Περί Μαρινάκη: Aς μην παίζουμε τον παππά…

  1. Του Γ. Λακόπουλου

Ο υφυπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Λευτέρης Κρέτσος χαρακτήρισε τον Βαγγέλη Μαρινάκη “υπόδικο ολιγάρχη”. Προφανώς είναι -το είπε άλλωστε και ο Πρωθυπουργός. Και υπόδικος και ολιγάρχης. Ποιος θα το αμφισβητήσει;

Κατά τον Λευτέρη Κρέτσο ο Μαρινάκης” έχει δικαίωμα να λέει αυτά που λέει”. Κι αυτό σωστό. Ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει και κανείς δεν οφείλει να τον πιστεύει, εφόσον δεν προσκομίζει τεκμήρια των ισχυρισμών του. Και δεν προσκομίζει.

Αλλά αυτός είναι ένας λόγος παραπάνω για να παίρνει πληρωμένες απαντήσεις από αυτούς για τους οποίους τα λέει. Ειδικά αν είναι δημόσια πρόσωπα.

Από την άλλη, κατά τον ίδιο κυβερνητικό παράγοντα, “ο Νίκος Παππάς είναι ο μόνος που ολοκλήρωσε μια διαγωνιστική διαδικασία. Και κατοχύρωσε τις συχνότητες”. Έχει δίκιο, έτσι ακριβώς συμβαίνει. Ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει.

Είναι κυβερνητικό επίτευγμα, παρά τις δυσκολίες που έβαλε στην αποκατάσταση της τηλεοπτικής νομιμότητας ο Μητσοτάκης αδρανοποιώντας το ΕΣΡ χάριν των καναλαρχών-τον έδωσε και ο Μαρινάκης.

Αλλά το θέμα μας αυτές τις μέρες είναι άλλο. Δεν συζητάμε ποιος είναι ο Μαρινάκης και ποιος ο Παππάς. Αυτά τα ξέρουν όλοι.

Συζητάμε αν πράγματι ο Νίκος Παππάς ως υπουργός πήγαινε στο γραφείο -αλλά και στο σπίτι- του Μαρινάκη, οπως λέει ο ολιγαρχης. Ή πήγαινε ή δεν πήγαινε.

Δεν είναι απαραιτήτως κακό. Εφόσον στα πλαίσια αυτών των επαφών δεν ισχύει αυτό που είπε ο Μαρινάκης: ότι του ζήτησε να δει έναν άλλο επιχειρηματία για να τον διευκολύνει με 20 εκατομμύρια ευρώ, ώστε να πάρει τηλεοπτική άδεια. 

Τονειδε, δεν έδωσε τα λεφτά αλλά και δεν ανεφερε τον οιονει εκβιασμό του, αφού όπως λέει του είπε -ο Παππάς του Μαρινάκη- ότι ενδιαφερόταν ο “μεγάλος”. 

Προφανώς ανάμεσα στον Πρωθυπουργό ή έναν υπουργό του και έναν επιχειρηματία που έχει εκκρεμότητες με τη Δικαιοσύνη και αντιπολιτεύεται ακομη και αθέμιτα την κυβέρνηση, κανένας λογικός άνθρωπος δεν θα πάρει το μέρος του Μαρινάκη. Ειδικά οι δημοκρατικοί πολιτες.

Υπό έναν όρο: ότι ο υπουργός θα ξεκαθαρίσει ότι αυτά είναι προϊόντα τη φαντασίας του “υποδίκου ολιγάρχη”. Ότι δεν συνέβησαν ποτέ. Ή ότι εν πάση περιπτώσει αποτελούν διαστρέβλωση αναπόφευκτων και φυσιολογικών επαφών της περιόδου, ανάμεσα σε εμπλεκομένους στην υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών.

Ως τώρα δεν το είπε. Απλώς ένας στενός συνεργάτης του, όπως ο Λευτέρης Κρέτσος, λέει πως “καθένας έχει δικαίωμα να λέει ό,τι θέλει”. Φυσικά. Αλλά όταν αυτά που λέει αφορούν υπουργό πρέπει να παίρνει απάντηση.

Ως προς τα πραγματικά περιστατικά. Ο δημόσιος έλεγχος για τους πολιτικούς ισχύει και όταν τους αναφέρουν “υπόδικοι ολιγάρχες”. Για να μην πούμε ειδικά τότε.

Όλοι ξέρουν  ποιο παιχνίδι παίζει ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας και γιατί. Ποιος δεν βλέπει ότι  παίρνει μέρος, αν δεν ηγείται, της -συχνά φαιάς- αντικυβερνητικής εκστρατείας; Αλλά με αυτόν συνομιλούσε ο συγκεκριμένος υπουργός- λόγω αρμοδιότητας.

Το θέμα είναι ότι πρέπει να ξέρουμε τι ακριβώς έλεγαν. Για  υποθυπό δημόσιου συμφέροντος προκειται. Ο ένας λέει ό,τι λέει χωρίς αποδείξεις καίμε προφανές κίνητρο

Ο άλλος δεν πρέπει να τα πει από τη δική του πλευρά- ώστε, όπως λέει ο Κρέτσος,  “να μην δηλητηριάζουμε το δημόσιο διάλογο”;

Εφόσον τον δηλητηριάζει ο Μαρινάκης -κι εδώ που τα λέμε το κάνει με πολλούς τρόπους- ο πολιτικός στον οποίο αναφέρεται όφειλε να ξεκαθαρίσει άμεσα τα πράγματα. Προσωπικά ο ίδιος. Να διαψεύσει και να καταγγείλει. Να μην μπει σε διάλογο. Απλώς να αποκαταστήσει την αλήθεια από την πλευρά του. 

Αν μη τι άλλο για λολόγο προστασίας του πρωθυπουργου. Και ναναποστομώσειυους αντιπάλους του. Τόσο  δύσκολο είναι;

Όσο  δεν το κάνει, απλώς παίζουμε τον παππά…