Περιμένοντας την Ανάσταση στην Ελλάδα

ΒΛΑΣΗΣ ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Του Νίκου Λακόπουλου

Το φετινό Πάσχα μαζί με όλους του συμβολισμούς του -ως αρχαία ελληνική γιορτή με την έννοια της Ανάστασης- αποχτά μια άλλη σημασία καθώς η χώρα απειλούμενη- σχεδόν σε πόλεμο- περιμένει την έξοδο από τα μνημόνια τον Αύγουστο και κάνει απολογισμό μιας δεκαετίας μέσα στην οποία κατέρρευσαν μύθοι και αυταπάτες σαράντα ετών. Είναι το τέλος μιας εποχής που θα μπορούσε να θεωρηθεί εποχή ρομαντισμού που όλοι νοσταλγούν. Όλα τα πολιτικά “προγράμματα” περιέχουν την ιδέα της επιστροφής.

Για πρώτη φορά μετά την κρίση- δηλαδή την χρεοκοπία-  αντί για “οράματα” τίθεται σε επίπεδο πολιτικού λόγου με την μορφή “εθνικής αναγέννησης” στην πραγματικότητα το θέμα της εθνικής συγκρότησης – μέσα στην ευρωπαϊκή ένωση μισό αιώνα αφότου ο ‘Εθνάρχης είπε πως “ανήκομεν εις την Δύσιν”.

Το τέλος των εθνικών αυταπατών ήρθε το 2015 όταν η Ελλάδα απειλήθηκε με έξοδο από την Ένωση. Από τότε σεμνά και ταπεινά ο πάντα περήφανος “νεοέλληνας” διαχειρίζεται τις εθνικές ταπεινώσεις με την παραδοσιακή μείξη κόμπλεξ και μεγαλείου, με φόβο και ανασφάλεια, μισές ελπίδες και συγκρατημένη απαισιοδοξία μέσα σε μια σύχγυση που μπορεί να φτάνει στο τέλος της.

Η πολιτική κρίση οδηγεί τα πράγματα στην οικονομία με ένα καθολικό αίτημα “ανάπτυξης”, “εθνικού σχεδίου” και κόμματα λιγότερο “οραματικά” όσο πρακτικά, ρεαλιστικά. Η Αριστερά που θάσκιζε τα μνημόνια τα εφαρμόζει πιο καλά από όλους μαζί με πλάνα ιδιωτικοποιήσεων -που άλλοτε κατήγγειλε ως ξεπούλημα. Στην πραγματικότητα αυτό είναι τέλος μιας Αριστεράς που άρχισε να ζει την κρίση της στη δεκαετία ΄80, αλλά προσπάθησε να διαφύγει από αυτήν χωρίς να θέσει ποτέ τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων με την δικαιολογία του ηθικού πλεονεκτήματος -σα να της χρωστάει η Ιστορία.

Η παραδοξότητα να έχουμε “πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση” -και μάλιστα αυτοδίδακτη- ενώ ζούμε μια συντηρητική στροφή της κοινωνίας σε όλη την Ευρώπη είναι ένα αίνιγμα που μόνο η ελληνική σχιζοφρένεια μπορεί να εξηγήσει. Η ανάληψη του εθνικού οράματος από τον Αλέξη-χωρίς αυταπάτες- μαζί με την αμηχανία της δεξιάς θέτει την υποψία πως δεν υπάρχει πια Αριστερά, αλλά κάποιος άλλος χρησιμοποιεί το προφίλ της.  Η ιδέα να χτιστεί μια πολιτική στρατηγική “αντιμνημονιακή” -όπως έκαναν κι άλλες δεξιές και ακροδεξιές δυνάμεις με πολιτική κερδοφορία- υπέκρυπτε την ιδεολογική της κρίση με σπαρταριστά αποτελέσματα.

Από το “κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη” φτάσαμε στην διαπίστωση πως κάτι πρέπει να γίνει με τα “κόκκινα δάνεια” και τους μπαταχτζήδες και κει που δεν θα πουλάγαμε τα λιμάνια, τα δώσαμε όπως-όπως.  Ποιος θυμάται την περίφημη “Eπιχείρηση Νομισματοκοπείο”; Τελικά δεν θα γίνει …Οκτωβριανή Επανάσταση στην Ελλάδα. Να πάρουμε την Αστική από τα χέρια του Σαμαρά και του Βενιζέλου και πολύ μας είναι. Ηττηθήκαμε πάλι, συμβιβαστήκαμε, αλλά όχι εντελώς.

