Στις Βρυξέλλες άρχισαν ήδη να νοσταλγούν τον Τσίπρα – Μνήμες Γ. Παπανδρέου ξύπνησε ο Μητσοτάκης, που βρέθηκε παγιδευμένος στο παρελθόν του

Του Γ. Λακόπουλου

Αμηχανία, απορίες και μνήμες από το παρελθόν του εμφανίσθηκαν στην πολιτική ατμόσφαιρα των Βρυξελλών με την παρθενική παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στη Σύνοδο Κορυφής.

Ο νέος Πρωθυπουργός της Ελλάδας έκανε ένα είδος προεκλογικής κομματικής εμφάνισης περισσότερο, παρά εκπροσώπησε τη χώρα του. Και βρέθηκε εκτός κλίματος, αλλά και αντιμέτωπος με όσα έχει πει στο πρόσφατο παρελθόν.

Ενώ όλοι περίμεναν να πιάσει το νήμα από εκεί που το άφησε ο προκάτοχός του, η πρώτη κουβέντα του ήταν ότι «μετά από δέκα χρόνια κρίσης η Ελλάδα αλλάζει σελίδα». Δημοσιογράφοι, αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων και πολιτικοί παρατηρητές δυσκολεύθηκαν να αντιληφθούν σε τι ακριβώς αναφέρθηκε.

Η μόνη “αλλαγή σελίδας” που γνωρίζουν για την Ελλάδα είναι η έξοδος από το Μνημόνιο, που έγινε όμως τον Αύγουστο του 2018 με κυβέρνηση Τσίπρα και χαιρετίστηκε από όλους.

Στο κοινοτικό κέντρο θεωρείται  υπερβολικό, αν όχι αδιανόητο, να προτάσσεται ως «αλλαγή σελίδας» σε μια χώρα η μεταφορά της σκυτάλης από μια κυβέρνηση σε άλλη. Ο λόγος είναι ότι τα κοινοτικά όργανα δεν συνομιλούν με κυβερνήσεις, αλλά με χώρες.

Παρακάμπτοντας αυτό το κλίμα ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε σαν να απευθυνόταν σε εσωκομματικό ακροατήριο: “Πήραμε εντολή για να εφαρμόσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, να δημιουργήσουμε δουλειές, να μειώσουμε τη γραφειοκρατία, να προσελκύσουμε επενδύσεις και να κάνουμε την ζωή του μέσου Έλληνα καλύτερη…. Οι Έλληνες, ειδικά οι νέοι δικαιούνται ευκαιρίες και όχι ελλείμματα”.

Κανένα από αυτά τα θέματα δεν ήταν αντικείμενο της συνόδου και βεβαίως δεν αφορούσαν τους ομολόγους του -ειδικά όσους εκπροσωπούν σοσιαλιστικές κυβερνήσεις. Όσα είπε άρμοζαν σε συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και δεν έχουν ακουστεί άλλοτε στην έδρα του Συμβουλίου -που είναι κορυφαίο κοινοτικό όργανο και όχι κόμμα.

Κανείς δεν μιλάει έτσι στους υπολοίπους ηγέτες όταν τους συναντάει για πρώτη φορά. Οι αναφορές του σε… “πραγματικές μεταρρυθμίσεις” δεν ήταν δυνατόν να γίνουν κατανοητές, καθώς το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας εκτελέσθηκε κανονικά από την προηγουμένη κυβέρνηση, όπως είχε συμφωνηθεί -και είναι εύλογο να περιμένουν τη συνέχεια του, χωρίς βαρύγδουπες αναγγελίες.

Πολλοί είδαν τη στάση Μητσοτάκη ως αναφορά στο εσωτερικό ακροατήριο της Ελλάδας και σαν έμμεση προσπάθεια να επικρίνει στο εξωτερικό τον προκάτοχό του. Και θυμήθηκαν αντίστοιχες εμφανίσεις του  Γ. Παπανδρέου:

Το 2009 περίμεναν να τους εκθέσει τα σχέδιά του για την δημοσιονομική κρίση που βρήκε και αυτός τους έλεγε ότι «παρέλαβε διεφθαρμένη χώρα», ότι φταίνε οι προηγούμενοι και ότι… προτίθεται να τηρήσει τις προεκλογικές δεσμεύσεις του.

