Σταύρος Ψυχάρης: Θρύλος

Του Γ. Λακόπουλου

 Στα ΜΜΕ αναφέρθηκε ότι, μετά τη βίλα στο Πόρτο  Χέλι, πουλήθηκε και το σπίτι του Σταύρου Ψυχάρη στο Κολωνάκι. Και τα δυο τελούσαν υπό τραπεζική κατάσχεση για χρέη, όπως και άλλα περιουσιακά στοιχεία του.

Η απώλεια της μεζονέτας που έβλεπε στο πιάτο τον τρούλο του Αγίου Διονυσίου έχει τον αυτονόητο συμβολισμό της: επί τρεις   δεκαετίες από εκεί πέρασαν τα πιο μεγάλα ονόματα της πολιτικής, της δημοσιογραφίας και της οικονομίας. Δεν έλειπε ποτέ κάθε παραμονή εκλογών ο Πρωθυπουργός ή ο υποψήφιος Πρωθυπουργός του ΠΑΣΟΚ- και ποτέ της ΝΔ.

Η είδηση ότι τώρα ανήκει σε άλλον επισφραγίζει ότι έκλεισε ένας κύκλος μισού αιώνα για τον άνθρωπο που υπήρξε για πολλά χρόνια ο πιο ισχυρός «παίκτης» στα ελληνικά ΜΜΕ. Και κλείνει  άδοξα.

Η άνοδος

Ο Σταύρος Ψυχάρης προέρχεται από μια γενιά δημοσιογράφων που αναδείχθηκαν στη συναρπαστική για το επάγγελμα δεκαετία του ’60. Είχαν διαφορετικές συμπεριφορές επί χούντας, αλλά, στην πραγματικότητα μετά τη Μεταπολίτευση, διαμόρφωσαν τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης ελληνικής δημοσιογραφίας.

 Σταδιοδρόμησε- στις εφημερίδες της Δημοκρατικής παράταξης -σαν ένας από τους καλύτερους στο πολιτικό ρεπορτάζ, σε μια περίοδο που ήταν ιδιαίτερα απαιτητικό.

Το 1984 ο Χρ. Λαμπράκης τον όρισε διευθυντή στην εφημερίδα που είχαν διευθύνει ιερά τέρατα. Αποδείχθηκε ο καλύτερος μάνατζερ όλων των εποχών.

Το «Βήμα» επί των ημερών του έγινε η πληρέστερη εφημερίδα που κρεμάστηκε ποτέ στα περίπτερα, συνδυάζοντας την ποιότητα, την αποκαλυπτική δημοσιογραφία και τις υψηλές κυκλοφορίες.

 Εκ των πραγμάτων έγινε και η πιο παρεμβατική εφημερίδα στο δημόσιο βίο. Και κοινωνικό σύμβολο: για πολλά χρόνια ήταν «ιν» να κυκλοφορεί  κάποιος με την κυριακάτικη έκδοσή του υπό μάλης.

 “Οι δημοσιογράφοι είναι οι ιστορικοί του παρόντος” διακήρυξε ο Ψυχάρης και διαμόρφωσε ο ίδιος μια γενιά δημοσιογράφων -του τύπου: «ήταν όλοι τους  παιδιά του»- για την εφημερίδα που διαφήμιζε ως το απόλυτο  σύμβολο εγκυρότητας: «Για να είστε μέσα στα πράγματα μια εφημερίδα υπάρχει: Το Βήμα».

 Η επιτυχία

Απαιτητικός στη δουλειά, αλλά και ανθρώπινος ταυτόχρονα, ευρηματικός, πρωτοπόρος και ανήσυχος, κυριαρχικός, αλλά απλός στους τρόπους, έβγαινε συνέχεια μπροστά από τους ανταγωνιστές του -αν δούμε έτσι τον Σεραφείμ Φυντανίδη, τον Αλέκο Φιλιππόπουλο,  τον Δημήτρη Ρίζο, που κουμαντάριζαν τις μεγάλες εφημερίδες εκείνων των εποχών.

