ΠΑΣΟΚ και Ανδρουλάκης, η άχαρη επέτειος ενός αιθεροβάμονος ομαδάρχη

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Το σκάνδαλο των υποκλοπών του Μητσοτάκη δεν ωφέλησε τον Ανδρουλάκη, αλλά το σκάνδαλο Καϊλή τον βλάπτει, καθώς και στις δυο περιπτώσεις οι χειρισμοί του είναι αντίστοιχα αρνητικοί. Και παράλληλα, εκτός από τα πολιτικά δεδομένα στη χώρα, εκτιμάει λάθος και τις εκλογικές προοπτικές του ιδίου και του ΠΑΣΟΚ.

Τις επόμενες μέρες η κυβερνητική προπαγάνδα θα εστιάζει στην Εύα Καϊλή, με έμφαση στη ρητορεία: «Η διαφθορά του ΠΑΣΟΚ επιστρέφει». Άρχισε ήδη, με τους πιο διακεκριμένους αρθρογράφους της.

Είναι το δώρο που έκανε ο Νίκος Ανδρουλάκης στο κόμμα του, για την πρώτη επέτειο από την ανάδειξή του στην ηγεσία: το κατέστησε ευάλωτο σε ένα σκάνδαλο που προέρχεται από τις γραμμές του, επειδή ο ίδιος δεν φρόντισε εγκαίρως να το απομακρύνει.

Από αυτήν την άποψη, καθώς η πρώτη επέτειος της προεδρίας Ανδρουλάκη συμπίπτει με τα «Καϊλικά» γίνεται -μαζί με τις υποκλοπές- κριτήριο αξιολόγησης της πολιτικής του ικανότητας να διαχειρίζεται κρίσιμες καταστάσεις και χαρακτηρίζει αρνητικά τη θητεία του.

Αμέσως μετά τη σύλληψη της Καϊλή, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αντέδρασε με την εξομολόγηση ότι «είχε αποφασίσει να πάρει αποστάσεις» από το περασμένο καλοκαίρι, επειδή η ίδια πήρε… αποστάσεις, «όταν κατήγγειλα την υπόθεση για το Predator». Τι ακριβώς σημαίνει «αποστάσεις» -από στέλεχος- για έναν πολιτικό αρχηγό μένει προς ερμηνεία.

Όταν μπήκε το φθινόπωρο «είχα ενημερώσει πως η κυρία Καϊλή δεν θα είναι ξανά υποψήφια με το ΠΑΣΟΚ γιατί λειτουργούσε ως Δούρειος Ίππος της ΝΔ» Είχε ενημερώσει την Καϊλή, αλλά όχι και κάποιο όργανο στο κόμμα. Εκ των υστέρων ανέφερε -στην Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ- ότι το είπε και στο προεδρείο των Ευρωσοσιαλιστών.

Λόγω της ομιλίας της στο Ευρωκοινοβούλιο υπέρ του Κατάρ, είχε κάθε λόγο -και υποχρέωση- να την απομακρύνει, αντί να… διαχωρίζει τη θέση του -περίεργη άποψη για τον ρόλο της ηγεσίας- και σήμερα να αποφαίνεται ότι «το ποτήρι ξεχείλισε».
Ο ισχυρισμός ότι επειδή ήταν… «σκιώδης εισηγήτρια» στην επιτροπή Pega -στην οποία ο ίδιος δεν κατέθεσε- δεν ήθελε να του πουν ότι επηρεάζει το πόρισμά της, είναι άλλα λόγια να αγαπιόμαστε.

Όταν έγινε γνωστή η σύλληψή της κυρίας, τη διέγραψε από τηλεοράσεως -καθ’ υπόδειξη των Ευρωσοσιαλιστών όπως λέγεται- για να διευκολύνει τις δικές τους αποφάσεις. Αλλά όχι για την υπόθεση διαφθοράς που εμπλέκεται: γιατί «δεν μπορεί να εκτίθεται η παράταξή μας, επειδή κάποιοι θέλουν να κάνουν παιχνίδια Δούρειου Ίππου» – με τη ΝΔ. Δεν διαγράφει όμως και τον Λοβέρδο που κάνει το ίδιο, από καιρό.

Ο Ανδρουλάκης δεν είναι άμοιρος για την πορεία της Καϊλή στο Στρασβούργο, αφού χωρίς τη συγκατάθεσή του δεν θα μπορούσε να αναδειχθεί αντιπρόεδρος – γι’ αυτό και την είχε συγχαρεί θερμά. Όταν στη συνέχεια συντάχθηκε με τον -υπόδικο τότε- Ανδρέα Λοβέρδο κατέστη εγκαιροφλεγής βόμβα για το ΠΑΣΟΚ. Αλλά ο ίδιος πάτησε τα κορδόνια του στην διαχείριση της κρίσης που διαμορφώθηκε με τη συμπεριφορά της.

