Του Σήφη Φανουράκη
«Θα σας στύψουμε να αδειάσετε και μετά θα σας
ξαναγεμίσουμε με τους εαυτούς μας».
Όργουελ 1984
Το 2005 ένας καταστρεπτικός τυφώνας Κατρίνα του Ατλαντικού, εκτός των άλλων καταστροφών, πλημμύρισε το 80% της πόλης της Ν. Ορλεάνης. Όλα τα σχολεία της πόλης πλημμύρισαν.
Αμέσως, ο οικονομολόγος Μ. Φρίντμαν, γνωστός ορκισμένος εχθρός του δημοσίου, προώθησε μια ριζοσπαστική ιδέα για την αντιμετώπιση της σχολικής στέγης της πόλης : Αντί να δαπανήσει η κυβέρνηση ένα μέρος της χρηματικής βοήθειας της Αμερικάνικής κυβέρνησης για τη βελτίωση του υπάρχοντος συστήματος της δημόσιας παιδείας στη Ν. Ορλεάνη, αυτός πρότεινε να δοθούν στις οικογένειες κουπόνια, επιδοτώντας την φοίτησή τους σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια. Μάλιστα ο ίδιος υποστήριζε : «αυτή η θεμελιώδης αλλαγή δεν θα πρέπει να αποτελεί μια προσωρινή λύση , αλλά μάλλον μια μόνιμη μεταρρύθμιση».
Η κυβέρνηση Τζ. Μπους χρηματοδότησε το σχέδιο αδρά και τα σχολεία της Ν.Ορλεάνης μετατράπηκαν σε επιδοτούμενα σχολεία από το δημόσιο, με τον όρο να διευθύνονται από νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, με δικούς τους κανόνες.
Μέσα σε δεκαεννέα μήνες το σύστημα δημόσιας παιδείας της Ν.Ορλεάνης αντικαταστάθηκε στην πλειοψηφία του από επιδοτούμενα ιδιωτικά σχολεία. Έτσι, πριν τον τυφώνα λειτουργούσαν 120 δημόσια σχολεία, ενώ μετά μόνο τέσσερα. Πριν λειτουργούσαν εφτά επιδοτούμενα σχολεία, ενώ μετά λειτουργούσαν τριάντα ένα επιδοτούμενα από το κράτος. Η συλλογική σύμβαση των δασκάλων ακυρώθηκε και οι απολύσεις έφτασαν τις τετρακόσιες εβδομήντα. Μερικοί, οι νεώτεροι, προσλήφθηκαν από τα επιδοτούμενα σχολεία αλλά με μειωμένους μισθούς.
Είναι προφανές ότι αυτό το εκπαιδευτικό πείραμα αποτέλεσε το εργαστήρι ενός μεγάλου προγράμματος για την εκπαίδευση όλων των Η.Π.Α.
Έτσι, ότι δεν κατάφεραν οι μεταρρυθμίσεις τόσα χρόνια, το κατάφερε ο τυφώνας σε μια ώρα στην Ν. Ορλεάνη.
Ο Φρίντμαν και οι συνεργάτες του, τα λεγόμενα «παιδιά της Σχολής του Σικάγου», προωθούσαν την στρατηγική τους : Σε μείζονες κρίσεις καταρχήν εκποιούνται τμήματα του δημόσιου τομέα σε ιδιώτες, όταν όλοι είναι ακόμα σοκαρισμένοι και στη συνέχεια, μονιμοποιούν τις ιδιωτικοποιήσεις. Και όπως έλεγε χαραχτηριστικά ο Φρίντμαν, «μόνο μια κρίση σχεδιασμένη ή τυχαία οδηγεί σε πραγματικές αλλαγές. Αναπτύσσουμε εναλλακτικές πολιτικές για να αντικαταστήσουμε τις υπάρχουσες. Τις διατηρούμε διαθέσιμες για να τις εφαρμόσουμε όταν το επιτρέψουν, οι πολιτικές καταστάσεις, σε συγκεκριμένους χρόνους».
Ένα από τα δόγματά τους ήταν ότι, όταν ξεσπάει μια κρίση χρειάζεται άμεση παρέμβαση, με ακαριαία δράση πριν ακόμα το κοινωνικό σύνολο ανακάμψει από το πρώτο σοκ. Μια καινούργια Κυβέρνηση, υποστήριζαν, χρειάζεται έξη έως εννέα μήνες για να επιβάλλει μείζονες αλλαγές και αν δεν εκμεταλλευτεί την ευκαιρία, τότε δεν θα επιτύχει πλέον τις αλλαγές.
Αυτή η στρατηγική στηριζόταν στη γενική άποψη του Φρίντμαν που έλεγε ότι, ο ρόλος του κράτους πρέπει να περιορίζεται μόνο στην προστασία της ελευθερίας μας από τους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Άρα αρκεί μόνο η διατήρηση από το κράτος του στρατού και της αστυνομίας· και οτιδήποτε άλλο κρατικό αποτελεί κατάφωρη παρέμβαση στην αγορά.
