Όταν “προστατεύεις” την Δημοκρατία καταργώντας την: Οι εχθροί της δημοκρατίας και ο κηδεμόνας της που καταργεί το Σύνταγμα με μια τροπολογία

Του Νίκου Λακόπουλου

«Στο εξής δεν θα μπορούν να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία σχήματα που έχουν ως ουσιαστικό αρχηγό κάποιον που έχει καταδικαστεί ως εγκληματίας».

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με μια ανάρτησή του στο twitter και μια αναφορά του στην Βουλή ουσιαστικά ανακοίνωσε μια απόφασή του που η Βουλή καλείται να ψηφίσει -πιθανόν και να εντέλλεται η κοινοβουλευτική ομάδα της Νέας Δημοκρατίας να το κάνει.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιχειρεί να ερμηνεύσει ή να διορθώσει το Σύνταγμα με μια τροπολογία, ούτε καν νόμο, μια πρωθυπουργική απόφαση που ” εμποδίζει τους καταδικασμένους ως εγκληματίες, να διεκδικούν την ψήφο των πολιτών ως τυπικοί ή άτυποι επικεφαλής πολιτικών σχημάτων.

Λίγο πριν τις εκλογές και τη στιγμή που οι δημοσκοπ΄ήσεις δείχνουν πως το κόμμα του Κασιδιάρη μπαίνει στη Βουλή η κυβέρνηση Μητσοτάκη αφυπνίζεται για να ‘προστατεύσει την δημοκρατία’ -καταργώντας την.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορούσε να “έχει προστατεύσει την δημοκρατία” με τον νόμο που ψήφισε, αλλά ήθελε ένα κόμμα που θα περιορίσει τη δύναμη άλλου κόμματος στα δεξιά της Νέας Δημοκρατίας, αρκεί να μην έμπαινε στη Βουλή.

Δεν θέλει να αντιμετωπίσει τον νεοναζισμό -με μια τροπολογία!- αλλά να μην μπει το κόμμα Κασιδιάρη στη Βουλή πράγμα που θα της στερήσει όπως φαίνεται εφτά-οχτώ έδρες αν καταφέρει να το εμποδίσει να κατέβει στις εκλογές.

Ζούμε θλιβερές στιγμές για τη δημοκρατία μας”

” Η εσπευσμένη, λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές, κατάθεση από την Κυβέρνηση στη Βουλή σχεδίου διάταξης για την ανακήρυξη κομμάτων και τη συμμετοχή τους στις εκλογές με υπόρρητη αναφορά την Χρυσή Αυγή, την χρεώνει με σκοπιμότητα, που συνδέεται με το προσδοκώμενο από την ίδια εκλογικό αποτέλεσμα” θα γράψει ο Ανδρέας Ρουπακιώτης. “Αν ήθελε αυτό, θα είχε ενεργήσει σε ανύποπτο χρόνο και με σαφές περιεχόμενο στην πρότασή της”

Ο πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου και καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Ξενοφών Κοντιάδης, με ανάρτησή του στον προσωπικό λογαριασμό του στο Facebook σημειώνει ότι η λέξη που συνοψίζει όσα θα συμβούν είναι «αλαλούμ».

Ζούμε θλιβερές στιγμές για τη δημοκρατία μας. Ας υποθέσουμε ότι ψηφίζεται αύριο η περίφημη τροπολογία για την απαγόρευση συμμετοχής κομμάτων στις εκλογές χωρίς να αλλάξει ουσιωδώς το κυβερνητικό σχέδιο. Αρα, σε ένα μήνα που θα προκηρυχθούν εκλογές, τα κόμματα θα κληθούν αφενός να υποβάλουν στον Αρειο Πάγο τους εκλογικούς τους συνδυασμούς και αφετέρου να υποβάλουν ενστάσεις κατά της ανακήρυξης των συνδυασμών άλλων κομμάτων”.

Υποβάλλονται λοιπόν ενστάσεις όλων εναντίον όλων ή πάντως εναντίον πολλών, με ισχυρισμούς ότι τα κόμματα αυτά δεν εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος ή ότι υπάρχει μια κρυφή ηγεσία πίσω από την πραγματική, με συμμετοχή προσώπων που έχουν καταδικαστεί για συγκεκριμένα αδικήματα.