Αυτό ήταν το μόνο νέο στοιχείο που προσκόμισε ο Πρωθυπουργός στο κορυφαίο επίπεδο ελληνο-κοινοτικής συνεργασίας, που λειτουργεί παραγωγικά τα τελευταία χρόνια. Κατά τα λοιπά κατέθεσε τις ίδιες θέσεις που κατέθετε διαρκώς και ο Αλέξης Τσίπρας για το μεταναστευτικό, παρότι ο Μητσοτάκης είχε εμφανώς ηπιότερη θέση για την Τουρκία και εμφανή δυσκολία να ζητήσει την καταδίκη της.

Προσπάθησε πάντως να συντονιστεί με τον προκάτοχό του στην πρόβλεψη της Συμφωνίας των Πρεσπών για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων  με τη Βόρεια Μακεδονία. Απλώς  είχε ξεχάσει το όνομα της χώρας και αναφέρθηκε σε «βορείους γείτονες» της Ελλάδας. Για να το θυμηθει στη συνέντευξη Τύπου οπου εκστόμισε τελικα < Βόρεια Μακεδονία>.

Από ό,τι λέγεται πάντως φάνηκε να μην αντιλαμβάνεται ή να μην έχει προετοιμασθεί για ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση, όχι μόνο της κυβέρνησης Ζάεφ, αλλά και ολόκληρης της περιοχής, από την άρνηση των Γάλλων να πάρει η γειτονική χώρα ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσων, για λόγους περίεργων ανοιγμάτων του Μακρόν, τον οποίο ο απέφυγε να επικρίνει.

Ο Κυρ. Μητσοτάκης πάντως σ’ αυτό το θέμα βρέθηκε αντιμέτωπος με όσα έλεγε ο ίδιος ως τον περασμένο Ιούλιο για «κακή συμφωνία» και την υπόσχεση να …“δυσκολέψει την είσοδο” των «Σκοπίων» στην Ένωση.

Τώρα όμως υποχρεώθηκε να την υποστηρίξει, όπως την υποστήριξε, για να αμβλύνει τις δυσάρεστες εντυπώσεις που είχε δημιουργήσει όταν μιλούσε για «παζάρια» των Ευρωπαίων και «εύνοιά»τους προς την κυβέρνηση Τσίπρα.

Κανείς στην Ευρώπη δεν τα ξεχνάει και κυρίως ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ που δεν παρέλειψε να αποδοκιμάσει δημοσίως τη ΝΔ για τις «αστειότητες» της περί συναλλαγής.

Από ορισμένους  η εμφάνιση Μητσοτάκη στις Βρυξέλλες με την ιδιότητα του Πρωθυπουργού  χαρακτηρίσθηκε αδέξια λόγω απειρίας και ενδεχομένως κακής ενημέρωσης για τη λειτουργία των οργάνων της.

Σε άλλους όμως έδειξε να απειλεί  την λειτουργική ομαλότητα που χαρακτήριζε τα τελευταία χρόνια την ελληνική παρουσία με πρωθυπουργό τον Αλέξη Τσίπρα στις διεργασίες των συνόδων  Κορυφής.

Κάποιοι επίσης παραξενεύθηκαν -ή και ενοχλήθηκαν -από την έπαρση και την προσπάθεια επικοινωνιακής εκμετάλλευσης που διέκρινε την εμφάνιση του- σε μια τυπική κοινοτική διαδικασία. Όπως και η διάθεση εξαγωγής επιθέσεων στην αξιωματική αντιπολίτευση, την οποία αποκαλεί «λαϊκισμό» τον οποίο «νίκησε».

Πάντως όλοι πρόσεξαν ότι με άλλον αέρα μπήκε στη σύνοδο και με άλλον έφυγε καθώς κάποιες θέσεις του λειτούργησαν ως μπούμερανγκ για τον ίδιο. Ειδικά η διάθεση διαφοροποίησης από την προηγούμενη κυβέρνηση. Π.χ. ενώ είπε ότι έχει  διαφορετική πολιτική από την κυβέρνηση Τσίπρα, δεν εξήγησε σε τι αλλάζει. Δεν μπόρεσε όμως να κρύψει ότι απέτυχε να πείσει: ‘Υπάρχει μεγαλύτερη κατανόηση για την Ελλάδα από τους Ευρωπαίους για το θέμα αλλά δεν υπάρχει όση στήριξη θα ήθελα”.