Φυσικά το “ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο” μάλλον είναι σύνθημα του …Ερντογάν που μαζί με τα “παστά ψάρια” και τις διεκδικήσεις του πάνω- από όλα βλέπει πως η Ελλάδα της χρεοκοπίας είναι μια χώρα χωρίς εθνική ανεξαρτησία -μια μικρή χώρα, πιο μικρή από την …Κωνσταντινούπολη. ‘Eνα “βιλαέτι” όπως είπε ο πρωθυπουργός του που το μουστάκι θυμίζει κάτι παρακρατικές φάτσες της Ελλάδας της δεκαετίας ’50. Δηλαδή ο Ερντογάν ξέρει πως η εθνική άμυνα και η εθνική ανεξαρτησία είναι υποθέσεις πριν από όλα εθνικής οικονομίας. Η Ελλάς θεωρεί πως είναι θέμα δηλώσεων ηρωικών με φανφάρες.

Τα καφενεία μοιράζονται στο αν θα γίνει ή όχι πόλεμος, ο ένας υπουργός τον αποκλείει, ο άλλος τον κέρδισε ήδη κι ο τρίτος περιμένει το δελτίο ειδήσεων να κάνει δηλώσεις πως θα τους τσακίσει, αν τολμήσουν. Κάπως έτσι ήταν όλες οι προπολεμικές εποχές. Λίγη σύγχυση, λίγη ανεμελιά, κάποιος ζητούσε ζωτικό χώρο κι άλλοι γλεντούσανε μια ειρήνη- που δεν μπορεί να στηριχθεί χωρίς μια αξιοπρεπή και πάνω από όλα εθνική οικονομία.

Για την ακρίβεια όταν οι άλλοι εξοπλίζονται- πέρα από τις δηλώσεις- εμείς μιλάγαμε για διεθνές δίκαιο, διεθνείς συνθήκες- λες και ο πόλεμος δεν είναι ακριβώς η άρνησή τους.  Δεν υπάρχει στο “διεθνές” δίκαιο, ούτε ηθική, ούτε δικαιοσύνη. Στον πόλεμο δεν κερδίζει αυτός που έχει “δίκιο”, αλλά ο ισχυρός. Αυτός που κρύβεται πίσω από έναν άλλο ισχυρό, ποτέ δεν κερδίζει. Ποτέ δεν κερδίζει κι αυτός που δεν έχει κανένα πλάνο για να κερδίσει ή θεωρεί πως ο Έκτος Στόλος ή Ευρωπαϊκή Ένωση θα προστατεύσει τα σύνορα του.  Αν είναι αλήθεια πως η νέα βάση των Αμερικάνων θα γίνει στα…Ίμια θα πρέπει να πανηγυρίσουμε. Αυτό ξεπερνά τις ευχαριστίες του Σημίτη στους Αμερικάνους την εποχή που η Ελλάδα έχασε την ευκαιρία να βρεθεί από την άκρη του – “ελεύθερου”- κόσμου στο κέντρο μιας κοσμογονίας στα Βαλκάνια -μετά την πτώση των τειχών.

Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή- την οποία θυμίζουν διαρκώς οι Οθωμανοί η Ελλάδα βιώνει με ενοχές το βαθύ τραύμα της εισβολής στην Κύπρο κι η πολιτική ρητορική γυρίζει διαρκώς γύρω από τα Ίμια κι ό,τι συνέβη εκεί- ενώ τελευταία πολλοί μιλάνε για Ίμια 2 και Αττίλα 3. Θα περίμενε κανείς πως μια χώρα που απειλείται θα είχε μια άλλη πολιτική, αλλά η τελευταία εθνική ήττα αντιμετωπίζεται με παρακλήσεις πότε στην Ένωση, πότε στον Πούτιν, ακόμα και στον Εμίρη του Κατάρ -από τον εν αναμονή πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη:

«Παρουσίασα στον Εμίρη του Κατάρ το σχέδιό μας για το πώς η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένας ελκυστικός, διεθνής, επενδυτικός προορισμός. Υπό την προϋπόθεση βέβαια, ότι έχει ένα φιλικό επενδυτικό περιβάλλον, ένα σταθερό φορολογικό σύστημα και κυρίως ένα ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο διευκολύνει και δεν δυσχεραίνει τις ξένες επενδύσεις».