Αντίστοιχη είναι η λειτουργία του στο άλλο κρίσιμο θέματα που κλήθηκε να αντιμετωπίσει: χειρίζεται τις υποκλοπές περισσότερο ως ευκαιρία… αυτοδιαφήμισής του και όχι ως πολιτική βάση να τελειώνει η χώρα με το σύστημα Μητσοτάκη.

Συχνά μάλιστα θολώνει τα νερά εμφανιζόμενος ως θύμα παρακολούθησης από το Predator, ενώ υπήρξε απλώς απόπειρα παγίδευσής του με το συγκεκριμένο λογισμικό και το κρίσιμο θέμα για τον ίδιο η «επισύνδεση» από την ΕΥΠ. Ωστόσο δεν έχει υποβάλει ακόμη μήνυση στον Κοντολέοντα τουλάχιστον -αν όχι και στον Δημητριάδη- ώστε να κριθεί στο δικαστήριο η «νομιμότητα» που επικαλούνται. Η επίκληση της «σεισμικότητας» εκ μέρους του, πρακτικά διευκολύνει τον Μητσοτάκη, που επικαλείται το ίδιο.

Ακόμη πιο παράδοξο όμως είναι ότι με διαδοχικές δηλώσεις του επιχειρεί να ενοχοποιήσει και τον… Αλέξη Τσιπρα και να δημιουργήσει… συμψηφισμούς, κατά την κυβερνητική πρακτική. Στην περίπτωση Predator μάλιστα έφτασε να μιλάει για υπουργό του ΣΎΡΙΖΑ και πως επωφελήθηκε ο γιος του.

Μόνο κάποιος που βρίσκεται σε πολιτική αφασία ή διατεταγμένη υπηρεσία θα έλεγε ότι: «Η μόνη διαφορά Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ σε σχέση με τον σεβασμό στους θεσμούς είναι η καλοραμμένη του γραβάτα του κ. Μητσοτάκη»!

Σε κάθε περίπτωση δεν ρίχνει τα φώτα στον πραγματικό λόγο για την τρίμηνη «επισύνδεσή του», παρότι βρίσκεται δίπλα του -τρόπος του λέγειν- στο κόμμα: όλοι γνωρίζουν ότι η παρακολούθηση στήθηκε για να ευνοηθεί η εκλογή του Λοβέρδου.

Το υπαινίσσεται αλλά δεν το λέει κατηγορηματικά. Ευτυχώς για τον ίδιο που ήταν αυτός ο λόγος: αν ήταν άλλος, πραγματικά νόμιμος, θα είχε μπλεξίματα.

Ο ερασιτεχνισμός με τον οποίο χειρίζεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ αυτές τις δυο υποθέσεις, δεν οφείλεται μόνο σε έλλειμμα ηγετικότητας, αλλά και στο βασικό πρόβλημά του: την έλλειψη πολιτικής.

Ο Ανδρουλάκης επικράτησε με οργανωτικά μέσα. Δεν κατέθεσε προτάσεις που να δείχνουν επάρκεια να παράξει ιδεολογία και να διαμορφώσει διακριτή πολιτική.

Ανάμεσά σε θολές επικλήσεις στην ευρωπαϊκή «Σοσιαλδημοκρατία» και ανιστόρητες συνδέσεις της με την Ελλάδα, άρχισε νέο διμέτωπο κατά του ΣΎΡΙΖΑ και ΝΔ με τρόπο που ευνοεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη: τον εξισώνει με τον Αλέξη Τσίπρα, παραβλέποντας σε ποια παράταξη ανήκει το ΠΑΣΟΚ και ποιοι είναι η συσχετισμοί στο εσωτερικό της. Υποτιμά ότι παραταξιακός διάδοχος του Ανδρέα Παπανδρέου στο αντιδεξιό μέτωπο, δεν είναι ο ίδιος, αλλά ο Τσίπρας.

Ως αιθεροβάμων αυτοχρίζεται επικεφαλής «Παράταξης» – παρότι όχι μόνο τα εκλογικά αποτελέσματα, αλλά ούτε και οι, αρχικά ευνοϊκές για αυτόν, δημοσκοπήσεις το δικαιολογούν. Προβάλει ως ρυθμιστής των εξελίξεων, αποκλείονται τους δυο υποψήφιους Πρωθυπουργούς κατά τρόπο που υποδηλώνει τη δική του υποψηφιότητα. Εκεί έχασε το παιχνίδι.

Εκ παράλληλου είναι εμφανές ότι , ενώ τα οργανωτικά εντός του ΠΑΣΟΚ διαμορφώθηκαν κατά τις επιθυμίες του -τοποθετώντας τα στελέχη της «σέχτας» του στις επιτελικές θέσεις- δεν έχει τον πολιτικό έλεγχο του κόμματος.