Στη συνέχεια υποχρεούται το Α’ Τμήμα του Αρείου Πάγου να ακούσει τα μέρη, να λάβει αποδεικτικά στοιχεία, να αξιολογήσει υπομνήματα και να δημοσιεύσει αιτιολογημένες αποφάσεις μέσα σε ασφυκτικό χρόνο, και μάλιστα εν μέσω μίας τεταμένης προεκλογικής ατμόσφαιρας, χωρίς στοιχειώδεις εγγυήσεις δίκαιης δίκης”

Ο καθηγητής θεωρεί πως “οι επιπόλαιοι εμπνευστές της τροπολογίας ετοιμάζονται να προκαλέσουν μία αδιέξοδη, χαοτική κατάσταση -ένα αλαλούμ- επίμονης αμφισβήτησης του κύρους των εκλογών” – μια παρωδία που θα ευνοήσει την αντισυστημική Ακροδεξιά και θα ευτελίσει τους δημοκρατικούς θεσμούς¨.

Να υπάρχει, αλλά να μην είναι στη Βουλή

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν κόπτεται καθόλου για την άνοδο της νεοναζισμού -που δεν εξαντλείται στην Χρυσή Αυγή και το κόμμα του Κασιδιάρη – αλλά μόνο με το μην είναι στη Βουλή -για τις ψήφους και τις έδρες που ελπίζει να κερδίσει.

Με μια απλή τροπολογία επιχειρεί να επιβάλλει στη Δικαιοσύνη τον αποκλεισμό ενός κόμματος που μπορεί εύκολα να πάρει άλλη μορφή με άλλους εκπροσώπους, να μπει στη Βουλή και να αυξήσει τα ποσοστά του.

Όπως γρ΄άφει ο Δημήτρης Χριστόπουλος στο News 24 7 σε ένα άρθρο με τίτλο “Πώς αμύνεται η δημοκρατία χωρίς να αυτοκαταργείται;” “η πρόταση της κυβέρνησης πέραν του ότι ανοίγει διάπλατα την πόρτα στη θεωρία των δύο άκρων, ανάγει σε ύπατο κριτή του προγράμματος των πολιτικών κομμάτων την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου.

Αυτό όμως είναι απαράδεκτο. Κριτής των πολιτικών προγραμμάτων στις δημοκρατίες είναι ο κυρίαρχος λαός. Τελεία. Όχι οι δικαστές”. (…) Το σενάριο αναγωγής της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου σε τροχονόμο του πολιτεύματος είναι εφιαλτικό για δημοκρατία”.

Η αξιωματική αντιπολίτευση έχοντας πέσει στην παγίδα του Μητσοτάκη πέφτει σε λάθος όταν θέτει ως προϋπόθεση της απαγόρευσης την -ναζιστική, ρατσιστική- ιδεολογία του κόμματος. Η Χρυσή Αυγή όχι μόνο δεν αποδεχόταν ότι είναι ναζιστικό κόμμα -και κατηγορούσε για φιλοναζισμό τον Βορίδη- αλλά έκανε και αγωγές σε όσους την χαρακτήριζαν έτσι.

Όπως γράφει ο Δημήτρης Χριστόπουλος “σιγά μην είναι τόσο ηλίθιοι οι ναζί που θέλουν να κατέβουν στις εκλογές να γράφουν στα προγράμματά τους, τους πραγματικούς τους στόχους. Την πατρίδα θα λένε ότι αγαπάνε με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο άρρωστο μυαλό τους. Για τα υπόλοιπα θα κλείνουν το μάτι στους δικούς τους”.

Το σχέδιο της κυβέρνησης και του υπουργείου Εσωτερικών -με υπουργό τον Μάκη Βορίδη- είναι σατανικό, αν δεν είναι ηλίθιο:

Το σχέδιο που καταθέσαμε στη Βουλή πατάει πάνω σε ήδη υφιστάμενη διάταξη (άρθρο 92 του ν. 4804/2021), που ψηφίστηκε με πρωτοβουλία της κυβέρνησης με ευρεία πλειοψηφία στη Βουλή. Η αρχική διάταξη προέβλεπε ότι δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών δεν έχουν τα πολιτικά κόμματα των οποίων ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής και ο νόμιμος εκπρόσωπος έχουν καταδικασθεί σε κάθειρξη για ορισμένα αδικήματα σε βάρος της πολιτείας.

