Τα κόμματα ως φορείς οικονομικής υπανάπτυξης

 

Του Νίκου Λακόπουλου

ΝΙΚΟΣ ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΤα «νέα» κόμματα είναι απομιμήσεις των παλιών. Τα πιο «προοδευτικά» θα μπορούσαν να είναι μοντέρνα (!) αλλά την δεκαετία ΄80. Τα κόμματα στην Ελλάδα δεν κοιτάζουν το μέλλον. Υπόσχονται να διορθώσουν το παρελθόν.

Το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή η Ελλάδα δεν έχει δικτατορία ή δεν επέστρεψε- και πάλι!- ένας βασιλιάς, είναι ότι δεν ενδιαφέρονται, ούτε ο βασιλιάς, ούτε ο στρατός. Ο Αλέξης Τσίπρας δυσκολεύεται να βρει υπουργούς. Κι αυτός που είπε πως «δεν υπάρχουν αδιέξοδα στην δημοκρατία» δολοφονήθηκε από μια τρομοκρατική οργάνωση, η οποία ήταν αριστερή αλλά τελικά ο ένας εκτελεστής δήλωσε πως όλα τα΄κανε γιατί πιστεύει στον Θεό.

Το νεοελληνικό έθνος χρειάστηκε αιώνες για να λύσει το πρόβλημα της βασιλείας, αλλά δεν έλυσε τα πολιτικά προβλήματα καθώς φαίνεται τα κόμματα να είναι μέρος του προβλήματος που επιχειρούν να λύσουν: η οικονομική κρίση μετατράπηκε σε πολιτική κρίση. Η πολιτική κρίση θα οδηγήσει σε μια νέα ύφεση και οικονομικό αδιέξοδο: θέλουμε να βγούμε από το αδιέξοδο- αλλά όπως λέει σε ένα κόμικ του ο Αρκάς- δεν θυμόμαστε από πού μπήκαμε.

Το αδιέξοδο της νεώτερης ελληνικής δημοκρατίας, όπως και άλλοτε, εμφανίζεται ως ένα πολιτικό πρόβλημα που αφορά την λειτουργία των κομμάτων. Σε μια χώρα που ψηφίζουμε με  την λογική του αντί (-δεξιού, -κομμουνιστή, -βασιλόφρονος) τα κόμματα δεν εμφανίζονται ως εκπρόσωποι πολιτικών ιδεών –και οραμάτων- όσο ως εκπρόσωποι συντεχνιών και πολλές φορές οικογενειών.

Η κρίση ιδεολογίας εμφανίζεται ως μία πολιτική σύγχυση, αντίστοιχη της ταξικής ρευστότητας της νεοελληνικής κοινωνίας. Η αστική τάξη στην Επανάσταση του ΄21 ηττήθηκε από τους κοτζαμπάσηδες που ανέλαβαν να παίξουν τον ρόλο της. Από την εποχή του Καποδίστρια ως την εποχή του Τρικούπη- που δεν προχώρησε σε αναδιανομή γης- η Ελλάδα χάνει το τρένο της βιομηχανικής επανάστασης. Τα κόμματα της εποχής δεν εκπροσωπούν τάξεις, αλλά φατρίες.

Η προλεταριακή αριστερά δημιουργήθηκε πριν το προλεταριάτο. Οι αστοί πολιτικοί, αλλά και οι κομμουνιστές, είναι μικρο-αστοί.Το πρόβλημα με την μικροαστική τάξη – που είναι ο κορμός ακόμη της νεοελληνικής κοινωνίας- είναι έχει νόθα συνείδηση, συγκεχυμένη ιδεολογία και ευμετάβλητη ψυχολογία:  θέλει να φύγει από το παρελθόν αλλά φοβάται και το μέλλον.

Σήμερα η παραδοσιακή Αριστερά είναι πιο συντηρητική από την ευρωπαϊκή φιλελεύθερη Δεξιά. Η ξενόφερτη βασιλεία στην Ελλάδα ήταν η βασική πηγή της πολιτικής κακοδαιμονίας, τα χρόνια της Βαυαροκρατίας είδε ως εχθρό της πιο ισχυρό θεσμό -οικονομικό, ιδεολογικό και πολιτικό- από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας και του Βυζαντίου: την Εκκλησία. Ο διαχωρισμός Εκκλησίας και Κράτους -ως πολιτικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ, αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ- ξεχάστηκε γρήγορα όπως έδειξε στην δεκαετία ’80 το περίφημο “Αντώνη έγραφες Ιστορία’ του Ανδρέα Παπανδρέου προς τον υπουργό που επιχείρησε να “βάλει χέρι στην Εκκλησία και την περιουσία της.

Η πρώτη φορά αριστερή κυβέρνηση το 2015 δεν μπήκε στις περιπέτειες που αντιμετώπισε η κυβέρνηση Σημίτη όταν αποφάσισε -χωρίς να ρωτήσει τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο!- να μην αναγράφεται το θρήσκευμα στις ταυτότητες. Ο σεβασμός αυτός προς την Εκκλησία είναι ένας από τους πυλώνες της παράδοξης συμμαχίας και εκφράστηκε όταν η κυβέρνηση υποδέχτηκε το Άγιον Φως με τιμές …Αρχηγού Κράτους. Η περιφορά-με κρατική άδεια και δαπάνη- των θαυματουργών λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας ήταν ένα θέαμα που έδειξε σε ποιο στάδιο πολιτισμού βρίσκεται το ευρωπαϊκό, αλλά και βαλκανικό, νεολληνικό κράτος -που άλλωστε δεν έχει συμπληρώσει ούτε δυο αιώνες ζωής- αλλά και η ελληνική Αριστερά. Η συμμετοχή της στο σόου της εθνικολαϊκής γιορτής της 25ης Μαρτίου δεν θα την εμποδίσει βέβαια να διδάξει …Διαφωτισμό την Ευρώπη, σε μια κρίση αριστερού μεγαλοϊδεατισμού.

Η πολιτική υπανάπτυξη αποτυπώνεται τόσο τον λαϊκισμό -ακόμα και αν παίρνει χαρακτήρα εθνοκομμουνισμού ή μπολιβαρισμού- όσο και στην προσωπολατρεία, που αποτελεί τρόπο να υπάρξει ένα κόμμα. Το να είναι κάποιος πολιτικός ηγέτης της  στην Ελλάδα- εκτός από τον κίνδυνο να βρεθεί στην φυλακή την εξορία- απαιτεί να είναι διχασμένη προσωπικότητα: η μικροαστική τάξη στήριξε την Δικτατορία Μεταξά, στελέχωσε το ΕΑΜ –ΕΛΑΣ, το Κέντρο, την Χούντα, το ΠΑΣΟΚ και τώρα τη νέα ελπίδα, τον ΣΥΡΙΖΑ.

Η ταξική ρευστότητα και η πολιτική κινητικότητα, μαζί με την ιδεολογική σύγχυση – που παίρνει την μορφή νόθας πολιτικής συνείδησης, κάνουν τα όρια ανάμεσα στον προοδευτικό φιλελεύθερο μικροαστό  και τον εθνικόφρονα παλαιοδεξιό δυσδιάκριτα ή ανύπαρκτα, όπως δείχνει και η άψογη συνεργασία Τσίπρα – Καμμένου. Το πλαίσιο αυτής της συνεργασίας είναι ο πτωχοδρομικός μεγαλοϊδεατισμός, ο σεβασμός στην θρησκευτική παράδοση  – και εν γένει την Παράδοση – δείγματα λατρείας του παρελθόντος, επιστροφής στις ρίζες (και την …δραχμή) και ξενοφοβίας.

Από την εποχή που τέλειωσε ο Εμφύλιος, στην μεταπολεμική Ελλάδα, υπάρχει ένα ποσοστό 15-20% που ανεβάζει κυβερνήσεις και διαλύει κόμματα. Είναι ένας κοινωνικοπολιτικός τύπος ψηφοφόρου που εμπορεύεται την ψήφο του και μετακινείται εύκολα από τον Συναγερμό του Παπάγου (48%)  στην Δημοκρατία του  Γερο-Παπανδρέου (53%) τον Καραμανλή (54%) και τον Ανδρέα και το ΠΑΣΟΚ (48%). Αυτός ο τύπος δεν έχει δύσκαμπτη ιδεολογία, ίσως να μην έχει καν ιδεολογία, πέρα από το “συμφέρον” του, τη σχέση με το κράτος και την νομή της εξουσίας. Είναι πιθανόν πρώην αριστερός, ο άνθρωπος χ ωρ ί ς   ι δ ε ο λ ογ ί α.

Το βασικό πρόβλημα της χώρας είναι η πολιτική υπανάπτυξη που κάνει τα κόμματα -ως εκφραστές συντεχνιών με μόνο στόχο την κατάληψη του κράτους-  μαζί με τα συνδικάτα να είναι οι βασικές αιτίες της οικονομικής κακοδαιμονίας. Τα πολιτικά προγράμματα δεν περιέχουν οράματα ή παραγωγικές προτάσεις ανάπτυξης. Είναι λίστες με παροχές, συλλογικά ρουσφέτια και εκλογικά δώρα.

Αν το πρόβλημα δεν είναι τόσο το χρέος, όσο το έλλειμμα και η κακή λειτουργία του “κράτους” τα πολιτικά κόμματα -ιδιαίτερα όσα μιλάνε για τα “δίκια του λαού”- αρνούνται να το δουν. Δεν έχουν κανένα πολιτικό πρόγραμμα, ούτε μπορούν να δουν τις μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στη νομοθεσία να επιτρέψει την οικονομική ανάπτυξη. Φταίνε οι Ξένοι, η Ολιγαρχία, ο Καπιταλισμός -που ίσως δεν ήρθε ποτέ στην Ελλάδα. “Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! ― Φταίει ο Θεός που μας μισεί! ― Φταίει το κεφάλι το κακό μας! ― Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί!”

«Ποιὸς φταίει; Ποιὸς φταίει;… κανένα στόμα δὲν τὅβρε καὶ δὲν τὄπε ἀκόμα. Ἔτσι, στὴν σκοτεινὴ ταβέρνα πίνουμε πάντα μας σκυφτοί,
σὰν τὰ σκουλήκια κάθε φτέρνα ὅπου μᾶς εὕρει, μᾶς πατεῖ: δειλοί, μοιραῖοι κι ἄβουλοι ἀντάμα! προσμένουμε, ἴσως, κάποιο θάμα!”

(Οι Μοιραίοι- Κώστα Βάρναλη).

Το επόμενο: Τα αδιέξοδα της ελληνικής δημοκρατίας: Σύνταγμα και εκλογικό σύστημα.

* Ο Νίκος Λακόπουλος έχει γράψει το βιβλίο “Ο Αλέξης στη Χώρα των Θαυμάτων- Ο Τσίπρας, η Ελλάδα και η “Μεγάλη Αριστερά” (2014) που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Λιβάνη.