Ο άξονας Λοβέρδου – Καϊλή, λειτουργούσε, ως τις πρόσφατες εξελίξεις, συμπληρωματικά προς τον Μητσοτάκη και ο «παράγων» Γ. Παπανδρέου έχει επιλογές που απέχουν από την ιδέα ότι έχει αποδεχθεί τον Ανδρουλάκη ως «ηγέτη» του. Η απορφανισμένη ομάδα των Γεννητικών ποντάρει στον έτερο Χριστοδουλάκη, που ο ίδιος απέπεμψε από τη θέση του Γραμματέα, χάριν του αφοσιωμένου Ανδρέα Σπυρόπουλου.

Επιπλέον οι έμπειροι Κώστας Σκανδαλίδης και Χάρης Καστανίδης -αλλά και οι Δημ. Ρέππας και Ν. Χριστοδουλάκης, όπως και ο συντονιστής της παλιάς «ομάδας Παπουτσή» Μιχ. Καρχιμάκης– διατηρούν την αυτονομία τους. Στη Βουλή ο ικανός Μιχ. Κατρίνης λειτουργεί ως επικεφαλής της Κ.Ο. και όχι ως διατεταγμένος εκπρόσωπός του.

Το πραγματικό κομματικό παζλ δεν είναι αυτό που φαίνεται. Ο Ανδρουλάκης παραμένει περισσότερο ομαδάρχης -όπως στην ΠΑΣΠ Θράκης- παρά επικεφαλής κόμματος και πολύ περισσότερο «παράταξης».

Στην ουσία έπεσε θύμα της προέλευσής του από τον «κομματικό σωλήνα». Χωρίς άλλα προσόντα και προσωπικό πρεστίζ, ενδιαφέρεται να προωθήσει -με φραξιονισμούς- φίλους του, στη νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα. Έτσι έχασε ήδη την ευκαιρία να ανταποκριθεί στον ρόλο που του έδωσε η κομματική βάση: να επαναφέρει το ΠΑΣΟΚ στις ιδρυτικές ράγες του και να ακολουθήσει όσα προκύπτουν από αυτό.

Το σημαντικότερο ήταν να εντάξει την πολιτική του στην επικράτηση της Δημοκρατικής παράταξης, έναντι της Δεξιάς και στον σχηματισμό Προοδευτικής κυβέρνησης. Υπό τον Τσίπρα με τα σημερινά πολιτικά δεδομένα και την κοινή λογική.

Σ’ αυτό το πλαίσιο είχε κάθε δικαίωμα να ζητήσει την ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ, για να μην είναι ο «φτωχός συγγενής» σ’ αυτήν την κυβέρνηση – και θα εύρισκε ανταπόκριση.

Εφόσον ο ίδιος θεώρησε ότι μπορεί να υπερφαλαγγίσει τον Τσίπρα -με αφελείς μικροψυχίες για τον Πολάκη και τα περσινά ξινά σταφύλια της συνεργασίας με τον Καμμένο- βρέθηκε εκτός των ιστορικών δεδομένων: το ΠΑΣΟΚ είχε συνεργαστεί με την ακροδεξιά του Καρατζαφέρη και τον ακραίο Σαμαρά.

Οι ψευδαισθήσεις εξανεμίσθηκαν υπό την πίεση εξελίξεων που τον υπερβαίνουν. Πρώτα από την καθαρή θέση του Τσίπρα από τη Θεσσαλονίκη ότι για την προοδευτική κυβέρνηση, προϋπόθεση είναι η πρώτη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, αλλιώς μένει ανοιχτός ο δρόμος της ΝΔ.

Το σκάνδαλο των υποκλοπών του Μητσοτάκη δεν ωφέλησε τον Ανδρουλάκη, αλλά το σκάνδαλο Καϊλή τον βλάπτει, καθώς και στις δυο περιπτώσεις οι χειρισμοί του είναι αντίστοιχα αρνητικοί. Και παράλληλα, εκτός από τα πολιτικά δεδομένα στη χώρα, εκτιμάει λάθος και τις εκλογικές προοπτικές του ιδίου και του ΠΑΣΟΚ.

Όπως όλα δείχνουν θα είναι τρίτο κόμμα, εφόσον πείσει ότι θα είναι ο εταίρος του ΣΥΡΙΖΑ σε μετεκλογική κυβέρνηση της Δημοκρατικής παράταξης.

Αν χάσει αυτό το πλεονέκτημα -ή αν διαφανεί ότι μπορεί να συμπράξει με τον Μητσοτάκη για λόγους της «σταθερότητας» που επικαλείται- δεν θα κρατήσει ούτε αυτήν τη θέση…

Συμπέρασμα. Η πρώτη επέτειος του Νίκου Ανδρουλάκη είναι άχαρη. Με την εκλογή του δεν έκανε το «γκελ» της έκπληξης, και με τους χειρισμούς του κινδυνεύει να μην έχει και δεύτερη, και να μείνει με το ρεκόρ της πιο σύντομης θητείας στην ηγεσία…

ΑΠΟ ΤΟ ΙΕΙDISEIS.GR