Από την κυβέρνηση -που έχει εντάξει τα οράματά της στα …ΕΣΠΑ ως την αντιπολίτευση η Ελλάδα είναι ένας ελκυστικός προορισμός πάντα για ξένες επενδύσεις. Κι όταν ακούγεται πως θα μπορούσε νάχε το δικό της facebook ή τη δική της βιομηχανία, η ρεαλιστική πολιτική της Ψωροκώσταινας -της “νηφαλιότητας” και της “ψυχραιμίας”,-μιας χώρας χωρίς αυτοπεποίθηση, όραμα και σχέδια για το μέλλον- γυρίζει αλλού το βλέμμα. Τώρα πια το “δεν θα γίνουμε γκαρσόνια της Ευρώπης” μιας άλλης εποχής έγινε από καιρό: “Δεν είναι κι άσχημα νάμαστε γκαρσόνια της Ευρώπης”. 

ΒΛΑΣΗΣ ΚΑΝΙΑΡΗΣ- ΕΙΣ ΔΟΞΑΝ

Προφανώς σ΄αυτήν την ψυχολογική αποδοχή της “αυτοαποικιοποίησης” όπου οι λεονταρισμοί αποδεικνύουν την αυτοπεριφρόνηση, την έλλειψη εμπιστοσύνης όχι μόνο στους θεσμούς, αλλά και στον εαυτό μας δεν ανθούν όνειρα, σχέδια και πλάνα για το μέλλον, αλλά μόνο νέες αυταπάτες καθώς περιμένουμε τους “επενδυτές” σε μια χώρα που έχει πτωχεύσει πρώτα-πρώτα ιδεολογικά, ύστερα πολιτικά και μετά οικονομικά. Με την κρίση συμπεριφοράς εμφανή σε όλα τα επίπεδα από την πολιτική, την καθημερινή ζωή, την τέχνη ή την εμφανή απουσία διανόησης -για πρώτη φορά από τα προεπαναστατικά χρόνια μέσα σε συνθήκες πραγματικής κατοχής- όχι σαν κι αυτήν που επινοούν όσοι την χρειάζονται σήμερα για να το παίζουν ήρωες.

Αν ήταν η κρίση που έφερε τα μνημόνια, τότε το να βγούμε απλώς από τα μνημόνια δεν συνεπάγεται το τέλος της κρίσης. Αλλά η πολιτική ζωή στην Ελλάδα σε μια χώρα που δεν έχει μνήμη, ούτε επίγνωση της ιστορίας της, εξελίσσεται ως ένα σόου που δεν έχει σημασία τι λες, αλλά τι φοράς όταν το λες. Ειδικά αν το φοράς σε στρατώνες -μισή στολή, πάνω από μπλου τζιν, “ακομβίωτος” κι ασκεπής -χωρίς εθνόσημο, χάλι μαύρο για …Στρατοδικείο.

Οι πολιτικοί μοιάζουν με πλασιέ, τα νέα κινήματα μυρίζουν ναφθαλίνη, τα κόμματα είναι προϊόντα διαφήμισης, που συχνά έχουν τους ίδιους λογογράφους. Πάντα πια το “εθνικό” κι όχι το λαϊκό -λόγω απέχθειας στον “λαϊκισμό”- συμφέρον. Τουλάχιστο δυο υπουργοί εμφανίζονται με την εικόνα του Άρη Βελουχιώτη στο γραφείο τους, αλλά πούναι το άλογό τους; Χωράει στο σαλόνι τους ή μήπως είναι απλώς ντεκόρ, ένα σουβενίρ από την Αριστερά που Χάθηκε;

To γελοίο, το κιτς, το να νομίζεις ότι είσαι κάποιος άλλος από αυτόν που είσαι απλώνεται πάνω από τη χώρα. O πολιτικός αναχρονισμός, το να ζεις την Ιστορία σαν φαντασίωση, ο κομματικός ναρκισσισμός, όπου η Αριστερά, η Ιστορία, το Μέλλον -σου ανήκουν εξηγούν θαυμάσια το σουρεαλιστικό θέαμα που ζούμε. Είτε πρόκειται για υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ, είτε πρόκειται για πρώην υπουργούς του ΠΑΣΟΚ ή της Νέας Δημοκρατίας, που μιλάνε σα να μη ήταν ποτέ στην κυβέρνηση, η συμπεριφορά του «ανθρώπου που δεν ήταν εκεί» δείχνει τις ψυχολογικές διαταραχές αυτής της χώρας -όπου όλα τα κόμματα δεν στοχεύουν στο μέλλον, αλλά να διορθώσουν το παρελθόν τους.

