Pulse, ή η αφύπνιση των ευρωπαϊστών μπροστά στους λαϊκισμούς

Του Τομά Βιεντέρ (*)

Εχει γίνει ένα είδος τελετουργίας. Κάθε Κυριακή απόγευμα, σε καμιά εκατοστή πόλεις της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Ολλανδίας ή της Γαλλίας, μια πλατεία γεμίζει με σημαίες με τα χρώματα της Ευρώπης. Οι παριστάμενοι τραγουδούν τον Υμνο στη Χαρά και όποιος θέλει παίρνει τον λόγο για να αναφερθεί στα ευρωπαϊκά ιδεώδη.

Την Κυριακή 30 Απριλίου, στην Goetheplatz της Φραγκφούρτης, ο Ντάνιελ Ρέντερ ήταν για άλλη μια φορά παρών. Αυτός ο 45χρονος δικηγόρος που ειδικεύεται στις συμβουλές στις επιχειρήσεις δεν φανταζόταν στα τέλη του περασμένου χρόνου, όταν ίδρυε το κίνημα «Pulse of Europe», πως θα κινητοποιούσε δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους τόσο στη Γερμανία όσο και σε άλλες χώρες. Ανθρώπους οι οποίοι συμφωνούν με αυτό που αναφέρει το μανιφέστο του κινήματος: «Αν δεν αγωνιστούμε σήμερα για μια ισχυρή και αποτελεσματική Ευρωπαϊκή Ενωση, θα βυθιστούμε στο χάος».

Ο Ρέντερ αναγνωρίζει ότι ο βασικός συσπειρωτικός παράγων είναι η ανησυχία. «Με βασανίζει εδώ και καιρό η αίσθηση ότι η δημοκρατία έχει πρόβλημα. Το είδαμε εδώ στη Γερμανία, όπου παρά την πολύ καλή κατάσταση της οικονομίας δημιουργήθηκαν κινήματα οργής όπως το Pegida. Υστερα ήρθε το Brexit. Ηταν ένα σοκ. Ηξερα βέβαια ότι το Ηνωμένο Βασίλιο είχε μια παράδοξη σχέση με την Ευρώπη, αλλά δεν φανταζόμουν ποτέ ότι μια μέρα θα αποχωρούσε. Ακολούθησε η εκλογή του Τραμπ. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που με ενόχλησε ήταν ότι ο κόσμος διαμαρτυρήθηκε εκ των υστέρων. Και ανησυχούσα για το τι θα συνέβαινε τους επόμενους μήνες, στις εκλογές που θα γίνονταν στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, όπου ανεβαίνει η ακροδεξιά. Αποφάσισα λοιπόν ότι πρέπει να κινητοποιηθούμε νωρίς, γιατί αν ξυπνήσουμε μετά τα γεγονότα θα είναι πολύ αργά».

Το βράδυ της εκλογής του Τραμπ, ο Ντάνιελ Ρέντερ συνειδητοποίησε ότι η στιγμή είχε έρθει. «Το συζητήσαμε με τη γυναίκα μου και σκεφτήκαμε να στείλουμε μέιλ στους γνωστούς μας, ώστε εκείνοι με τη σειρά τους να το κυκλοφορήσουν στους δικούς τους γνωστούς, με το οποίο να τους προτείνουμε μια δημόσια συγκέντρωση». Το ραντεβού ήταν για τις 27 Νοεμβρίου και ο τόπος δεν ήταν τυχαίος: rue de Paris, στην καρδιά της Φραγκφούρτης, στην είσοδο ενός ανοιχτού πράσινου χώρου που λέγεται «Κήπος της Ευρώπης». Η συγκέντρωση δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη, μαζεύτηκαν καμιά 200αριά άνθρωποι. Πήραν λοιπόν την απόφαση να αφήσουν να περάσουν οι γιορτές, να οργανωθούν καλύτερα και να ξαναδούν τα πράγματα στη συνέχεια.

Η δεύτερη φορά πήγε καλύτερα. Κι έτσι, από τα μέσα Ιανουαρίου, κάθε Κυριακή οι φίλοι της Ευρώπης συγκεντρώνονταν σε όλο και περισσότερες πόλεις, με όλο και μεγαλύτερη επιτυχία. «Ο ρόλος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης υπήρξε καταλυτικός», διηγείται ο Ρέντερ. «Για να πετύχει ένα τέτοιο κίνημα χρειάζεται λίγη οργάνωση, πρέπει όμως κυρίως οι άνθρωποι να αποφασίζουν ελεύθερα».

Μεγάλη σημασία έχει, κατά τη γνώμη του, να κρατήσει το κίνημα μια απόσταση από τα πολιτικά κόμματα και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. «Είμαστε θιασώτες της ευρωπαϊκής ιδέας, αλλά όχι της Ευρωπαϊκής Ενωσης όπως λειτουργεί σήμερα, που περνά την ώρα της με ασήμαντες λεπτομέρειες αντί να ασχολείται με ουσιαστικά ζητήματα όπως το κλίμα, η ασφάλεια ή οι μεταναστεύσεις. Στόχος μας είναι να ανοίξουμε μια μεγάλη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης, ζητώντας από τα παραδοσιακά κόμματα να ξεπεράσουν τα παλιά εθνικά σχήματα. Βρισκόμαστε σε μια καμπή της ιστορίας μας και πρέπει να προχωρήσουμε όλοι μαζί, Γερμανοί, Γάλλοι, Βέλγοι, Ιταλοί. Αλλιώς, θα πέσουμε στον τοίχο».

Όταν τον ρωτούν τι τον οδηγεί να υπερασπίζεται την Ευρώπη με τόσο πάθος, ο Ντάνιελ Ρέντερ δυσκολεύεται να απαντήσει. Γιος δασκάλου και ανιψιός αγρότη, λέει ότι δεν ήταν ποτέ πολιτικά στρατευμένος. Αλλά η Ευρώπη τού φαινόταν πάντα κάτι που έπρεπε να υπερασπιστεί. Όπως λέει, ίσως η απάντηση να βρίσκεται στην πόλη όπου μεγάλωσε την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, τη Φούλντα, λίγα χιλιόμετρα από τα ανατολικογερμανικά σύνορα. «Από εκεί πρέπει να ξεκινούν όλα. Αυτή η εμπειρία του διαχωρισμού, μιας χώρας κομμένης στα δύο, στο εσωτερικό μιας Ευρώπης που ήταν κι αυτή κομμένη στα δύο, όλο αυτό εξηγεί γιατί δεν μπορώ να ανεχθώ την ιδέα να ζήσουν και τα παιδιά μου σε μια Ευρώπη όπου κλείνουν ξανά τα σύνορα και οι άνθρωποι οχυρώνονται πίσω από τον εαυτό τους».

(*) Ο Τομά Βιεντέρ είναι δημοσιογράφος της Le Monde

(Πηγή: Le Monde- ΑΠΕ ΜΠΕ)