Kορωνοϊός: Στοιχεία και τεστ

΄Του Ηλία Παπαϊωάννου

«Ορκιζόμαστε και εμπιστευόμαστε τον Θεό. Ολοι οι άλλοι –για όλα τα επίγεια ζητήματα– φέρτε στοιχεία» (In God we trust. Everyone else bring data). Τη ρήση αυτή συχνά επαναλαμβάνει ο Μίκαελ Μπλούμπεργκ, ο αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας, πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης και υποψήφιος για την προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, θέλοντας να καταδείξει ότι αναγκαία συνθήκη αποτελεσματικής διοίκησης, τόσο κυβερνητικής όσο και εταιρικής, είναι η ύπαρξη δεδομένων και η άρτια ανάλυσή τους. Η συλλογή στοιχείων είναι επιτακτική.

Ορθώς η πολιτεία εστίασε τις παρεμβάσεις της, όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα συμπτώματα του COVID-19, στον περιορισμό της εξάπλωσης μέσω μέτρων κοινωνικής απόστασης (social distancing) και στη θωράκιση του συστήματος υγείας. Ομως, διανύουμε ήδη την έκτη εβδομάδα από την επιβεβαιωμένη εμφάνιση του ιού στη χώρα μας και η εικόνα είναι θολή.

Τα διαγνωστικά τεστ είναι λιγοστά και κυρίως γίνονται σε πολίτες που παρουσιάζουν συμπτώματα ή εμπίπτουν σε κατηγορίες υψηλού κινδύνου. Οι εκτιμήσεις των αρμοδίων είναι για περίπου 1.100 κρούσματα.

Διαπρεπής Ελληνας επιστήμονας από το Ηνωμένο Βασίλειο αναφέρει ότι τα κρούσματα είναι 20.000, μία συνάδελφός του αναφέρει 5.000, ενώ άλλος ειδικός από τις ΗΠΑ μιλάει για εκατοντάδες χιλιάδες. Δυστυχώς, έχουν όλοι δίκιο! Και άδικο, συνάμα. Οι εκτιμήσεις είναι ιδιαίτερα δύσκολες, καθώς η εξάπλωση του ιού ακολουθεί εκθετική πορεία, οπότε σχετικά μικρά σφάλματα οδηγούν σε μεγάλες παρεκκλίσεις.

Η μόνη βεβαιότητα είναι ότι οι παρεμβάσεις σχεδιάζονται χωρίς κάποια βάση. Και η ανάλυση των λιγοστών «φυσικών» πειραμάτων, από κάποιες κωμοπόλεις ή πλοία όπου εξετάστηκαν όλοι, εμφανίζει στατιστικά που διαφέρουν σημαντικά από τα στοιχεία των κυβερνήσεων, εντείνοντας τη σύγχυση και την ανησυχία.

Η ελληνική κυβέρνηση, σωστά, δεν χρονοτρίβησε, καθώς η χείριστη προσέγγιση σε τέτοιες περιστάσεις είναι «βλέπουμε και κάνουμε» (βλ. ΗΠΑ, Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο αρχικά). Ομως, η προσπάθεια αντιμετώπισης του κορωνοϊού και των επιπτώσεών του είναι πολυδιάστατη: κοινωνικός περιορισμός, ενίσχυση του συστήματος υγείας με εξοπλισμό (ΜΕΘ, αναπνευστήρες) και ανθρώπινο δυναμικό, προστασία της εργασίας και των επιχειρήσεων που πλήττονται.

Είναι αναγκαίο, πιστεύω, να προσθέσουμε δύο αλληλένδετες, συμπληρωματικές παρεμβάσεις στις άμεσες αυτές προτεραιότητες: (α) Συλλογή στοιχείων αποτύπωσης της κατάστασης και εξάπλωσης του ιού με τυχαία δειγματοληψία. Τυχαία. (β) Μαζικά τεστ, ώστε να απομονωθούν οι πολίτες που φέρουν τον ιό χωρίς να εμφανίζουν ιδιαίτερα συμπτώματα και να αρθούν σταδιακά τα καθολικά μέτρα απομόνωσης. Μαζικά.

Πρώτον, χρειαζόμαστε ελέγχους (τεστ) σε ένα τυχαίο δείγμα του πληθυσμού (random sampling). Καθώς υπάρχουν πολλοί και διαφορετικής φύσης περιορισμοί, το δείγμα μπορεί αρχικά να είναι 1.000-3.000 άτομα και σταδιακά να αυξηθεί σε 10.000. Το ιδιαίτερα χρήσιμο στοιχείο της τυχαίας δειγματοληψίας είναι ότι –αν γίνει σωστά– τα αποτελέσματά της συγκλίνουν στον γενικό πληθυσμό χωρίς προκατάληψη (bias). Δηλαδή, αν και τα αποτελέσματα στο τυχαίο δείγμα έχουν απόκλιση (η οποία ελαττώνεται με την αύξηση του δείγματος), δεν υπάρχει συστηματική υποεκτίμηση ή υπερεκτίμηση.

Η τυχαία δειγματοληψία θα δείξει άμεσα τα ποσοστά: (α) Των νοσούντων που εμφανίζουν συμπτώματα, (β) αυτών που έχουν προσβληθεί χωρίς να εμφανίζουν συμπτώματα διαφοροποιώντας αυτούς με ήπια συμπτώματα, (γ) αυτών που δεν έχουν προσβληθεί, (δ) αυτών που είχαν προσβληθεί από το νόσημα τις προηγούμενες εβδομάδες, χωρίς (ιδιαίτερα) συμπτώματα, και οι οποίοι έχουν πλέον δημιουργήσει αντισώματα.

