Περί «μακεδονικού»: Ανάμεσα στο «μαγεριό» και την «υψηλή κουζίνα»

Του Τέλη Σαμαντά

Ας το πούμε ανοιχτά: οποιαδήποτε πολιτική δύναμη, οποιασδήποτε πολιτικής απόχρωσης, αριστερής ή αριστερότερης, δεξιάς ή δεξιότερης, συμμετέχει –με πράξεις ή παραλείψεις- στην ανάδειξη του «μακεδονικού» ως καίριο, αυτήν την περίοδο, πρόβλημα της χώρας, συμμετέχει στην πραγματικότητα στο στήσιμο ενός μικροπολιτικού σκηνικού, το οποίο όμως έχει –και θα έχει- βαρύτατες επιπτώσεις και στη χώρα και στην κοινωνία.

(Το ίδιο φυσικά ισχύει και για όλους τους «διαμορφωτές της κοινής γνώμης», είτε αυτοί είναι συγκροτήματα τύπου είτε ραδιοτηλεοπτικά κανάλια. Βλέπε τα δύο άκρα: ΕΡΤ και ΣΚΑΙ). Απλώς και μόνο γιατί το μόνο που δε χρειάζεται αυτή τη στιγμή η χώρα και η κοινωνία είναι ένα νέο είδος διχασμού ανάμεσα σε «εθνικιστές» και «αντιεθνικιστές», που θα υποκαταστήσουν –αλλοιώνοντας, φυσικά, με την πάροδο του χρόνου και των «αυταπατών», που αποδείχτηκαν απλώς απάτες- τους «μνημονιακούς» και τους «αντιμνημονιακούς», προσδίδοντας στην πολιτική αντιπαράθεση και βαθύτερα -«ταυτοτικά» και «εθνοπατριωτικά»- χαρακτηριστικά.

Το ότι οι ευθύνες της κυβέρνησης, που μέσω «διαρροών» και χωρίς καμία ενημέρωση των πολιτικών ηγεσιών αλλά και της κοινωνίας, πυροδότησε αυτή την υπόθεση, είναι τεράστιες, είναι μάλλον προφανείς. Όπως το ίδιο προφανές είναι πως το συνονθύλευμα που κυβερνάει έχει φτάσει στα όρια της συνεκτικότητας του. (Το ότι «αυτούς επέλεξε, μ’ αυτούς πορεύεται», είναι πια, υποθέτουμε γνωστό. «Μ’ αυτούς ξάπλωσες, μ’ αυτούς θα ξυπνήσεις» λέει η αντίστοιχη λαϊκή παροιμία).

Το μόνο που δε χρειάζεται η χώρα είναι ένα νέο είδος διχασμού ανάμεσα σε «εθνικιστές» και «αντιεθνικιστές», που θα υποκαταστήσουν «μνημονιακούς» και «αντιμνημονιακούς»

Το ίδιο όμως προφανής είναι και η στάση των αντιπολιτευομένων δυνάμεων, που το μόνο που κάνουν είναι να «δοκιμάζουν τις αντοχές του κυβερνητικού συνονθυλεύματος». Αναμένοντας, προφανώς να διαλυθεί εις τα εξών συνετέθη. Αυτό όμως δεν λέγεται πολιτική. «Μικρομαγειρείο» με επένδυση «υψηλής κουζίνας», λέγεται. Και σίγουρα δεν ανοίγει –για τη ΝΔ και για το νεόκοπο «Κίνημα Αλλαγής» “δρόμο προς την κυβέρνηση”. Κατ΄ελάχιστο δε, δεν τους στρώνει τον «νέο, ασφαλτόστρωτο, δρόμο» προς την εξουσία. Γιατί, απλούστατα, σ’ αυτόν τον δρόμο, θα κληρονομήσουν και τα απολειφάδια –τρόπος του λέγειν, πολλοί είναι-, του εν υπνώσει-εθνικο-πατριωτικού-λαϊκισμού. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που οι νυν κυβερνώντες κληρονόμησαν την οργή των «προδομένων» από τις «αυταπάτες» τους. Και με το ίδιο αποτέλεσμα: Την καθίζηση, για μια ακόμη φορά, σε ένα «ζοφερό παρόν», αντί για την «εκτίναξη σε ένα πολλά υποσχόμενο μέλλον».


ΥΓ. Ομολογώ πως δε μπορώ να βρώ με τι να κλείσω αυτή την ανάρτηση; Με τη δήλωση του Λεωνίδα Κύρκου για το «μακεδονικό» ( «Πρέπει να αποδεχθούμε τη διπλή ονομασία, και πρέπει να την αποδεχθούμε τώρα»); Η με τους στίχους του Καβάφη –που


΅..Aδιάφορον: επάσχισεν αυτός,
όσο μπορούσεν αγωνίσθηκε.
Και μες στην μαύρη απογοήτευσί του,
ένα μονάχα λογαριάζει πια
με υπερηφάνειαν• που, κι εν τη αποτυχία του,
την ίδιαν ακατάβλητην ανδρεία στον κόσμο δείχνει.

Τ’ άλλα— ήσαν όνειρα και ματαιοπονίες.
Aυτή η Συρία— σχεδόν δεν μοιάζει σαν πατρίς του,
αυτή είν’ η χώρα του Ηρακλείδη και του Βάλα.».

Ελπίζοντας πως όντως δεν είναι αυτή η «χώρα του Ηρακλείδη και του Βάλα»
Πάντα.