ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΠΑΣΟΚ. Ώρα ευθύνης!

Του Ανδρέα Λοβέρδου.

Η χώρα ζει κρίσιμες στιγμές. Με τη «διαπραγμάτευση» να βρίσκεται σε τέλμα και τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου να εξαντλούνται ταχύτατα (για την ιδιωτική οικονομία δεν κάνουμε κάποιο σχόλιο, βρίσκεται προ πολλού στο «μη παρέκει»), το αδιέξοδο είναι εμφανές.

Τα είχαμε πει αυτά, ήδη πριν τις εκλογές. Τότε όμως, με έναν λαό δικαιολογημένα κουρασμένο και ταλαιπωρημένο από τα διαδοχικά χρόνια θυσιών, οι ψεύτικες υποσχέσεις για έναν «αυτόματο» παράδεισο, ήταν ακατανίκητες.

Τώρα, εμβρόντητοι από τους καθημερινούς ακροβατισμούς, από τα λάθη, τις προχειρότητες και την εμφανή προσήλωση και προτίμηση στην επικοινωνιακή, εσωτερικού τύπου, διαχείριση που επιδίδεται η Κυβέρνηση, ο λόγος μας γίνεται και πάλι επίκαιρος. Αν μη τι άλλο, διαθέτουμε πιστοποιημένα εχέγγυα αξιοπιστίας!
Με το νου και την προσοχή μας λοιπόν στη χώρα και τις ανάγκες της, δεν λησμονούμε τα θεμελιώδη της πολιτικής. Σε κάθε πολιτική συγκυρία ο βασικός φορέας αλλά και κύριος «χώρος» πρωταρχικής παραγωγής πολιτικής, είναι τα πολιτικά κόμματα. Αυτά, ως κύτταρο της δημοκρατικής διαδικασίας, καθορίζουν την ίδια την ποιότητά της.

Με τις διαδικασίες τους, τον τρόπο διάρθρωσής τους, το βαθμό συγχρονισμού τους με τα κοινωνικά αιτούμενα, τα δυνατά τους σημεία ή τις αδυναμίες τους, προάγουν τη δημοκρατία ή την οδηγούν σταδιακά σε συνθήκες αποτελμάτωσης.
Στο ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΑΞΗ έχουμε αφομοιώσει τις ανάγκες των καιρών και έχουμε πάρει τις αποφάσεις μας. Η ανάγκη ανασυγκρότησης του πολιτικού μας χώρου και επανακαθορισμού του πλαισίου του, ο δρόμος προς τη μετεξέλιξη του ίδιου του κόμματος προκειμένου να εκφράσει ξανά την κοινωνική δυναμική, ήταν προφανής από καιρό. Ήδη πριν τα κατακλυσμικά χρόνια της κρίσης, οι φωνές σχετικά με το πεπερασμένο διαδικασιών και δομών πύκνωναν.

Το κόμμα που κυριάρχησε στη μεταπολίτευση, που έγινε το όχημα και η φωνή της μέχρι τότε «παραμελημένης Ελλάδας», είχε ήδη εμφανίσει συμπτώματα, ως ένα βαθμό «λογικής», κόπωσης και φθοράς.

Δεν αναφέρομαι καθόλου εδώ στα απαράδεκτα από κάθε πλευρά φαινόμενα διαφθοράς, κατακριτέα με απόλυτο τρόπο, αλλά δυστυχώς σύμφυτα ιστορικά με όλες τις μορφές εξουσίας. Αυτά κόστισαν και καταλογίζονται προσωπικά.

Λογικές συλλογικής ευθύνης δεν προσιδιάζουν στη δημοκρατία, ούτε τη δικαιοσύνη και αποτελούν ιστορική αδικία, απέναντι σε μια Παράταξη και ένα σύνολο λαού που προσέφεραν στον τόπο.

Για τα επιτεύγματα λοιπόν της περιόδου, θα ανατρέξουμε σε μεταγενέστερο χρόνο, εντρυφώντας στην καταγεγραμμένη Ιστορία.

Η πιο μακρά περίοδος ευημερίας και δημοκρατικής ομαλότητας στη σύγχρονη ιστορία, πρέπει να βαρύνει θετικά στο «ιστορικό ισοζύγιο», εφόσον αντληθούν τα αναγκαία συμπεράσματα για λάθη και παραλείψεις.