Η παρέμβαση δεν σταματά εδώ, αλλά συνεχίζεται με την παρακολούθηση καθημερινά τόσο των νοσούντων όσο και των υγειών, καθώς η εξέλιξη της κατάστασης είναι δυναμική. Για παράδειγμα, οι εξεταζόμενοι θα πρέπει να αναφέρουν καθημερινά τυχόν συμπτώματα (αδιαθεσίες, πυρετός), τη διατροφή τους, τις (περιορισμένες) επαφές τους. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσω μιας εφαρμογής στο κινητό τηλέφωνο ή μέσω τακτικής τηλεφωνικής επικοινωνίας.

Καθώς η τυχαία δειγματοληψία απαιτεί καθολική συμμετοχή, ώστε να μην υπάρχουν ζητήματα συστημική υπο-ανταπόκρισης, η πολιτεία πρέπει να την καταστήσει υποχρεωτική, πιθανόν επικουρώντας τη με χρηματική ενίσχυση (λ.χ., 800 ευρώ) για όσους μήνες διαρκέσει (κατ’ ελάχιστον δύο). Η ανάλυση του τυχαίου δείγματος θα επιτρέψει την απεικόνιση της κατάστασης, βοηθώντας την πολιτεία στο επόμενο βήμα: την αποκλιμάκωση των περιοριστικών μέτρων και την επανεκκίνηση της οικονομίας.

Μα, να πετάξουμε τεστ για ανθρώπους που δεν έχουν τίποτα, θα ρωτήσει, λογικά, κάποιος. Ναι, καθώς μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορέσουμε να έχουμε μια εκτίμηση της κατάστασης. Μα, να ξοδέψουμε πόρους εξετάζοντας πώς εξελίσσεται η υγεία ανθρώπων που δεν έχουν νοσήσει; Ναι. Μόνο η δυναμική παρακολούθηση τόσο των πολιτών με κορωνοϊό όσο και αυτών που δεν έχουν προσβληθεί, μπορεί να οδηγήσει στην κατανόηση της εξάπλωσης του ιού και στην απάντηση των καίριων ερωτημάτων που όλοι έχουμε. Ποιες πληθυσμιακές ομάδες είναι πιο ευάλωτες και πιο ανθεκτικές στη χώρα μας; Ποιοι παράγοντες, εξωγενείς, όπως κληρονομικότητα ή προϋπάρχοντα νοσήματα, και ενδογενείς, όπως διατροφή και κοινωνικότητα, επηρεάζουν την εξάπλωση; Και το πιο σημαντικό ερώτημα για την κάποια επιστροφή στην ομαλότητα: πόσοι συμπολίτες μας νοσούν;

Δυστυχώς, μόνο τυχαία δειγματοληψία μπορεί να απαντήσει χωρίς συστηματικά σφάλματα. Ευτυχώς, αν τα τεστ γίνουν σε τυχαίο δείγμα, τότε ο αριθμός των συμμετεχόντων δεν απαιτείται να είναι πολύ μεγάλος.

Δεύτερον, η πολιτεία πρέπει να ξεκινήσει μαζικούς ελέγχους στον πληθυσμό θέτοντας φιλόδοξους, αλλά ρεαλιστικούς εβδομαδιαίους στόχους. Οι μαζικοί έλεγχοι θα συμβάλουν στην αποτύπωση της κατάστασης, επικουρώντας συμπληρωματικά την τυχαία δειγματοληψία. Πιο σημαντικά, μόνο οι μαζικοί έλεγχοι θα επιτρέψουν την απομόνωση των νοσούντων, με ήπια ή χωρίς συμπτώματα. Για παράδειγμα, τα αποτελέσματα από την Ισλανδία που έχει ελέγξει περίπου το 5% του πληθυσμού (με μη τυχαίο τρόπο) φανερώνουν ότι περίπου οι μισοί ασθενείς είναι ασυμπτωματικοί και ένα ελάχιστο ποσοστό ασθενεί βαριά. Είναι έτσι στη χώρα μας; Δεν ξέρουμε. Αλλά ας προσπαθήσουμε να μάθουμε. Η χειρότερη αντιμετώπιση είναι κι εδώ η αδράνεια. Καθώς υπάρχει αρκετή καινοτομία στα διαγνωστικά τεστ, η πολιτεία ας αρχίσει τους ελέγχους με διάφορες μεθόδους, με ένα στόχο: τη μαζικότητα των ελέγχων. Αυτή είναι απαραίτητη συνθήκη τόσο για την προστασία των ευπαθών ομάδων, την προετοιμασία των νοσοκομείων τους ερχόμενους μήνες και την επανεκκίνηση της οικονομικής δραστηριότητας.

Σε λίγες εβδομάδες, η κυβέρνηση θα εξετάσει τη σταδιακή αποκλιμάκωση των μέτρων κοινωνικής απόστασης. Η πολιτική της πρέπει να στηρίζεται σε μία όσο το δυνατόν πιο αξιόπιστη απεικόνιση της κατάστασης. Αυτό απαιτεί προετοιμασία: συλλογή στοιχείων και επεξεργασία. Kαι μαζικούς ελέγχους. Αμεσα.

* Ο Ηλίας Παπαϊωάννου είναι καθηγητής οικονομικών στη Σχολή Επιχειρήσεων Λονδίνου (London Business School) και επισκέπτης καθηγητής στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (MIT).

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 10-4-2020