Τι έχουν να πουν τα κόμματα σήμερα

Του Σπύρου Βλέτσα

Τις τελευταίες δεκαετίες η επικοινωνία των κομμάτων με τους πολίτες περιορίστηκε σταδιακά σε ένα και μόνο πεδίο: στην εξαγγελία των παροχών. Τα κόμματα δεν είχαν τίποτε άλλο να πουν παρά να εξαγγέλλουν αυξήσεις και επιδόματα. Οι πολίτες από την άλλη πλευρά –είτε ως άτομα είτε ως ομάδες συμφερόντων– σιγά-σιγά έμαθαν να προσδοκούν άμεσα κέρδη και να υπολογίζουν τι έχουν να αποκομίσουν από το κάθε κόμμα εξουσίας.

Έτσι την εποχή που η Ελλάδα και η οικονομία της έπρεπε να συγκλίνουν με τον τρόπο που παράγεται και διανέμεται ο πλούτος στην ανεπτυγμένη Ευρώπη, στην πραγματικότητα είχαμε μια απόκλιση. Εδώ το κράτος ήταν ο μηχανισμός που μοίραζε προνόμια και προσόδους και όποιος μπορούσε να διεκδικήσει κάτι, συνήθως έβγαινε κερδισμένος.
Οι αγρότες, αντί να αγωνιούν για το πώς θα βελτιώσουν την παραγωγή, έκλειναν τους δρόμους και ζητούσαν χρήματα από το κράτος. Σε όλες τις πόλεις ιδρύονταν πανεπιστήμια και ΤΕΙ, όχι με εκπαιδευτικά κριτήρια, αλλά για να έχουν όφελος οι τοπικές οικονομίες.

Στις προεκλογικές εκστρατείες της δεκαετίας του 2000 τα κόμματα ανταγωνίζονταν για το ποιο θα μονιμοποιούσε περισσότερους συμβασιούχους από εκείνους που τα ίδια τα κόμματα και οι δήμαρχοί τους είχαν προσλάβει. Επίσης δήλωναν ότι στο ασφαλιστικό θα ισχύσουν τα τρία όχι σε μείωση συντάξεων και σε αύξηση ορίων ηλικίας – εισφορών.

Όταν όλες οι μελέτες έλεγαν ότι το ασφαλιστικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο, κόμματα και πολίτες ζητούσαν να μην αλλάξει τίποτε και τα ελλείμματα των ταμείων να καλυφθούν από το –αστείρευτο υποτίθεται– ταμείο του κράτους. Το κράτος είχε για όλους και για όλα. Έτσι από το 2000 έως το 2015 οι επιδοτήσεις προς τα ταμεία έφτασαν τα 200 δισ. ευρώ.

Μπαίνοντας στο ευρώ χάσαμε τη δυνατότητα να κάνουμε υποτιμήσεις για να βελτιώνουμε την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Όμως το ζητούμενο δεν ήταν πώς θα κάνουμε την οικονομία ανταγωνιστική, το ζητούμενο ήταν να εξομοιωθούν οι μισθοί με εκείνους των πλούσιων ευρωπαϊκών χωρών.

Αυτά που δεν μπορούσε να κάνει η ανταγωνιστικότητα της παραγωγικής οικονομίας, που κατρακυλούσε, τα έκανε το γενναιόδωρο κράτος δανειζόμενο όλο και περισσότερα. Και έπειτα ήρθε η χρεοκοπία.

Η χρεοκοπία δεν άλλαξε τις συνήθειες πολιτικών και πολιτών. Στο ερώτημα πώς θα βγούμε από την κρίση η απάντηση που δόθηκε ήταν: ξοδεύοντας το κράτος από χρήματα που δεν έχει. Αυτό που έφερε την κατάρρευση πουλήθηκε σαν η λύση από πολλούς και αγοράστηκε με μανία από τα ακροατήριο.

Η συνέχεια είναι γνωστή. Όσο πιο πολλά έταζε να μοιράσει κάποιος, τόσο περισσότερα έλειπαν στο τέλος από τις τσέπες των πολιτών.

Και τώρα τι έχουν να πουν τα κόμματα και τι περιμένουν να ακούσουν οι πολίτες;

Ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού διαψεύστηκαν με δραματικό τρόπο όσα έλεγε, άλλαξε τα πάντα στον λόγο του, αλλά κράτησε την ηθικολογία και την επιθετικότητα. Στην ουσία λέει ότι μπορεί όσα υποστηρίζαμε τόσα χρόνια να αποδείχτηκαν ψέματα, αλλά οι άλλοι είναι διαπλεκόμενοι και διεφθαρμένοι, οπότε προτιμήστε εμάς.

Στο χώρο της Νέας Δημοκρατίας, ενώ η κεντρική γραμμή είναι προσανατολισμένη στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, υπάρχουν στελέχη που νοσταλγούν την αμεριμνησία της εποχής του Κώστα Καραμανλή και κρατούν χαμηλούς τόνους απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτό το περιβάλλον η ηγεσία του κόμματος θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει αφήσει πίσω τον πελατειακό κρατισμό.

Χειρότερα είναι τα πράγματα στο χώρο της κεντροαριστεράς, όπου οι περισσότεροι από τους υποψήφιους αρχηγούς δείχνουν να μην έχουν καταλάβει σε ποια θέση βρίσκεται η χώρα και ότι δεν μπορεί να υπάρξει μέλλον για τους εργαζόμενους χωρίς παραγωγική οικονομία ικανή να σταθεί στο διεθνή ανταγωνισμό.

Ασχολούνται με τη διαχείριση των συμβόλων, με τους μηχανισμούς, με τις διαδικασίες, με την επανάληψη συνθημάτων κενών περιεχομένου. Δεν έχουν καμιά σοβαρή ιδέα για το πώς θα δημιουργηθούν δουλειές και ενδιαφέρονται για την αναβίωση των αντιδεξιών συνδρόμων.

Δέκα χρόνια κρίσης δεν στάθηκαν ικανά για να συγκροτήσουν ένα σύγχρονο πολιτικό λόγο. Το πολιτικό προσωπικό της καθυστέρησης είναι εφτάψυχο, ικανό να αναπαράγει τον εαυτό του και κρατάει τη χώρα δεμένη στις νοοτροπίες της χρεοκοπίας.

Υπάρχουν εξαιρέσεις; Βεβαίως και υπάρχουν. Και στην κεντροαριστερά και στην κεντροδεξιά. Γι αυτό και το παιχνίδι παραμένει ανοιχτό.

ΑΠΟ ΤΗΝ  ATHENS VOICE