Το βασικό αφήγημα των νεοφιλελεύθερων, αποτέλεσε μια φονταμενταλιστική μορφή του καπιταλισμού, που έχει ανάγκη από καταστροφές και φόβο για να δρα, με κύριους στόχους : α) Την κατάργηση του δημόσιου τομέα. β) Την απόλυτη ελευθερία δράσης των ιδιωτικών εταιρειών. γ) Την κατάργηση των δημοσίων δαπανών.
Ακόμα και σήμερα οι, ανά τον κόσμο, «οπαδοί» αυτής της «σχολής» πιστεύουν ότι, μία φυσική καταστροφή επιφέρει μια κατάσταση «συλλογικού κλονισμού», η οποία καταργεί τις κοινωνικές αντιστάσεις.
Με τα πρώτα κρούσματα του κορωνοϊού εφαρμόστηκαν τα πρώτα μέτρα κατά της εξάπλωσης της πανδημίας. Επικράτησε ο φόβος και επιβλήθηκαν μέτρα «έκτακτης κατάστασης».
Οι «μαθητές» της σχολής Φρίντμαν, φαίνεται να εκμεταλλεύεται ακαριαία το «συλλογικό κλονισμό», από έναν αόρατο εχθρό. Οι συλλογικές αντιδράσεις εξασθενούν και γίνονται λίγο ή πολύ αποδεκτά τα επιβαλλόμενα μέτρα από τις κυβερνήσεις, με την διαδικασία των πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου που ακροβατούν σε συνταγματικές «εξαιρέσεις».
Στη χώρα μας, η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου στηριζόμενη στον υπαρκτό φόβο και πανικό, που μειώνουν τις «κοινωνικές αντιστάσεις», με ακαριαίο τρόπο επιβάλλει θεμελιώδεις αλλαγές οι οποίες δεν αποτελούν προσωρινές λύσεις, αλλά μάλλον μόνιμες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες χωρίς την ύπαρξη της πανδημίας δεν θα γινόταν αποδεκτές εύκολα.
Η κυβέρνηση πιστή στο νεοφιλελεύθερο αφήγημα, εφαρμόζει τη δεύτερη αρχή της στρατηγικής του Φρίντμαν : Την απόλυτη ελευθερία δράσης του ιδιωτικού τομέα.
Επιβάλλει το μέτρο της εκ περιτροπής απασχόλησης των εργαζομένων, λόγω κορωνοϊού, θεσπίζοντας με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, τη δυνατότητα στους εργοδότες να απασχολούν τους εργαζόμενους κατά το ήμισυ με μειωμένες αποδοχές αντίστοιχα κατά 50%.
Μια τυχαία υγειονομική κρίση επιφέρει αυτή τη θεμελιώδη εργασιακή αλλαγή που δεν θα αποτελεί μια προσωρινή λύση, αλλά μάλλον μια μόνιμη μεταρρύθμιση.
Η ίδια η κυβέρνηση θεωρεί ότι η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο και φορτώνει τις ευθύνες της πανδημίας στην «ατομική ευθύνη». Αποφεύγει την κάλυψη των πραγματικών αναγκών της δημόσιας περίθαλψης. Αντί να επιτάξει τα ιδιωτικά θεραπευτήρια, νοίκιασε τις Μ.Ε.Θ. αυτών των θεραπευτηρίων σε τιμές διπλάσιες από αυτές που προβλέπει ο ΕΟΠΥΥ.
Ενώ «επαινεί» τα δημόσια Νοσοκομεία και ενώ η υγειονομική κρίση συνεχίζεται δεν ενισχύει τις δημόσιες Μ.Ε.Θ., αποφεύγει τους εκτεταμένους προληπτικούς ελέγχους και σταδιακά και μεθοδικά προωθεί την πρώτη αρχή της στρατηγικής του Φρίντμαν : Την κατάργηση του δημόσιου τομέα στην υγεία.
Όπως φαίνεται και εδώ, η λύση δεν θα είναι προσωρινή αλλά μάλλον μετά την κρίση θα αποτελέσει την μόνιμη μεταρρύθμιση στην υγεία.
Αυτό είναι και το βασικό αφήγημα της φονταμενταλιστικής μορφής του καπιταλισμού όπου, οι θεμελιώδεις αλλαγές δεν θα πρέπει να αποτελούν προσωρινές λύσεις, αλλά μάλλον μόνιμες μεταρρυθμίσεις.
Είναι σίγουρο ότι η κυβέρνηση, όπως και η παγκόσμια καπιταλιστική ελίτ, ως «καλοί» μαθητές, θα εκμεταλλευτούν την πανδημία· και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία να κερδοσκοπήσουν μέσα στην παρούσα κρίση.
Είναι σαφές πλέον ότι, αν δεν υπερασπιστούμε το δημόσιο σύστημα υγείας και δεν έχουμε αλληλεγγύη μεταξύ μας, θα είμαστε ευάλωτοι και έρμαια αυτής της ανθρωπιστικής κρίσης, της πανδημίας του νέου «φονικού» ιού και στη συνέχεια οποιασδήποτε κρίσης.