 «Πήγα τη δημοσιογραφία δέκα χρόνια μπροστά» έλεγε. Όντως σ’ αυτό οφείλονταν η επιτυχία του: ήξερε να προηγείται. Ίσως τον βοήθησαν και οι περιπέτειες της ανταγωνιστικής «Καθημερινής» εκείνα τα χρόνια.

Στον ελληνικό Τύπο δεν υπήρξε ποτέ επιτυχέστερος συνδυασμός από αυτόν που ανέδειξε το «Συγκρότημα»: ο Ψυχάρης διευθυντής το «Βήμα» και ο σπουδαιότερος των σπουδαίων Λέων Καραπαναγιώτης στα «Νέα». Όπως δεν υπήρξε τίποτε ευτυχέστερο και πιο τιμητικό για δημοσιογράφο να έχει δουλέψει και με τους δυο.

 Ο Ψυχάρης έγινε ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους στη χώρα. Δεν υπήρχε πολιτικός -και αργότερα και επιχειρηματίας- που  να μην επιδίωκε την εύνοιά του.

Αλλά δεν υπήρξε και πολιτικός με οποιοδήποτε αξίωμα που θα διανοούνταν να κάνει παρέμβαση στη δουλειά του. “Δεν διευθύνουμε μαζί την εφημερίδα” έλεγε- ένα εκδοτικό δόγμα των Λαμπράκηδων.

 Σε κάθε περίπτωση η δημοσιογραφία γνώριζε τα καλύτερά της με το Βήμα του Ψυχάρη.

 Τα λάθη

Και ύστερα ήλθαν οι μέλισσες: ο ίδιος άρχισε να πλουτίζει. Η πρώτη συνέπεια φάνηκε στην ποιότητα της εφημερίδας του, αλλά και στο είδος των ανθρώπων που χρησιμοποιούσε- ανοίγοντας και τις πόρτες του ΔΟΛ από τις οποίες δεν περνούσε εύκολα κάποιος παλιότερα.  

Ο πιο απαιτητικός διευθυντής στον καιρό του επέτρεψε -για μερικούς προέτρεψε- να ανθίσει δίπλα του η πιο αηδιαστική δημοσιογραφία . Συντάκτες του να βγάζουν λεφτά κάτω από το τραπέζι, ή να καταφεύγουν στις πιο απαράδεκτες δημοσιογραφικές πρακτικές. Με την ανοχή του. Και πάντως εν γνώσει του.

Η εξήγηση ήλθε πολύ αργότερα. Διακρίνοντας το τέλος του Λαμπράκη,   σχεδίαζε να πάρει τη θέση του. Ήταν το διπλό λάθος του.

 Πρώτα γιατί πίστευε ότι αν γίνει το αφεντικό του ΔΟΛ θα τον αποδέχονταν, όπως τον Λαμπράκη, η αστική Αθήνα και η Δημοκρατική Παράταξη. Και στη συνέχεια γιατί θεώρησε πως πέρασε στο ακαταδίωκτο: «Δέχομαι αιτήματα, δεν υποβάλω» έλεγε αυτάρεσκα.

 Όμως ήταν σαν ήρωας αρχαίας τραγωδίας που αγνοούσε ότι βρίσκεται μπλεγμένος στη μοίρα του και νόμιζα ότι θα νικήσει. Ο ορισμός της  τραγικής ειρωνείας.

Στην πραγματικότητα το σχέδιο να γίνει ιδιοκτήτης του ΔΟΛ δεν ήταν δικό του, αλλά του… Λαμπράκη.  Έψαχνε κάποιον να του δώσει τα λεφτά που θα άφηνε στους κληρονόμους του – για να μην τους αφήσει μετοχές του ΔΟΛ- χωρίς να πάρει τη θέση του όσο ζούσε.

