Ποια δημοσιογραφία;

Του Γ. Λακόπουλου

Προβεβλημένος δημοσιογράφος, με θητεία στη ραδιοτηλεόραση -με φιλοπασοκικές καταβολές, αλλά φαν της κυβέρνησης Μητσοτάκη πλέον-εμφανίσθηκε  προ καιρού σε ένα Κέντρο Αποκατάστασης στη Λάρισα.

Αφού διαπίστωσε και διατυμπάνισε τις αρετές της εν λόγω επιχείρησης ανακοίνωσε… «συνεργασία» μαζί του.  Με προοπτική να κάνει και «κάτι παραπάνω».

Εν μέσω κορωνοϊού στην εν λόγω επιχείρηση – στην οποία αποδίδονται σχέσεις με την οικογένεια Μητσοτάκη- ανατέθηκε από την κυβέρνηση να κατασκευάζει μάσκες.

Δεν ξέρουμε αν  και ο εν λόγω δημοσιογράφος διαδραμάτισε ρόλο σε αυτή την εξέλιξη. Προς επιβεβαίωση της διαπίστωσης ότι δεν υπάρχει «δουλειά» στην οποία να μην είναι ανακατεμένος και ένας δημοσιογράφος. Σαν «σύμβουλος», διαμεσολαβητής, ή βαποράκι.

Ας μείνουμε σε όσα κοινοποίησε ο ίδιος.  Τι είδους συνεργασία μπορεί να έχει ένας δημοσιογράφος με μια επιχείρηση; Σε ποιο είδος  δημοσιογραφίας ανήκει η προσφορά υπηρεσιών σε έναν επιχειρηματία; 

 Η μόνη σχέση του δημοσιογράφου με μία «επιτυχημένη» επιχείρηση είναι να  περιγράψει με ειλικρίνεια και ακρίβεια τη δουλειά της -αν αυτό ενδιαφέρει το κοινό ή αποβαίνει προς όφελος των πολιτών. Αλλά αυτό λέγεται ρεπορτάζ, όχι  «συνεργασία».

Κανείς από την ΕΣΗΕΑ δεν αναζήτησε πόσα άρθρα του Κώδικα  Δεοντολογίας παραβιάζονται, για να σπεύσει  προς προστασία του επαγγέλματος από αυτές τις «συνεργασίες» που το απαξιώνουν.

Υπάρχουν δημοσιογράφοι που παραβιάζουν σε καθημερινή βάση αυτόν τον κώδικα… νοικιάζοντας τον εαυτό τους σε επιχειρήσεις. Π.χ. το μεγαλύτερο μέρος των ραδιοφωνικών προγραμμάτων έτσι δουλεύει πλέον.

Εκεί που ένας ραδιοφωνικός παραγωγός μεταδίδει ειδήσεις, σχολιάζει την επικαιρότητα, ή συνομιλεί με πρωταγωνιστές της,  μας πετάει πόσο ωφέλιμο και αναγκαίο είναι να αγοράσουμε από συγκεκριμένες επιχειρήσεις προϊόντα και υπηρεσίες.

Από αυτοκίνητα, τραπεζικά προϊόντα και τηλέφωνα, μέχρι απορρυπαντικά, προγράμματα  αδυνατίσματος και ό,τι πουλιέται στην αγορά.

Προσοχή: δεν διακόπτει το πρόγραμμά του για να μεταδοθούν διαφημίσεις.  Διαφημίζει ο ίδιος  με τη φωνή του, με τον όνομά του -και με το όποιο «κύρος» του- το προϊόν.

Δεν είναι καν τυπική χορηγία στην εκπομπή. Και δεν λέει καν ότι είναι διαφήμιση, αλλά το πλασάρει σαν πληροφορία, έγκυρη και διασταυρωμένη. Σα να κάνει ρεπορτάζ.

Έτσι βγαίνουν πολλά ραδιοφωνικά προγράμματα. Με γκρίζο σπόνσορινγκ. Στην πραγματικότητα ο δημοσιογράφος χρησιμοποιεί την ιδιότητα και τις γνωριμίες του για να κλείσει μια συμφωνία με μια επιχείρηση, δίνει ένα ποσοστό στον ιδιοκτήτη του σταθμού και με τα υπόλοιπα πλασάρει ο ίδιος  τα προτερήματα προϊόντων σαν δημοσιογραφική ύλη.

Η ΕΣΗΕΑ οδήγησε κάποτε το πειθαρχικό έναν δημοσιογράφο που δάνεισε τη φωνή και την εικόνα του σε μια διαφήμιση. Αλλά δεν  εντόπισε τη παραβίαση τού Κώδικα Δεοντολογίας από όσους παραπλανούν ευθέως το κοινό, υποκρύπτοντας ότι προωθούν προϊόντα με αμοιβή.

Όπως φυσικά δεν βρήκε ποτέ πόσοι από τον κατάλογο των μελών της είναι ταυτόχρονα και …ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης. Ή μέτοχοι σε εταιρίες πάσης φύσεως. Συμπεριλαμβανομένων και αυτών που συστήνουν για να παίρνουν τον μισθό τους από τους εργοδότες τους, φανερούς  και κρυφούς.

Ποια αξιοπιστία  μπορεί να έχει αυτή η δημοσιογραφία;  Τι θα κάνει πχ ο χορηγούμενος δημοσιογράφος όταν κληθεί να ερευνήσει ή να σχολιάσει   υπόθεση εμπλοκής του χρηματοδότη του σε παράνομη δραστηριότητα;

Ο καθένας μπορεί να δηλώνει δημοσιογράφος και να κάνει ό,τι θέλει. Αλλά αν μιλάμε για δημοσιογραφία από δημοσιογράφους μέλη της ΕΣΗΕΑ, ως πότε θα κοροϊδεύουμε εαυτούς και αλλήλους;