Το φάντασμα του Τσίπρα

Όσοι γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα λένε ότι στο κοινοτικό κέντρο περισσεύουν πάντα τα θετικά σχόλια για τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα από τους μέχρι πρότινος συνομιλητές του. Το φάντασμα του Τσίπρα έδειχνε να δυσκολεύει τον διάδοχό του.

Ακόμη και η δύσκολη περίοδος του πρώτου εξάμηνου του 2015, θεωρείται από όλους σχεδόν ως φυσιολογική ένταση με έναν Πρωθυπουργό που έχει την πολιτική του για τη χώρα του, όπως δικαιούται.

Συμβαίνει άλλωστε συχνά -και σε ό,τι αφορά την Ελλάδα παρέπεμπε στις αντίστοιχες εντάσεις με τον  Ανδρέα Παπανδρέου την εποχή που κυριαρχούσε στο Συμβούλιο η Μάργκαρετ Θάτσερ. Ο τότε Πρωθυπουργός έφτανε μέχρι απειλών για αποχώρηση στα πλαίσια της διαπραγματευτικής τακτικής του. Ό,τι ακριβώς έκανε ο Τσίπρας το 2015 και κάνουν και άλλες χώρες.

Σε επίπεδο ηγετών η -κακοοργανωμένη από ελληνικής πλευράς- διαπραγμάτευση την άνοιξη του 2015 αναγνωρίζεται -με πρώτον τον Βόλφρανγκ Σόιμπλε σε συνέντευξη του στο «Σκάι” -ως δικαίωμα του Έλληνα Πρωθυπουργού να τιμήσει την εντολή με την οποία εξελέγη, παρότι διαφωνούσαν μαζί του.

Μετά τον Σεπτέμβριο του 2015 η συνεργασία του Τσίπρα με τις κυβερνήσεις και τα κοινοτικά όργανα υπήρξε γόνιμη και αναγνωρίσθηκε από όλους το αποτέλεσμα της πολιτικής του. Όπως και η αναβάθμιση της χώρας που παρέλαβε χρεοκοπημένη και αναξιόπιστη.

Μόνο στην Ελλάδα καλλιεργήθηκε η αντίθετη εντύπωση, πριμοδοτούμενη κατά καιρούς από παρεμβάσεις γραφειοκρατών σαν τον Βίζερ και ακραίων πολιτικών σαν τον Βέμπερ. Για τους υπολοίπους ήταν μια κατάσταση που συνιστά τρόπο συνύπαρξης στην Ένωση.

Το νέο ύφος που φαίνεται να κομίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης -υπενθυμίζοντας τις εποχές Γ. Παπανδρέου, αλλά και Σαμαρά σε κάποια θέματα- έχει βάλει πολλούς σε αναμονή για τη συνέχεια. Και δεν κρύβουν τη νοσταλγία τους για την εποχή των «καθαρών θέσεων και καθαρών σχέσεων» με τον Τσίπρα.

Εν τω μεταξύ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης -που βρέθηκε παράλληλα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη στις Βρυξέλλες- κάθε άλλο ως πρόσωπο του παρελθόντος αντιμετωπίζεται.

Η απόδειξη προέκυψε από την θερμή συνάντηση του με τον Γιούνκερ και την υποδοχή επιφύλαξαν στον Αλέξη Τσίπρα και οι επικεφαλής των πολιτικών ομάδων της Ευρώπη με τους οποίους συναντήθηκε: Ευρωσοσιαλιστές, Πράσινοι και Ευρωπαϊκή Αριστερά. Και οι τρεις διεκδικούν τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ στις γραμμές τους.

Προς το παρόν ο Τσίπρας δεν αποκαλύπτει τις προθέσεις του, παρότι είναι φανερή η στενή σχέση του με τους σοσιαλιστές πολιτικούς ηγέτες της Ένωσης, με τους οποίους βρίσκεται σε επαφή για την ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών.