Το παιχνίδι με τις τηλεοπτικές συχνότητες

ΦΩΤΟ: ΑΠΕ - ΜΠΕ

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Τι ακριβώς  θέλει να κάνει η κυβέρνηση με τις τηλεοπτικές συχνότητες;  Να βάλει τάξη; Και ποιος την εμποδίζει να το κάνει;  Βουλή υπάρχει, νομοθετική πρωτοβουλία έχει, που είναι το πρόβλημα;  Οι αντιδράσεις ,  λένε  κάποιοι. Ποιες αντιδράσεις;  Γενικώς και αόριστα; Ονοματεπώνυμα και διευθύνσεις δεν υπάρχουν;  Και, εν πάση περιπτώσει, πότε αυτή η κυβέρνηση πήρε υπόψη της τις αντιδράσεις στην άσκηση της πολιτικής της;  Εδώ δεν καταλαβαίνει τίποτε για τα θύματα της φορολογικής  επιδρομής που οργανώνει. Οι φωνές από τους αυλάρχες  την ευαισθητοποιούν; 

Σε τελευταία ανάλυση ο καθένας, ας κάνει τη δουλειά του. Το πρόβλημα είναι ότι η κυβέρνηση δεν κάνει απλώς τη δουλειά της -η οποία είναι επακριβώς προσδιορισμένη από τους νόμους και το Σύνταγμα: να εξασφαλίσει την πολυφωνία και να μεγιστοποιήσει το δημόσιο συμφέρον από τη διαχείριση της συγκεκριμένης δημόσιας περιουσίας.

Αντί γι’ αυτό κάνει και κάτι άλλο: παιχνίδι με αυτούς τους οποίους κατά τα λοιπά προσπαθεί να βάλει σε τάξη.  Τι σημαίνει θα δώσει μόνο τέσσερις συχνότητες; Γιατί τέσσερις και όχι έξι, ας πούμε. Από μόνος  του αυτός ο περιορισμός  δείχνει ότι υπάρχει ένα παρασκηνιακό παιχνίδι διαπραγμάτευσης στο οποίο  μετέχει η κυβέρνηση με πολιτική ιδιοτέλεια. Δεν είναι εγγυητής του παιχνιδιού, είναι μέρος του. Σαν να προσπαθεί να αντικαταστήσει τη διαπλοκή των άλλων με τη δική της διαπλοκή.

Αν βάλει καθαρούς όρους θα είναι  και το παιχνίδι καθαρό. Όποιος θέλει να  εκμεταλλευτεί τηλεοπτική συχνότητα  εθνικής εμβέλειας θα πρέπει να είναι σε θέση να εγγυηθεί  κάποια πράγματα. Π.χ.  πρώτον, να  ανταποκριθεί στις οικονομικές υποχρεώσεις του προς το κράτος. Δεύτερον, να  είναι σε θέση να συστήσει και να συντηρήσει την αντίστοιχη επιχείρηση, με δικά του λεφτά. Δηλαδή να επενδύσει, να πληρώνει το προσωπικό, να καταβάλει τους φόρους του και τις εισφορές τους στα Ταμεία, να  χρηματοδοτεί την επιχείρηση του  από την  αγορά και όχι από το  κράτος  και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα. 

Να είναι ανταγωνιστικός και όχι κρατικοδίαιτος. Να έχει τηλεοπτική συχνότητα, όχι ως μοχλό πίεσης για τη εξυπηρέτηση οικονομικών  συμφερόντων ή  για παρεμβάσεις στο πολιτικό παιχνίδι, αλλά ως  επιχείρηση με τα ρίσκα της. Τα κανάλια –καμαρίλες πρέπει να τελειώνουν. Όποιος  θέλει, λοιπόν, να γίνει  τηλεοπτικός επιχειρηματίας  να φύγει από το σκοτάδι και να βγει  στον ανοιχτό χώρο.  Για να συμβεί αυτό πρέπει να ειναι πρωτίστως σοβαρός  και οχι αεριτζής.

Σήμερα η τηλεόραση αυτή καθ’ αυτή δεν είναι τόσο ισχυρή όσο νομίζει η κυβέρνηση και όσοι τη διαχειρίζονται ως τώρα. Υπάρχουν πλέον και άλλοι φορείς δυναμικής ενημέρωσης που επεκτείνονται διαρκώς.

Αν έχει καμία αξία η τάξη στο τηλεοπτικό τοπίο είναι για να δοθεί η ευκαιρία συνολικά στην ελληνική τηλεόραση να αναγεννηθεί και να παράξει πρόγραμμα ποιότητας στην ψυχαγωγία και την ενημέρωση. Να γίνει σύγχρονη και παραγωγική, εξωστρεφής και αδέσμευτη.  Τα υπόλοιπα είναι περιστροφές γύρω από τον ίδιο άξονα.

Από αυτή την άποψη  προέχει να  αναπτυχθεί η υγιής επιχειρηματικότητα σ’ αυτόν το χώρο  και να σταματήσει ο παρασιτισμός. Αυτό  σημαίνει να  υπάρχουν υγιείς επιχειρηματίες. Με επαρκή  και διαφανή κεφάλαια.  Με νοοτροπία επιχειρηματία και όχι νταβατζή.  Να μην κάνουν κάποιοι τους παράγοντες με  λεφτά το κράτος ή και  χωρίς λεφτά.

Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση η κυβέρνηση πρέπει να παίξει με ανοιχτά χαρτιά , με ανοιχτά μάτια και με ανοιχτή νοοτροπία.  Η υποχρέωσή της είναι να  εξασφαλίσει τους κανόνες σ’ αυτό το παιχνίδι. Τίποτε άλλο. Αν επιχειρεί με την αναδιάταξη στο χώρο να ικανοποιήσει επιμέρους κομματικές επιδιώξεις και την  αναπαραγωγή της ισχύος της θα πρέπει να  πληρώσει και το τίμημα.  Όπως δεν ωφελήθηκαν οι προηγούμενοι δεν θα ωφεληθεί και η ίδια στο τέλος.