14 Μαρτίου, με μόλις 185 κρούσματα και 3 νεκρούς , η  κυβερνητική προπαγάνδα επιμένει ότι ο θάνατος από τον ιό πλησιάζει. 

Η κυβέρνηση αναγγέλλει ότι θα κλείσει όλους τους χώρους συνάθροισης, από τα καταστήματα ως τις αθλητικές εγκαταστάσεις- το έκανε στις 16 Μαρτίου-, αλλά όχι και τις  εκκλησίες.  Το σχήμα απειλή- σωτηρία δείχνει μετέωρο.

 Στις 17 Μαρτίου, εν όψει εξόδου λόγω καλοκαιρίας, ο Πρωθυπουργός κάνει απλώς «έκκληση» να περιοριστούν οι μετακινήσεις. Καμία απαγόρευση.

Στις 20 -21 Μαρτίου πολλοί ξεχύνονται από τα αστικά κέντρα προς την ύπαιθρο. Σα να περίμενε αυτό ακριβώς η κυβέρνηση παρεμβαίνει ακόμη ακόμη πιο «σωτήρια» σε μια απειλή που η ίδια άφησε να εξελιχθεί:

Στις  22 Μαρτίου Πρωθυπουργός με νέο «διάγγελμα» αναγγέλλει το πλήρες lockdown από την επόμενη. Όλοι στα σπίτια και έξοδος με ειδική άδεια.

Τα στοιχεία λένε ότι η Ελλάδα είναι η προτελευταία χώρα χώρα πριν την Πολωνία που ολοκληρώνει τον κύκλο των των μέτρων-όπως δείχνουν οι σχετικοί πίνακες.

 Εκείνη τη στιγμή έχει 590 κρούσμα και 15 νεκρούς. Αλλά τα ΜΜΕ την συγκρίνουν με την Ιταλία που έχει 60.000 και 4.800 αντιστοίχως, αλλά  όχι  με τις όμορες βαλκανικές χώρες.

Ο Πρωθυπουργός «σολάρει»

Σε κάθε περίπτωση η επιβολή των μέτρων έγινε χωρίς πλήρη αίσθηση για τις συνέπειές τους και χωρίς σχέδιο για την επομένη μέρα. «Θα υπερκαλύψουμε το 2021, την ύφεση του 2021» διακηρύσσει ο Πρωθυπουργός.

Ο πρόθυμος Γιάννης Στουρνάρας -που για πολλούς είναι και ο αρχιτέκτονας των οικονομικών χειρισμών» τον διευκολύνει με τη πρόβλεψη για ύφεση μόλις 4%.

 Για δυο μήνες η προπαγανδιστική ορχήστρα παίζει το «ο ιός πλησιάζει  αλλά ο Μητσοτάκης είναι εδώ». Ο υπουργός Υγείας έχει καταργηθεί από το προσκήνιο μαζί με άλλους υπουργούς και ως κυβερνητική ομάδα παρά τω Πρωθυπουργώ εμφανίζονται οι υφυπουργοί τους.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης καλπάζει μόνος προς τη νίκη απέναντι σε έναν εχθρό που δεν εμφανίσθηκε ποτέ -με όλες τις δυνάμεις του τουλάχιστον.

Η κυβερνητική απάντηση είναι ότι αυτό  έγινε λόγω των μέτρων.  Η απειλή αποκρούσθηκε από την έγκαιρη παρέμβαση που «έσωσε ζωές».

Ότι η ίδια παρέμβαση δημιούργησε καταστάσεις, το κόστος των οποίων δεν έχει ακόμη υπολογιστεί στην κοινωνία και την οικονομία, υποβαθμίζεται

Δικαίωση για ποιον;

Αν έχει δίκιο η κυβέρνηση, χαλάλι της. Αλλά πολλοί αμφιβάλλουν. Ακόμη και ο καθηγητής Τσιόδρας εμμέσως έχει διαχωρίσει τη θέση του: «Εγώ είμαι  γιατρός και προσπαθώ να σώσω ασθενείς. Οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις αφορούν άλλους»

 Δίπλα του ο αναβαθμισμένος σε υφυπουργό σκληρός «κομματικός» Ν. Χαρδαλιάς αναλαμβάνει ρόλο σερίφη και φοβερίζει τους παραβάτες.

Η επικοινωνιακή καταιγίδα δεν επιτρέπει να ακουστεί άλλη άποψη.  Δεν υπάρχει καν απάντηση στην απορία γιατί μπροστά στον κίνδυνο μιας ήπιας νόσου,- που δεν απειλεί τον γενικό πληθυσμό -αντί να μπουν σε καραντίνα οι ευπαθείς και οι ασθενείς μπαίνουν οι υγιείς.

Η κυβέρνηση επιμένει ότι δικαιώθηκε προβάλλοντας το χαμηλό αριθμό κρουσμάτων και θανάτων. Λέει ότι άλλοι έχουν εκατόμβες και δείχνει λογικό.

Αλλά κανείς δεν εξηγεί γιατί χώρες που πήραν τα ίδια μέτρα στους ίδιους χρόνους- και άλλες νωρίτερα- δεν είχαν τα ίδια αποτελέσματα. 

Αρκεί ως εξήγηση η ανταπόκριση του πληθυσμού,- που επιβλήθηκε δια νομού, με πρόστιμα και παραβίαση δικαιωμάτων και όχι αυτοπειθαρχία όπως λέει ο Πρωθυπουργός στις διεθνείς συνεντεύξεις του;

Κανείς δεν θα εξετάσει αν μπορούσε η πρόληψη να οργανωθεί αλλιώς. Ποτέ δεν θα μάθουμε. Αλλά και κανείς δεν ενοχλείται από την προκλητική  «θεοποίηση» του Πρωθυπουργού, πάνω στο δράμα που υποτίθεται ότι πρόλαβε.

Η καταστροφική σωτηρία

Ουδείς μετά Χριστόν προφήτης και το αποτέλεσμα είναι με το μέρος της κυβέρνησης. Δικαιολογεί την θριαμβολογία της, όπως την αναδεικνύει η πρωθυπουργοκεντρική προπαγάνδα της.  

Αλλά με ευκολία διαπιστώνει κανείς ότι η θριαμβολογία ήταν στόχος εξ αρχής και η αντιμετώπιση του ιού εργαλείο για να επιτευχθεί.

Παρά την κυβερνητική ικανοποίηση- με την οποία συντάσσονται πολλοί-  πάνω από τη χώρα  πλανάται η καταστροφή. Μαζί με το ερώτημα αν τα μέτρα που την έφεραν ήταν καθ’ υπερβολή και μόνο για την εξυπηρέτηση αυτού του στόχου.

Αν δηλαδή η κυβέρνηση υπερέβαλε για να εξασφαλίσει ένα αποτέλεσμα σε κρούσματα που θα μπορούσε να υπάρξει χωρίς να παγώσουν τα πάντα στη χώρα.

 Για όσους δεν κρύβουν το κεφάλι στην άμμο η κυβερνητική διαχείριση του  κορονοϊού όσο έσωσε ζωές, άλλο τόσο κατέστρεψε την οικονομία και έπληξε την κοινωνία.

Ενδεχομένως δεν ήθελε να φτάσει ως εκεί, όταν δραματοποιούσε βάσει σχεδίου τις εξελίξεις για να επωφεληθεί πολιτικά. Αλλά αυτό το σχέδιο είχε ένα τυφλό σημείο:  

Η τεχνητή εξομοίωση με του κινδύνου με την Ευρώπη, την ανάγκασε να καταφύγει σε αντίστοιχα μέτρα, χωρίς να έχει να αντιμετωπίσει στον ίδιο ο βαθμό το πρόβλημα.

Ακινητοποίησε τη χώρα και τώρα δυσκολεύεται να τη βάλει μπροστά. Αν μη τι άλλο, φοβάται ότι μπορεί να θολώσει η δόξα που εξασφάλισε και το εγχείρημα να αποδειχθεί γκάφα.

Σε κάθε περίπτωση τα μέτρα έφεραν ανυπολόγιστη οικονομική ζημιά- με απόλυτη κυβερνητική ευθύνη. Η εύκολη απάντηση είναι «ναι, αλλά σώθηκαν ζωές». Και η σύγκριση με άλλες χώρες.

Όποιος θέλει το καταπίνει. Αλλά προκαλεί αλγεινή εντύπωση ότι την ίδια στιγμή ο Πρωθυπουργός σχεδιάζει εκλογές για να αξιοποιήσει  το «πολιτικό κεφάλαιο» που απέκτησε. Με τη συνδρομή κάποιων άλλων ειδικών που κρύβει: των επικοινωνιολόγων του.