Η πρόσθετη αξία που εισφέρει η τωρινή τροπολογία καταλαμβάνει τις περιπτώσεις εκείνες που η ηγεσία του κόμματος είναι εικονική, δηλαδή έχουν τοποθετηθεί «αχυράνθρωποι» αλλά την πραγματική ηγεσία την ασκούν άλλα πρόσωπα που εμπίπτουν στους περιορισμού δηλαδή έχουν ποινική καταδίκη“.

Ποιος θα ορίσει τους εχθρούς της Δημοκρατίας;

Το ερώτημα πώς ο Άρειος Πάγος μέσα σε 48 ώρες θα κρίνει αν ο αρχηγός του κόμματος είναι “αχυράνθρωπος”- ίσως με την βοήθεια της ΕΥΠ- παρακάμπτεται από μια τρομακτική ομολογία που είναι η ουσία της πρότασης:

“Η Δημοκρατία δεν μπορεί να είναι απολύτως ανεκτική στους εχθρούς της. Όσους την επιβουλεύονται χρησιμοποιώντας την“.

Μένει να προσδιορίσουμε ποιοι είναι εχθροί της δημοκρατίας και την επιβουλεύονται -αν και ο εισηγητής υπουργός έχει κάποιους υπόψη του και έχει εκφράσει ανησυχίες για τον τρόπο να μην μπορεί να ξαναπάρει η Αριστερά την εξουσία.

Και να απαντήσουμε στο ερώτημα αν καταργώντας την δημοκρατία, την προστατεύουμε αναζητώντας εχθρούς της σήμερα σε όσους απειλούν τα εκλογικά ποσοστά του κυβερνώντος κόμματος κι αύριο σε όσους απειλούν το καθεστώς, είναι λαϊκιστές, εθνοπροδότες ή απλώς κρίνει ένας δικαστής πως είναι απλώς ΄ύποπτοι.

Ο Αλέξανδρος Κεσσόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης γράφει στο Tvxs:

“Η σημερινή κοινοβουλευτική πλειοψηφία ανέλαβε μια νομοθετική πρωτοβουλία που αμφισβητεί τον ανεκτικό χαρακτήρα της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, εφόσον προτίθεται να θέσει υπό τον έλεγχο του Αρείου Πάγου το δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών για τις βουλευτικές εκλογές.

Βάσει της προτεινόμενης τροπολογίας, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν θα προχωρεί εφεξής σε μια τυπική εξέταση του φακέλου των κομμάτων, αλλά θα ελέγχει επί της ουσίας αν η δράση τους εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος”.

Η κυβέρνηση εξουσιοδοτεί τον Άρειο Πάγο να αποφασίζει αν η δράση ενός κόμματος υπονομεύει τη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και αν η πραγματική ηγεσία του διαφέρει από την τυπική, χωρίς, όμως, να μπορεί να εξετάζει το αποδεικτικό υλικό στο πλαίσιο μιας ακροαματικής διαδικασίας. Με άλλα λόγια, ο Άρειος Πάγος θα στηρίζει κατά βάση τις αποφάσεις του στις εκθέσεις της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και της Ελληνικής Αστυνομίας.

“Ο ανεκτικός χαρακτήρας της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως αποτυπώθηκε στο Σύνταγμα του 1975, ουσιαστικά αναιρείται και παραχωρεί τη θέση του σε ένα κακέκτυπο μαχόμενης δημοκρατίας” σημειώνει ο Αλέξανδρος Κεσσόπουλος και καταλήγει:

‘Η απόλαυση του αγαθού της πολιτικής ελευθερίας προϋποθέτει αδιαπραγμάτευτα δύο στοιχεία: την τόλμη και την εμπιστοσύνη στην κρίση του λαού. Στην περίπτωση που χαθούν αυτά και κυριαρχήσει ο φόβος, τότε η δημοκρατία μοιραία θα παραδοθεί στη σφιχτή αγκαλιά κάποιου κηδεμόνα.