Ποια παιδεία τελικά θέλουμε;

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ -ΜΠΕ / ΒΑΣΙΛΗΣ ΨΩΜΑΣ

Του Μελέτη Ρεντούμη

 

ΡΕΝΤΟΥΜΗΣ ΜΕΝΕΛΑΟΣΈνα ίσως από τα σημαντικότερα ζητήματα που απασχολούν μια κοινωνία για την δημιουργία ικανών και υπεύθυνων πολιτών είναι αυτό της παιδείας.

Πρόκειται για ένα θέμα που απασχολεί εδώ και πολύ καιρό την κυβέρνηση με μία επιτροπή που έχει συστήσει, όλο αυτό το διάστημα που τα φώτα της διασημότητας, έπεφταν πάνω στην διαπραγμάτευση και το κλείσιμο της αξιολόγησης του Μνημονίου.

Εκεί βέβαια που θα περίμενε κανείς, να βγει μπροστά μια κυβέρνηση, ακριβώς λόγω της αδυναμίας επηρεασμού των βασικών δημοσιονομικών μέτρων προς τους δανειστές και να προτείνει ρηξικέλευθες προτάσεις, που θα δημιουργήσουν συνθήκες πραγματικής επιμόρφωσης, ανάπτυξης της κριτικής σκέψης, προώθησης της αριστείας, επιβράβευσης των ικανών και σύνδεση της εκπαίδευσης με τις ανάγκες μίας σύγχρονης κοινωνίας, παρατηρούμε αμήχανα θα έλεγα μια στροφή στο παρελθόν.

Μετά λοιπόν το περιβόητο συμβόλαιο τιμής που επιθυμεί να ορίσει το υπουργείο έτσι ώστε οι γονείς να μην αποκαλούν τα παιδιά τους με χαϊδευτικά ονόματα όπως βασιλόπουλο ή πριγκηπόπουλο, ποινικοποιώντας επί της ουσίας την ελεύθερη δημόσια έκφραση, που παραπέμπει σε άλλες εποχές, μία άλλη φοβερή μεταρρύθμιση έρχεται να ταράξει τα νερά.

Πρόκειται για το κόστος των σπουδών που αφορά στην είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που είναι όντως ένα καίριο ζήτημα για τους μελλοντικούς επιστήμονες της χώρας μας.

Σε αυτό λοιπόν το θέμα η κυβέρνηση δημιουργεί ευθέως ταξικό ζήτημα, λέγοντας ότι το κράτος θα πρέπει να κοστολογήσει τις σπουδές δίνοντας την δυνατότητα στους νέους να σπουδάσουν δωρεάν στα ΑΕΙ, σε όσους κρίνονται αναγκαίοι για την μελλοντική κοινωνία.

Τέτοια πρόταση πραγματικά δεν είχε διατυπωθεί πότε στο παρελθόν, από καμία επιτροπή και κανέναν υπουργό εδώ και δεκαετίες.

Πώς ορίζεται άραγε ποιοι είναι οι χρήσιμοι και ποιοι οι παρείσακτοι σε μια μελλοντική κοινωνία; Με ποια κριτήρια κρίνονται από μια κυβέρνηση νέοι που δεν έχουν καν ενηλικιωθεί;

Ποια είναι τα εισοδηματικά και τα κοινωνικά κριτήρια βάσει των οποίων, όπως υπονοεί η πρόταση, θα πληρώνουν δίδακτρα οι φοιτητές καθ’όλη την διάρκεια των σπουδών τους για ν’αποκτήσουν ένα βασικό πτυχίο;

Πρόκειται για μια απαράδεκτη πρόταση, που αφενός καταργεί τον δημόσιο δωρεάν χαρακτήρα της παιδείας, αφετέρου δημιουργεί ταξικές αντιπαραθέσεις για το ποιος πρόκειται να σπουδάσει.

