Στη Βουλή ο Τσίπρας παίζει το μέλλον του: Οι ενδοκυβερνητικές «τρύπες» και η νέα Κεντροαριστερά

Του Γ. Λακόπουλου

Πολύ συχνά στην πολιτική οι εξελίξεις απελευθερώνονται από τυχαία περιστατικά. Παίρνουν τη μια ή την άλλη κατεύθυνση,  ευνοούν τη μια ή την άλλη πολιτική δύναμη ανεξάρτητα από τους προγραμματισμούς των κομματικών επιτελείων.

Ένα λάθος του ενός μπορεί να αποβεί μοιραίο και η αξιοποίηση της ευκαιρίας από τον άλλον μπορεί να τον αναδείξει σε πρωταγωνιστή.  Το έχουμε δει να συμβαίνει πολλές  φορές στην διάρκεια της  Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση της τρέχουσας εβδομάδας προέκυψε από την προσπάθεια των επιτελών του Κυριάκου Μητσοτάκη να αλλάξουν τη συζήτηση  από τις ατυχείς δημόσιες εμφανίσεις του -και την αδυναμία του σηκώσει το γάντι για απευθείας τηλεοπτική συζήτηση με τον Πρωθυπουργό.

Κοινοβουλευτικά η πρόταση μομφής κατά Πολάκη δεν έχει βάση. Τον οδήγησαν σ’ αυτήν την  ανοησία, την οποία  άρπαξε ευφυώς Τσίπρας για να  φέρει τη ΝΔ σε απόσταση βολής.

Ο Πολάκης  δεν θα έπρεπε να μετέχει σε κυβέρνησης της Αριστερά -γιατί είναι ανάγωγος και προβληματικός πολιτικά. Καταστρέψει με τη δημόσια παρουσία του την κυβερνητική  εικόνα, ακόμη εκεί που έχει δίκιο -και έχει συχνά.  Αλλά ο Πολάκης δεν έβρισε, ούτε πρόσβαλε , ούτε μείωσε  τον Κυμπουρόπουλο. Απλώς δεν έχει δίκιο σε ό,τι του είπε για την πρόσληψή του. Γιατί είναι νόμιμη.

Αυτή την σπάνια περίπτωση ευπρεπούς πολιτικής κριτικής από τον Πολάκη τράβηξε από τα μαλλιά η ΝΔ για να κορυφώσει την εκμετάλλευση αναπηρίας του Κυμπουρόπουλου. Αν κάποιος τον προσβάλλει είναι η σπουδή του  Μητσοτάκη να περιφέρει έναν ανάπηρο υποψήφιό του σαν αξιοθέατο για ψηφοθηρία.

Τα υπόλοιπα θα τα δούμε στη Βουλή, όπου η ΝΔ είναι πλέον αναγκασμένη να ρίξει και άλλο το επίπεδο της αντιπαράθεσης και αντί για πολιτική να παρουσιάσει μια πιο ξινισμένη σαλάτα με Πολάκη,  Μαδούρο, Πετσίτη, Μάτι. Δεν έχει τίποτε άλλο να παρουσιάσει, κι αυτό που έχει το κρύβει.

Αλλά στην πραγματικότητα αυτή ειδικά η αναμέτρηση είναι κρίσιμη όχι για τον Μητσοτάκη- για τον οποίο μίλησε εκ μέρους των στελεχών της ΝΔ η Φωτεινή Πιπιλή, αλλά για τον Τσίπρα. Αυτός πρέπει να περάσει πάνω από ένα συγκεκριμένο πήχη, εν όψει των εκλογικών αναμετρήσεων ως τον Οκτώβριο.

Ο πρόεδρος  της ΝΔ αυτός που ήταν θα παραμείνει. Στη Βουλή θα απαγγείλει με το άχαρο ύφος του ό,τι αποφασίσει το κονκλάβιο των επικοινωνιολόγων του. Απέναντί του ο Τσίπρας θα κλέψει πάλι εκκλησία. Έτσι κι αλλιώς  «τον έχει» κατά την αργκό Πολάκη.

Επί της ουσίας, στη συγκυρία που διανύουμε, η μπάλα θα παιχτεί στο κυβερνητικό γήπεδο. Και το θέμα για τον πρωθυπουργό είναι τι θα κάνει με θέματα που κρίνουν  το πολιτικό μέλλον της παράταξής  του. Και αυτά είναι  ορατά:

Πρώτο, τι θα κάνει με τους δυο υπουργούς του που βρίσκονται στον μιντιακό και αντιπολιτευτικό κυκλώνα. Για τον Πολάκη η λύση είναι εύκολη: να πάρει τις αποστάσεις του από το ύφος και το λεξιλόγιο του. Και να αφήσει τον Μητσοτάκη σύξυλο: ήξερα τις απαντήσεις, αλλά μου άλλαξαν τις  ερωτήσεις .

Η κοινωνική συναναστροφή στην Κρήτη δεν μπορεί να επηρεάσει την πολιτική κρίση του Πρωθυπουργού. Λόγω νοοτροπίας και εκφοράς λόγου ο  Πολάκης δεν χωράει σε κυβέρνηση της  Αριστεράς. Και η Δημοκρατική Παράταξη δεν χρειάζεται  καινούργιο Γιαννόπουλο και καινούργιο Πάγκαλο.

Αν αυτό δεν καταστεί σαφές ο Τσίπρας φορτώνεται ένα βάρος που δεν μπορεί να δηλώσει. Αν μη τι άλλο, γιατί είναι σε πλήρη αντίθεση με το δικό του προσωπικό ύφος και την ευπρέπεια του λόγου του απέναντι στους αντίπαλους του.

Επίσης πρέπει να τελειώνει με το «πακέτο Μαρινάκη» : τα δυο θέματα που αναδείχθηκαν το ένα από τα ΜΜΕ του  μιντιάρχη και το άλλο από τον ίδιο προσωπικά.

Ο Πρωθυπουργός έχει τον τρόπο να βάλει τέλος στην Πετσιτιάδα- καθώς δεν υπάρχει ποινικό αδίκημα ή βλάβη του δημοσίου.  Για να βάλει τέλος και στη συναφή σπερμολογία που αναπαράγεται δολίως από μια αντιπολίτευση -που έχει ηττηθεί σε όλα τα πολιτικά μέτωπα.

Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να βάλει τέλος σε αυτά που ο υπουργός του ο Νίκος Παππάς χαρακτήρισε «ανακρίβειες» και «κουτσομπολιά»: ότι επισκέπτονταν στο γραφείο ή στο σπίτι του τον Βαγγέλη Μαρινάκη και τον παρότρυνε να  διευκολύνει οικονομικά τον Καλογρίτσα.

Αν όχι για άλλο λόγο, ασφαλώς γιατί ο «δεινώς κατηγορηθείς» -κατά την έκφραση που είχε χρησιμοποιήσει κάποτε ο Γιάννης Αλευράς, για υπουργό του ΠΑΣΟΚ-  στην καθυστερημένη απάντησή του, εμμέσως εμπλέκει και τον Πρωθυπουργό, μεταφέροντας το θέμα στη γενική κυβερνητική πολιτική για το τηλεοπτικό τοπίο.

Αυτή η εκκαθάριση από την πλευρά του Τσίπρα  -τον οποίο έτσι κι αλλιώς δεν αγγίζει τίποτε ηθικά επιλήψιμο-του είναι η απαραίτητη καλύτερη βάση   αντιστρέψει την εικόνα: να καλέσει το Κυριάκο Μητσοτάκη να απολογηθεί για την προνομιακή μεταχείριση του από δυο εκδοτικά συγκροτήματα.

Καθώς μόλις πρόσφατα ο πρόεδρος της ΝΔ μίλησε για «έλεγχο  ΜΜΕ από τον Τσίπρα» ο Πρωθυπουργός οφείλει να του ανταποδώσει στα ίσα:  Να του ζητήσει να κατονομάσει ακριβώς ποια ΜΜΕ  εννοεί και ταυτόχρονα να περιγράψει ποια ΜΜΕ ελέγχει ο Μητσοτάκης ή… τον ελέγχουν αυτά.  Ήτοι να  συνδέσει με την επίσημη ΝΔ με το μπούλινγκ που δέχεται προσωπικά από  ΜΜΕ που συνδέονται μαζί της.

Έτσι θα αναδείξει ότι οι σχέσεις του προέδρου της ΝΔ με τον Βαγγέλη Μαρινάκη, δεν είναι «τυπικές», όπως είπε πρόσφατα ο ίδιος. Ειδικά αν κριθεί από τις υποψηφιότητες στο Δήμο Πειραιά και την αρθρογραφία προσώπων που σχετίζονται διαχρονικά με την οικογένεια Μητσοτάκη.

Εφόσον ξεκαθαρίσει αυτά τα θέματα ο πρωθυπουργός μπορεί με άνεση να αναπτύξει τον σχεδιασμό του:  τις 20 δόσεις και άλλες μεταμνημονιακές παρεμβάσεις-, την επίλυση του Μακεδονικού που αναβαθμίζει την Ελλάδα, όπως λέει ακόμη και ο …Βέμπερ,  την αποκάλυψη της κρυφής  ατζέντας της σημερινής ΝΔ.

Στην κορύφωση αυτής της  τακτικής  βρίσκεται η η απομάκρυνση της  θολούρας που δημιουργεί κυρίως το δικό του κόμμα: την προοπτική της νέας Κεντροαριστεράς, επικεφαλής της οποίας  τον έχουν τοποθετήσει οι εξελίξεις.

Πρέπει να είναι σαφές πού το πάει ο ΣΥΡΙΖΑ για τη συσπείρωση των ευρύτερων δημοκρατικών δυνάμεων. Η Βουλή είναι το καλύτερο βήμα γι’ αυτή την αποσαφήνιση.

Αν ο Αλέξης Τσίπρας  φύγει από τη Βουλή χωρίς απαντήσεις σ’ αυτά τα ζητήματα, θα αφήνει το πεδίο ανοιχτό σε σπέκουλα από τους σκληρούς του κόμματός του και σε χτυπήματα κάτω από τη μέση από τους αντίπαλους του και τα μιντιακά συστήματα που τους στηρίζουν. Αυτό δεν το θέλει…

ΥΓ. Είναι πολύ σημαντικό για την κατανόηση των εννοιών να διευκρινιστεί ότι   Μαρινάκης  δεν είναι διαπλεκόμενος, με την  έννοια:  δια των ΜΜΕ που ελέγχει να επιδιώκει προμήθειες του Δημοσίου. Από εκεί και πέρα ο καθένας  μπορεί να κρίνει τις επιλογές του. Αλλά να  ξέρουμε γιατί μιλάμε.