Συνέντευξη Τσίπρα : «Άλλαξα μέτρα και σταθμά, καημό δεν άλλαξα»

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ- ΜΠΕ / ΣΥΜΕΛΑ ΠΑΝΤΖΑΡΤΖΗ

Toυ Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣΈνας πρωθυπουργός έχει δικαίωμα να υιοθετήσει νέα πολιτική, ειδικά αν η προηγούμενη τον οδήγησε σε αδιέξοδο.  Αλλά  όταν ισχυρίζεται ότι δεν άλλαξε πολιτική ενώ άλλαξε, κάτι προσπαθεί να κρύψει.  Όσα λέει και κάνει σήμερα ο Αλέξης  Τσίπρας  είναι μέρα με τη νύχτα  με όσα έλεγε και υπόσχονταν πέρυσι τέτοια εποχή.  Είναι το άσπρο που έγινε μαύρο.

Παρ’ όλα αυτά, επικαλείται τη συνέπειά του. Αρνείται να δεχθεί ότι η πολιτική που ασκεί σήμερα δεν έχει καμία απολύτως σχέση με όσα έλεγε προκειμένου να πάρει την κυβέρνηση. Ακόμη και η καταστροφική διαπραγμάτευση που έκανε το καλοκαίρι βαφτίζεται  επιτυχία. ‘Μετά τη σκληρή διαπραγμάτευση που κάναμε, επειδή φτάσαμε στο γκρεμό, υποχρεωθήκαμε να συμβιβαστούμε’ είπε ξανά στην  ΕΡΤ υπονοώντας ότι πρόκειται για προσωρινή κατάσταση. Άλλωστε έχει ήδη υποσχεθεί να ‘ξανασυγκρουστεί’ με αυτούς που πήγε να συγκρουστεί  χωρίς λόγο.

Έχουμε, λοιπόν, ένα πολιτικό που έκανε στροφή 180 μοιρών στην πράξη  αλλά στα λόγια επιμένει ότι βρίσκεται στη αρχική πορεία του. Αυτό και μόνο είναι αρκετό για τον τίτλο του  ‘λαϊκιστή’ που του απένειμε το BBC κατατάσσοντας τον δίπλα στη Λεπέν, τον Φάρατζ και τον Τραμπ.  Είναι ένας τίτλος που κανένα πολιτικός δεν θα ήθελε να τον συνοδεύει. Δεν ξέρουμε πως το πήρε ο  ίδιος ο Πρωθυπουργός. Δεν θα έκανε εντύπωση όμως αν συμπεριελάμβανε και το βρετανικό δίκτυο σε όσους  ενοχλούνται με την παρουσία του στην εξουσία.

Αυτή η απόκλιση ανάμεσα στα λόγια και την πράξη, ανάμεσα στις αριστερές διακηρύξεις και τις πρακτικές του Μνημονίου,  ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα δεν είναι αθώα. Ο Πρωθυπουργός αρνείται να παραδεχτεί τη μετατόπισή του επειδή  θέλει να  έχει  ανοιχτή  την πόρτα της αναδίπλωσης στις θέσεις που τον έφεραν σε αδιέξοδο στην περασμένη περίοδο. Θέλει να έχει την επιλογή να  απευθυνθεί σε ακροατήρια στο εσωτερικό με τον τρόπο που απευθύνονταν πριν τις εκλογές, αλλά και αφού τις πήρε, για να δικαιολογήσει την αποτυχία του.

Το κακό γι’ αυτόν είναι ότι δεν έχει να κάνει με Κουτόφραγκους. Οι εταίροι αντιλαμβάνονται ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός δεν είναι ειλικρινής στις συμφωνίες που κάνει και τις διαβεβαιώσεις που δίνει. Μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιστρέψει στον καταγγελτικό λόγο και τις κόκκινες γραμμές για να ικανοποιήσει την κομματική βάση του και να δικαιολογήσει το αδιέξοδο.

Με άλλα λόγια διακρίνουν ότι θέλει να υποβάλει στο ακροατήριο του ότι η αλλαγή του είναι επιφανειακή. Στο βάθος έχει πάντα την ίδια επιδίωξη αλλά από άλλο δρόμο. Χωρίς να λέει ποια ακριβώς είναι η επιδίωξη. Αυτό είπε στη συνέντευξη στην ΕΡΤ: θα ‘πάρουμε την κορυφή του βουνού’  αλλιώς. Προς το παρόν βέβαια κάθε άλλο παρά προς την κορυφή πάει η χώρα. Εκτός αν το ‘πάρουμε’ δεν αφορά τη χώρα.

Κάπως έτσι πάντως βαθαίνει το πρόβλημα εμπιστοσύνης που έχει δημιουργήσει  για τον εαυτό του, για την κυβέρνησή του, αλλά και για τη χώρα ταυτοχρόνως.  Όσο εφαρμόζει  με το δικό του ρυθμό το Μνημόνιο, αλλά ταυτόχρονα διακηρύσσει ότι δεν το πιστεύει -και πάντως  μπορεί να σταματήσει να το εφαρμόζει και να το γυρίσει τη  ‘σκληρή διαπραγμάτευση’-  δημιουργεί χάσμα με τους συνομιλητές τους. Που με τη σειρά τους του  ζητούν περισσότερα από όσα περιμένουν να κάνει.

Αυτή η διάσταση ανάμεσα στο Μνημόνιο που υπέγραψε η κυβέρνηση και στη ρητορική -που δεν λαμβάνει υπόψη της ότι το υπέγραψε- οδηγεί σε νέα αδιέξοδα. Δεν είναι ο πρώτος διδάξας. Λίγο ως πολύ και ο Παπανδρέου και ο Σαμαράς το ίδιο έκαναν. Αναλάμβαναν υποχρεώσεις που δεν υλοποιούσαν. Στην περίπτωση του δεύτερου μάλιστα είδαμε και την ιλαροτραγωδία των συναντήσεων με την τρόικα σε.. ουδέτερο έδαφος για να φαίνεται ότι την έδιωξε.

Ο Τσίπρας σ’ αυτό είναι πιο εύστροφος και αρκείται στη μετονομασία της σε  ‘θεσμούς’.  Αλλά στην ουσία τον ξεπερνάει.  Προχωράει αναγκαστικά το δημοσιονομικό σκέλος των δεσμεύσεων ΄-επειδή δεν μπορεί να κάνει αλλιώς  – βάζοντας  φόρους  στους ‘πλούσιους’. Καθυστερεί το σκέλος των μεταρρυθμίσεων που θα δημιουργούσε προϋποθέσεις δημοσιονομικής ανάκαμψης για την ανάπτυξη.

Αυτή είναι η συνταγή της αναποτελεσματικότητας. Εξηγεί γιατί  έξι χρόνια τώρα η Ελλάδα αδυνατεί να ξεκολλήσει από τα προβλήματα που  την έφεραν σε χρεοκοπία, εν αντιθέσει με τις άλλες χώρες που μπήκαν σε Μνημόνια, τα  εφάρμοσαν σε δυο χρόνια και ξαναβγήκαν τις  αγορές με βελτιωμένα οικονομικά δεδομένα.

Στην Ελλάδα συνεχίζεται από την τρίτη κατά σειρά κυβέρνηση η κωλυσιεργία για εσωτερικούς κομματικούς λόγος και μόνο. Οι προηγούμενοι το πλήρωσαν κι έφυγαν. Για τον Τσίπρα είναι χειρότερα: δεν έχει περιθώριο να περάσει σε άλλον τη χειροβομβίδα και θα σκάσει στα χέρια του.