Μία άλλη πρόταση που έχει επίσης προκαλέσει αντιδράσεις είναι η μετεξέλιξη του Γυμνασίου σε τετρατάξιο με μείωση του Λυκείου σε δύο μόλις έτη, βάσει του οποίου θα δίδεται με εξετάσεις το εθνικό απολυτήριο.

Ειλικρινά είναι ακατανόητος ο λόγος αυτή της αλλαγής, καθώς ενδέχεται να δημιουργήσει τεράστια γνωστικά κενά, μεταξύ του Λυκείου και των Πανεπιστημίων τα οποία θα είναι δύσκολο να καλυφθούν.

Επιπρόσθετα, προτείνεται η κατάργηση των ΤΕΙ με ένταξη των δομών τους είτε στις επαγγελματικές σχολές Λυκείων που θα δημιουργηθούν είτε στα ίδια τα Πανεπιστήμια.

Αντί δηλαδή να ενισχυθεί η δομή των ΤΕΙ που ούτως ή άλλως έχουν γίνει ανώτατα και να επιχειρηθεί μια αναδιάρθρωση εκεί που πραγματικά χρειάζονται είτε γεωγραφικά είτε σε επίπεδο αντικειμένων, η κυβέρνηση τα καταργεί και τα μετατρέπει είτε σε Λύκειο ή σε μέρος ανώτατων πτυχίων που η ίδια επιχειρεί να υποβαθμίσει.

Εκτός όμως από τα παραπάνω μέτρα, που δικαιολογημένα έχουν γεννήσει αντιδράσεις, υπάρχει και ένα εντελώς νέο μέτρο στον ορίζοντα, που εισάγει την λεγόμενη κοινωνική εργασία.

Πρόκειται για ένα θεσμό που εισάγεται στο Λύκειο, θα είναι υποχρεωτικός για τους μαθητές και μάλιστα θα βαθμολογείται κανονικά από τους επιβλέποντες καθηγητές και θα προσμετράται στο εθνικό απολυτήριο.

Οι δράσεις που έχουν ανακοινωθεί, αφορούν βοήθεια σε ηλικιωμένους, ειδική αγωγή προσφύγων, αναδασώσεις κλπ.

Είναι απορίας άξιον, γιατί θα πρέπει να βαθμολογείται ένας έφηβος για το πώς συμμετέχει σε μία αναδάσωση, την στιγμή που μειώνονται οι σχολικές διδακτικές ώρες, περιορίζονται σημαντικά οι εξετάσεις και υποβαθμίζεται γενικότερα το απολυτήριο.

Τι θέλει ακριβώς να εξυπηρετήσει η κυβέρνηση με τα συγκεκριμένα μέτρα; Να δημιουργήσει μήπως μια μετριότατη παρεχόμενη εκπαίδευση με μέτρα αμφιλεγόμενα, περίεργα και χωρίς κανένα κοινωνικό αποτέλεσμα, όταν αγνοεί παντελώς τις ανάγκες της καινοτομίας, των νέων τεχνολογιών, της έρευνας και της σύνδεσης της εκπαίδευσης με τις πραγματικές ανάγκες των πολιτών;

Δυστυχώς, με τα μέτρα που αναλύσαμε, το συμπέρασμα είναι ότι πρόκειται για ένα σύνολο ιδεοληψιών, που στόχο έχουν να περιορίσουν την αντικειμενική αξιολόγηση των μαθητών σπουδαστών, να δημιουργήσουν ταξική συνείδηση περί των αναγκαίων φοιτητών, αντί να σφυρηλατηθεί η εθνική συνείδηση και να επιτρέψει παράλληλα την προλεταριοποίηση του εθελοντισμού, με εποπτεία και βαθμολόγηση αντί της ισχυροποίησης της γνώσης και της μαθησιακής διαδικασίας.

Αν εφαρμοστούν στο σύνολό τους τα συγκεκριμένα μέτρα, θα πρόκειται αναμφισβήτητα για μία συνολική οπισθοδρόμηση της ελληνικής κοινωνίας, σ’ εποχές που θα έπρεπε να έχουμε ξεχάσει προ καιρού.

 

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός.