Παιχνίδι με τη φωτιά από την κυβέρνηση στα Πανεπιστήμια – Πού το πάει ο Μητσοτάκης – Τι πρέπει να κάνει ο Τσίπρας

Του Γ. Λακόπουλου

Οι διορατικοί το έβλεπαν από την αρχή. Με την  διακηρυκτική πρωτοβουλία κατάργησης του ασύλου η κυβέρνηση  Μητσοτάκη δεν επιδιώκει  να φέρει την ηρεμία στα πανεπιστήμια, αλλά το αντίθετο: να βάλει φωτιά. Όταν βάζεις την αστυνομία στις σχολές, λίγα 24ωρα πριν την επέτειο του  Πολυτεχνείου,  έχεις εξασφαλισμένη αντίδραση.   

Τι ακριβώς πήγαν να κάνουν στην ΑΣΟΕΕ τα ΜΑΤ; Αφού δεν υπάρχει το άσυλο, αυτό που δικαιολογεί την παρουσία της αστυνομίας ήταν να  αντιμετωπίσει κάποια παράνομη πράξη.  Έσπευσε αυτεπαγγέλτως ή κάποιος την κάλεσε;

Κανείς δεν το διευκρινίζει.  Όπως κανείς δεν προσδιορίζει ποια ακριβώς ήταν η παρανομία. Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι «βρέθηκαν και κατασχέθηκαν «κοντάρια, κράνη, γάντια, κουκούλες full face και ρούχα-υλικά αμφίεσης για κάλυψη χαρακτηριστικών καθώς και πυροσβεστήρες, διαρρηκτικά εργαλεία, φυλλάδια αναρχικού περιεχομένου και κομμάτια από μάρμαρα και πέτρες που χρησιμοποιούνται σε επιθέσεις».

Οι πέτρες είναι ένοχες από μόνες τους και χωρίς αυτόν που τις πετάει και τα φυλλάδια αναρχικού περιεχομένου απαγορεύονται; Και όσοι θα έριχναν  τις κατασχεθείσες πέτρες δεν θα βρουν άλλες;

Αυτά -τα προφανώς άσχετα με ένα πανεπιστήμιο- «υλικά» που βρήκε η αστυνομία στο υπόγειο του κτιρίου ήξερε ότι υπήρχαν,ή μπήκε για ψάξιμο και τα ανακάλυψε; . Γιατί δεν ερευνούσαν οι υπάλληλοι του Ιδρύματος ή γιατί δεν  φώναζε η διοίκησή του ένα συνεργείο να τα απομακρύνει;

Γιατί ανέλαβαν τα ΜΑΤ την αρχική ειδική θεαματική επιχείρηση- την οποία βρήκε «επιβεβλημένη» το αξιοθρήνητο Κινάλ; Για να μην μιλήσουμε για τη δεύτερη που δεν είχε καν αυτό το πρόσχημα.

Ας  μην το γυροφέρνουμε: αν η κυβέρνηση εννοεί την κατάργηση του ασύλου ως μονιμοποίηση της αστυνομικής παρουσίας στα Πανεπιστήμια  παίζει με τη φωτιά. Αν σκοπεύει να αναθέσει την μόνιμη εποπτεία των ΑΕΙ στα ΜΑΤ, κινείται ακόμη και εκτός του νόμου για το άσυλο που ψήφισε.

 Με κανένα τρόπο, αλλά και σε κανέναν πανεπιστήμιο του δυτικού κόσμου,  δεν ανατίθεται σε ειδικές αστυνομικές δυνάμεις η διασφάλιση λειτουργίας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπως διακήρυξε ο Πρωθυπουργός.

Τι σημαίνει η κυβερνητική διακήρυξη «θα προχωρήσουμε σχολή- σχολή»; Να κάνουν τι, έτσι προγραμματισμένα; Αν η διοίκηση ενός ΑΕΙ δεν δηλώνει ότι εμποδίζεται η λειτουργία του από κάποιους, πώς θα το «σώσει» η κυβέρνηση από τη «ανομία»;. Θα γυρίσουμε στις εποχές που η αστυνομία εισέβαλε και σε κόμματα, ψάχνοντας «υλικό ανατρεπτικού περιεχομένου»;

Κάτι επικίνδυνο σχεδιάζεται

Τα πανεπιστήμια αυτοδιοικούνται. Και όταν σημειώνεται παραβίαση του νόμου στο χώρο τους, η αστυνομία επεμβαίνει για να ασκήσει τις αρμοδιότητες της και τίποτε άλλο. Δεν είναι υπεύθυνη για την εύρυθμη λειτουργία των Ιδρυμάτων.

Πολύ περισσότερο η αστυνομία δεν νοείται να έχει λόγο στον φοιτητικό συνδικαλισμό, τη δραστηριότητα των συλλόγων και τις κινητοποιήσεις των φοιτητών. Αλίμονο αν παίρνουν άδεια από το οικείο αστυνομικό τμήμα για να κάνουν συνέλευση.  Εκεί που λέγαμε ότι ο Μητσοτάκης ξέχασε εκείνη την περίεργη ιδέα του για εκπροσώπηση των φοιτητών στην ΕΦΕΕ με …ενιαίο ψηφοδέλτιο.