Κάθαρση, ηθική, τάξη και νοικοκύρεμα. Τι θυμίζουν όλα αυτά; Προφανώς από την πολιτική ή την ηθική, την οικονομία ή την εθνική αξιοπρέπεια όλα κρίνονται σε επίπεδο ψυχολογίας -κι αυτή είναι μια χώρα χωρίς ψυχή, χωρίς σκέψη και ελπίδα, χωρίς εθνικά πλάνα- πέρα από το να μας σώσουν αυτοί που μας κατέστρεψαν- πάντα οι Ξένοι. Μια χώρα χωρίς διανόηση, χωρίς πλέον φοιτητικές διαμαρτυρίες, χωρίς κινήματα, χωρίς πολίτες, με πεθαμένα κόμματα που τα πιο “νέα” είναι χειρότερα από τα παλιά. Μια χώρα που αφού έζησε την σταύρωση, μέσα σε ένα μαζοχιστικό περιβάλλον, περιμένει την Ανάσταση, αλλά αυτή ούτε έρχεται πάντα μετά την Σταύρωση, ούτε την προϋποθέτει. Και προφανώς δεν εξαρτάται από τις αγορές.

«Είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι/  Είμαστε οι παραγεμισμένοι άνθρωποι / Που σκύβουμε μαζί/  Καύκαλα μ’ άχερα γεμάτα. Αλίμονο!»  έγραψε έναν αιώνα πριν ο T. S. Eliot -για μια άλλη Έρημη – πεθαμένη- Χώρα. “Ευνουχισμένοι διανοούμενοι, μικροί ανίκανοι και τυφλοί κυβερνήτες” συμπλήρωσε ο Γιώργος Σεφέρης.

Μέσα σ΄αυτό το σκηνικό ερειπίων και παραισθήσεων, τη γενικευμένη κατάθλιψη, η προσδοκία της Ανάστασης, όταν ολοκληρωθούν οι Επιτάφιοι, δεν περιέχεται σε κούφια λόγια. Σαν κι αυτά που ακούμε στα δελτία ειδήσεων- ολόιδια και κουραστικά με όσα ακούσαμε πέρυσι: έρχεται πάλι το Άγιο Φως, το περιμένουμε με τιμές …αρχηγού κράτους.

Το σωστό μήνυμα δεν περιέχεται ποτέ στον λόγο του Αρχιεπισκόπου και είναι πως μετά την Σταύρωση δεν ακολουθεί πάντα η Ανάσταση. Μπορεί να υπάρξει χωρίς αυτήν, αρκεί να δουλέψεις γι΄αυτήν, όσο εργάζονται όσοι πιστεύουν στα θαύματα. Πολύ περισσότερο που -αν πιστέψουμε το μήνυμα του πρωθυπουργού- όχι μόνο δουλέψαμε, αλλά κατά κάποιο τρόπο την Ανάσταση στην Ελλάδα …της την χρωστάει, όχι ο Θεός, αλλά οι Δανειστές που από εκβιαστές έγιναν …εταίροι.

Το μόνο βέβαιο στο κλίμα των ημερών, ως μάθημα Πολιτικής Οικονομίας που διδάσκεται στις εκκλησίες -από τα Αδώνεια ως το εβραϊκό Πάσχα ή την ελληνική Λαμπρή, είναι πως μετά τον χειμώνα πάντα έρχεται η Άνοιξη. Το πρόβλημα υπάρχει αν την Ανάσταση την περιμένεις από …προτεστάντες μπορεί να έρθει σε δόσεις – υπό την μορφή μνημονίου- ή να μην έρθει ποτέ. Σε κάθε περίπτωση αν δεν κλάψεις, δεν υπάρχει Ανάσταση. Αλλά χρειάζεται και κάτι άλλο πέρα από – εθνικό- κλάμα.