Η κόπωση που υπογραμμίζω, σχετιζόταν κυρίως με θέματα ξεπερασμένων δομών, «λοξοδρομημένης» νοοτροπίας αλλά και απώλειας πρωτογενούς όρεξης και διάθεσης παρέμβασης στα κοινά, με την έννοια της ανατροπής, της σύγκρουσης με τα κακώς κείμενα, της εισαγωγής καινοτόμων πρακτικών παντού.

Έτσι, το κραταιό κόμμα με τις ζωντανές οργανώσεις παντού, με τις συνεχείς συζητήσεις αιχμής, κατέληξε κόμμα γραφειοκρατών, ταυτισμένο με το κράτος. Με οργανώσεις ισχνές, μια και εξέλιπε η αίσθηση της ουσιαστικής συνεισφοράς στη χάραξη πολιτικής, με απώλεια επαφής με τα πιο δυναμικά στρώματα και ιδίως τη νεολαία.
Ακολούθησαν τα δραματικά γεγονότα του 2009 και η πορεία έκτοτε. Η Παράταξή μας, συνεπής στην ιστορία και τη διαχρονική φυσιογνωμία της που ανέκαθεν ταυτίστηκε με την ανάληψη ευθυνών, σήκωσε δυσανάλογο βάρος. Πήρε τις δύσκολες αποφάσεις, συγκρούστηκε διαδοχικά με κάθε εκδοχή λαϊκιστικής δήθεν αντιπρότασης και προχωρούσε λαβωμένη.

Πέραν της ουσίας της πολιτικής αντιπαράθεσης (αυτά συζητάμε αλλά και αποδεικνύονται κάθε μέρα), η αποκλειστική μας ενασχόληση με τις πιεστικές ανάγκες της χώρας, σε καθημερινό επίπεδο, δεν μας επέτρεψαν να στρέψουμε το βλέμμα, με εντατικό όσο και «επουλωτικό» τρόπο στο εσωτερικό μας.

Έχοντας ολοκληρώσει ένα μεγάλο κύκλο που είναι πλέον στην κρίση της Ιστορίας, η ελληνική κοινωνία μας έδωσε μια σαφή εντολή στις τελευταίες αναμετρήσεις. Αρχικά στις ευρωεκλογές, έδειξε ακόμα εμπιστοσύνη στη ρυθμιστική μας αναγκαιότητα αλλά και επάρκεια, δείχνοντας πως επιθυμεί τη στιβαρή παρουσία μας και κατόπιν στις εκλογές, μεσολαβείσης και μιας αχρείαστης διάσπασης, μας έδωσε την τελευταία ευκαιρία για μετάβαση στη νέα εποχή.

Η εντολή αυτή, ήταν πια μια σαφής εντολή αντιπολίτευσης και μια εντολή ριζικής ανανέωσης και μετεξέλιξης.

Η βαθιά αυτή συζήτηση και διαδικασία αποτελεί πλέον και εθνική ανάγκη για όλο το φάσμα της αντιπολίτευσης, εφόσον το κόμμα που Κυβερνά με τον ανεύθυνο αυτό τρόπο, πρέπει να έχει απέναντί του συγκροτημένες δυνάμεις, με θέσεις αιχμής και εμφανή ευρωστία.

Η διαδικασία που ακολουθούμε προχωρά με ομόφωνο τρόπο και βασίζεται στις γενναίες παραδοχές και αποφάσεις του Προέδρου μας, ενός πολιτικού που στήριξε τη χώρα σε στιγμές απαράμιλλης δυσκολίας, έθεσε τη σφραγίδα του σε κρίσιμες εξελίξεις και θα κριθεί οριστικά με την ασφαλή απόσταση του ιστορικού χρόνου.

Σταθμοί στη βαθιά και επίπονη αυτή διαδικασία «τοκετού» που περνάμε είναι το επερχόμενο Συνέδριο μας, όσο και η εκλογή νέου Προέδρου (και όχι Αρχηγού). Μέσα από αυτά θα καταδείξουμε τη δυνατότητά μας να λειτουργούμε συλλογικά και δημοκρατικά, την ικανότητά μας να αναδεικνύουμε θέματα και να κινητοποιούμε δυνάμεις.

Στην πορεία αυτή, έχουμε καταθέσει ακριβείς προτάσεις, που θα εξειδικευθούν περαιτέρω. Στις γνωστές παθογένειες, προτείνουμε ριζικά αντίδοτα.