Ο Ψυχάρης ήταν ο ιδανικός. «Μα δεν το βλέπει ο Σταύρος ότι τον χρησιμοποιεί και χωρίς την παρέμβασή του δεν θα του έδινε το δάνειο η τράπεζα;» έλεγε στους φίλους του ο σοφός Διαμαντής Πεπελάσης, που ήξερε καλά και τους δυο.

Η κρίση

Μπορεί να το έβλεπε και είχε τον τρόπο του να το χειριστεί, αν δεν του συνέβαινε ό,τι είχε συμβεί ήδη στον Ανδρέα Παπανδρέου: κλονίσθηκε η υγεία του και αυτό τον άλλαξε σαν άνθρωπο. Όπως συνέβη και με τον ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, δεν ήταν σε θέση πλέον να κουμαντάρει το  δημιούργημά του. Ίσως δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί την φορά των πραγμάτων: «Κρίση είναι, θα περάσει», έλεγε.

Δεν ξέρουμε ποια θα ήταν η συνέχεια για τον Ψυχάρη -και συνεπώς και για  το μιντιακό τοπίο, και ίσως για τη χώρα- χωρίς τα προβλήματα υγείας που   του περιόρισαν και τελικά του στέρησαν την ευχέρεια επικοινωνίας. 

Πριν καθάριζε ένα φορτηγό αντίπαλους στην καθισιά του και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα έχανε μάχες στις οποίες ήταν αήττητος. Μετά  αναγκάσθηκε να περιέλθει στο έλεος τρίτων, δια των οποίων επικοινωνούσε με τον «έξω κόσμο».   

Η ανασφάλεια ήλθε μαζί με την ιδιοκτησία τού ΔΟΛ και τον οδήγησε να εμπιστεύεται όσους τον οδήγησαν στο τέλος. Αφού προηγουμένως  τον είχαν οδηγήσει σε παιδαριώδη λάθη.  Όπως η σπουδή να «παραιτήσει» το 2007 τον Γ. Παπανδρέου πριν την ώρα του και η «εμπιστοσύνη» στον παλιό φίλο του Αντώνη Σαμαρά.  Ήταν τα σημάδια ότι έχανε την μεγάλη εικόνα και για τις δυο παρατάξεις. 

 Για όσους ξέρουν πρόσωπα και πράγματα ο Ψυχάρης ηττήθηκε από μέσα: πρώτα στο μαγαζί του. Τον πούλησαν στην πιο κρίσιμη στιγμή του οι ευεργετηθέντες: εναντιώθηκαν όταν αποφάσισε να αποδεσμευτεί από το ΔΟΛ  και τα βάρη του, βρίσκοντας αγοραστή στο πρόσωπο του Ιβάν Σαββίδη.

Είχε ήδη χάσει τον έλεγχο της πολιτικής γραμμής των εφημερίδων του τις οποίες άλωσε -με την ανοχή του- πρώτα ο Σαμαράς και μετά ο Μητσοτάκης. Και ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε «προνουτσιαμέντο». 

Οι ευνοούμενοι υπάλληλοι του οργάνωσαν εξέγερση, στις εφημερίδες του, όταν εμφανίσθηκε ο φίλος και κουμπάρος του Βασίλης Μουλόπουλος– από  τα πιο παραγωγικά στελέχη του ΔΟΛ τα προηγούμενα χρόνια- για να προλειάνει το έδαφος της μεταβίβασης. 

Ήταν το αδιανόητο: του… απαγόρευαν -μαζί με τη  ΝΔ- να πουλήσει την επιχείρηση του σε όποιον ήθελε.

Ο Μητσοτάκης από το βήμα της Βουλής… κατήγγειλε ότι η αλλαγή γραμμής του ΔΟΛ- δηλαδή η επιστροφή στην ιστορικά φυσιολογική γραμμή του- θα συνιστά «άλωση του Τύπου».   

Πρώην εξ απορρήτων του οργάνωναν συνελεύσεις εναντίον του και έμπιστοί του τον απαξίωναν από τις εφημερίδες  του.

 «Δεν τους ελέγχω» εξομολογήθηκε περίλυπος  στην παρέα της Αθηναϊκής Λέσχης, όταν έγραφαν ακραία σενάρια, κατά του Τσίπρα, τον οποίο θαύμαζε για ένα λόγο: δεν τσίμπησε το δόλωμα που του έριξε  η γάτα Ιμαλαΐων. Ο Ψυχάρης στην ισχύ του σεβόταν τους παίκτες- παρά τις συγκρούσεις τους.   

Λόγω της προσωπικής αδυναμίας του να πάρει την κατάσταση στα χέρια του, υποχώρησε και έτσι στις αρχές του 2017 μάζεψε τα πράγματά του από το γραφείο του. Προηγουμένως το οδήγησαν στη Βουλή για κατάθεση που έδειξε την αδυναμία του. Προβοκάτσια.

Ο θρίαμβος απέληξε σε τραγωδία. Τον κατάπιε το εγχείρημα του.

Αν είχε πουλήσει, δεν θα τον τραβολογούσαν οι τράπεζες, ούτε θα τον διέσυραν εκείνοι που γονάτιζαν μπροστά του και δεν θα τον λοιδορούσαν όσοι είχε εμπιστευτεί.

Η Νέμεση και η Εκδίκηση

Κάπως έτσι έφυγε από τη μιντιακή αγορά, τις επιχειρήσεις και τον δημόσιο βίο. «Άλλους έσωσεν, εαυτόν ου δύναται σώσαι». Με την υγεία του να επιδεινώνεται και μέρος της περιουσίας του να κατάσχεται για χρέη, βλέπει όσους έσκυβαν μπροστά του να ξεχνούν την ύπαρξή του.    

Οι τραπεζικές κατασχέσεις, από μια άποψη, αποτελούν Νέμεση για έναν αυτοδημιούργητο που δεν έμεινε στο θρόνο της ισχύς που κατέκτησε με το σπαθί του, αλλά παρασύρθηκε στην επίδειξη των συμβόλων του πλούτου του και γοήτρου.  

Είναι όμως και η θλιβερή ιστορία όσων τον δάγκωσαν όταν είχε την ανάγκη τους. Από τους αναδειχθέντες με τη μπαγκέτα του μόνο ένας έσπευσε να τον συνδράμει. 

Ο γιος του κομμουνιστή -που ζούσε την οικογένειά του με το μαγαζάκι του στο Νέο Κόσμο- έφτασε να επιδιώκουν την υποστήριξή του πρωθυπουργοί και μεγιστάνες του χρήματος.  Υπήρξε πρωταγωνιστής μιας θυελλώδους πορείας που  διαμορφώθηκε όχι μόνο στο περιθώριο, αλλά και στο επίκεντρο, των πολιτικών εξελίξεων- όταν δεν τις διαμόρφωνε ο ίδιος.

Στα 75 του σήμερα ο Σταύρος Ψυχάρης, περνάει τον περισσότερο χρόνο του απομονωμένος στο Πόρτο Ράφτη. Έχει, από χρόνια, έτοιμο ένα βιβλίο με ιστορικές εξομολογήσεις του Κωνσταντίνου Καραμανλή στον ίδιο. 

Είχε αρχίσει να αποτυπώνει σε βιβλίο τη διαδρομή του στα ΜΜΕ και η  ιδέα κάνει πολλούς να χάνουν τον ύπνο τους. Αυτή θα είναι η εκδίκηση του. Στην εφημερίδα του -και στο σπίτι του- γράφτηκαν σελίδες της   πολιτικής και των εκδόσεων μετά τη Μεταπολίτευση.  

Η αλλαγή ιδιοκτήτη στην οδό Αναγνωστοπούλου είναι η τελευταία πράξη: ο  Σταύρος Ψυχάρης έχασε την ισχύ, την περιουσία και ίσως την φήμη  του. Αλλά ένα δεν θα χάσει ποτέ: τον θρύλο του.