Αν πρόκειται να αναθέσει η κυβέρνηση, την επιτήρηση των ΑΕΙ στα ΜΑΤ θα ζήσουμε στιγμές μεγάλης έκρηξης της νεολαίας. Σε κανέναν δεν αρέσει να σπουδάσει υπό την προστασία  μιας διμοιρίας κρανοφόρων. Όπως δεν του αρέσει να σπουδάζει και έξω από τη σχολή του να παρκάρει ένα τανκ.

Εν προκειμένω φαίνεται να συμβαίνει -ή να  σχεδιάζεται – κάτι ιδιαίτερα επικίνδυνο.

Η αστυνομία δεν επεμβαίνει για να επιβάλλει την νομιμότητα ακριβώς, αλλά κατ’ ουσίαν για να προκαλέσει τα αντανακλαστικά των φοιτητών και της νεολαίας γενικότερα -ή έστω μιας  μερίδας τους.

Συνεπώς η νομική άρση τη ασύλου ήταν το άλλοθι για άλλου τύπου διαχείριση της πανεπιστημιακής κοινότητας -και δι’ αυτής της κοινωνίας. Πολύ χοντρό για να πιστεύει κάποιος ότι θα περάσει. Μόνο  κάποιους  απελπισμένους οπαδούς του Μητσοτάκη σαν την Άννα Διαμαντοπούλου πείθει ότι ακαδημαϊκή ελευθέρια και αστυνομική δράση πάνε πακέτο.

Η παγίδα για τον ΣΥΡΙΖΑ

Σ’ αυτό το σημείο τα βλέμματα στρέφονται και προς την αξιωματική αντιπολίτευση. Πώς πρέπει να αντιμετωπίσει ο ΣΥΡΙΖΑ την κατάσταση έντασης  που δημιουργεί κυβέρνηση;  Ποιος είναι ο ρόλος ενός μεγάλου προοδευτικού κόμματος, όταν προκαλείται από την αστυνομική πρακτική σε τόσο ευαίσθητα θέματα;

Το πρώτο που οφείλει να κάνει  ως κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να μην ακολουθήσει την οργάνωση Νεολαίας του. Ακόμη και αν δικαιολογεί  τοποθετήσεις της που παραβλέπουν ότι το άσυλο καταργήθηκε με νόμο που ψήφισε η Βουλή και η κατάργηση θα ισχύει μέχρι να ψηφιστεί ένας άλλος νόμος που θα το επαναφέρει. Οφείλει να  λειτουργήσει ως κόμμα εξουσίας. Όχι ως κίνημα διαμαρτυρίας ή περιθωριακή ομάδα και να αρχίσει να ζητάει… κατάργηση των ΜΑΤ.

Επειδή ούτε η Νεολαία  ΣΥΡΙΖΑ, ούτε ο Φίλης και ο Γαβρόγλου είναι υπόλογοι απέναντι στην κοινωνία, για λογαριασμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης χρειάζεται προσοχή και πολιτική υπευθυνότητα. Μακριά από παλιές πρακτικές κομματικών παραγόντων και αριστερίστικες αντιλήψεις. Δεν υπάρχει καμία «παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου από δυνάμεις της αστυνομίας» γιατί δεν υπάρχει άσυλο.

Συνεπώς, ο  Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να  αναλάβει προσωπικά και να διαχειριστεί έξυπνα τις κομματικές παρεμβάσεις αυτές τις μέρες. Να καταγγείλει την κυβέρνηση και να υπερασπιστεί τη δημοκρατική τάξη και  τη λειτουργία των ΑΕΙ χωρίς συμβιβασμούς, αλλά και χωρίς να πέφτει σε παγίδες.  Να αποκαλύψει την κυβέρνηση, όχι να τη διευκολύνει.

Επιπροσθέτως, είναι προφανές ότι αυτό το θέμα εκτός του ότι εντάσσεται σε κάποιο σχεδιασμό της Δεξιάς, είναι και βούτυρο στο ψωμί όσων εντός του ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλουν την πολιτική διεύρυνση και ιδεολογική μετεξέλιξη του  

Από ό,τι φαίνεται ένας από τους λόγους της καλλιεργούμενης έντασης  από την κυβερνητική  πλευρά -αν όχι ο βασικότερος- είναι να ωθήσει τον Τσίπρα σε περιθωριακές αντιδράσεις που θα τον βάλουν απέναντι σε τμήματα της κοινωνίας, που αντιτίθενται στη Δεξιά, αλλά όχι και στη νομιμότητα.

Τι σημαίνει αυτό θα πρέπει να το θυμάται από τον Δεκέμβρη του 2008. Όταν ο τότε ΣΥΡΙΖΑ διάβασε ως «επανάσταση» μια κινητοποίηση της νεολαίας, που άρχισε ως αντίδραση σε μια στυγερή αστυνομική πράξη και κατέληξε σε προβοκάτσια.