Το ΠΑΣΟΚ αποδίδεται και πάλι στα μέλη του. Τα Όργανά του έχουν σαφή δομή, με αιρετά μέλη που έχουν ταυτόχρονα εγγυημένα δικαιώματα και υποχρέωση λογοδοσίας. Και βέβαια, η Ηγεσία μας αποκτά συλλογικά χαρακτηριστικά, με τη συμπερίληψη σε αυτήν και της νεολαίας μας, αλλά και τη θεσμική ενίσχυση Οργάνων όπως ο Γραμματέας, που προτείνουμε να εκλέγεται πια από το Συνέδριο.

Στις διαφορετικές προσεγγίσεις για την προοπτική μας, η θέση μας είναι σαφής. Το ΠΑΣΟΚ, με τα σύμβολα και την παρακαταθήκη του είναι η ψυχή και υπερηφάνειά μας. Δεν εκχωρείται και δεν «υποστέλλεται».

Η Δημοκρατική Παράταξη όμως είναι η προοπτική μας. Εκεί θα συναντηθούν και θα εκφραστούν οι προοδευτικές δυνάμεις του τόπου. Οι υγιείς δυνάμεις της δημιουργίας. Όλοι μαζί θα διαμορφώσουμε το πολιτικό υποκείμενο του κοινωνικού κέντρου, της σοσιαλδημοκρατίας και της κεντροαριστεράς.

Ένα ευρωπαϊκό και ταυτόχρονα πατριωτικό κόμμα που θα προωθήσει τις αυθεντικές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ένα κόμμα με ιστορικούς δεσμούς με τα αντίστοιχα της Ευρώπης και με βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία. Ρίζες που παραμένουν, προσωρινά και μόνο δίχως κεντρική έκφραση, συνεχίζοντας την καταλυτική τους επιρροή σε μαζικούς χώρους.

Το κόμμα αυτό έχει συναίσθηση και επίγνωση της ιστορικής συγκυρίας. Το έχει αποδείξει. Ως υπεύθυνο κόμμα της αντιπολίτευσης θα ρίξει το βάρος του στη σταθερότητα της χώρας.

Όσοι όμως αναζητούν για ακόμα μία φορά τη μετάθεση της ευθύνης ή το «φτιασίδωμα» της αλήθειας, δεν πρέπει να λοξοκοιτούν προς εμάς. Όσοι δεν θέλουν να παραδεχθούν τις παρανοήσεις τους, τις ψεύτικες υποσχέσεις που υποδεικνύαμε και που οδήγησαν στο αδιέξοδο αυτών των μηνών, με κόστος που θα φανεί σύντομα, να μην αναζητούν δήθεν «βολικά θύματα»..

Το ΠΑΣΟΚ σήκωσε τη χώρα σε πέντε δύσκολα χρόνια, ψήφισε και εφάρμοσε δύσκολες συμφωνίες και έφτασε εδώ που έφτασε. Η σημερινή Κυβέρνηση έχει άνετη πλειοψηφία 162 βουλευτών και αυτοί βαρύνονται πρωταρχικά για τη στήριξη της Κυβέρνησής τους και κυρίως για τη διακυβέρνηση επιτέλους του τόπου. Ήρθαν με ένα εναλλακτικό πρόγραμμα που «θα αντικαθιστούσε τα τελευταία δυσμενή μέτρα ύψους 800 εκ-1δις με ένα πακέτο κοινωνικών παροχών».

Ο λαός που τους ψήφισε περιμένει να εφαρμόσουν αυτά. Αντί αυτών όμως ακούει, όπως και εμείς, για πρόσθετα μέτρα 5 δις ετησίως. Με την ύφεση να έχει επιστρέψει.

Αξιώνουμε από την Κυβέρνηση να ασκήσει το ρόλο της. Να Κυβερνήσει αποτελεσματικά και να μας ενημερώσει υπεύθυνα. Και όπως πάντα, θα είμαστε συνεπείς στην ιστορική μας ευθύνη.

Έχουμε χρέος απέναντι στη χώρα και την Παράταξη να είμαστε παρόντες στη μάχη για την Ελλάδα που έρχεται. Την Ελλάδα που θέλουμε. Καθαροί από βάρη του παρελθόντος, πεισμωμένοι για το δίκιο και τις αξίες μας, με πίστη και μεράκι, θα τα καταφέρουμε.

ΑΥΡΙΟ:  Γράφει ο Πάρης Κουκουλόπουλος