The mutiny of the good son (Ο όρθιος γιακάς του Νικ)

Toυ Πέτρου Σατραζάνη


Τη 16η Νοεμβρίου 2017 η συναυλία του Nick Cave στην Αθήνα ήταν αδιαμφισβήτητα ένα καλλιτεχνικό γεγονός. Μυσταγωγία, είπαν πολλοί. Ιεροτελεστία. Είναι προφανής η θρησκευτική χροιά με την οποία προφέρεται τα τελευταία χρόνια το όνομα του Αυστραλού Nick Cave. Ένας καλλιτέχνης που για να είμαστε ακριβείς στην Ελλάδα πλέον δεν θαυμάζεται, αλλά λατρεύεται.


Οι στίχοι του Nick Cave προσεγγίζουν δυναμικά την έννοια της πίστης, και την εμποτισμένη με έντονο συναισθηματισμό υπαρξιακή αναφορά σε δυνάμεις. Στη δύναμη του Πάθους, στη δύναμη του Έρωτα στη δύναμη του Θεού στη δύναμη της δύναμης για ζωή. Ο άντρας με τα μαύρα και τον όρθιο λευκό γιακά, ο λιγνός γαλανομάτης με ρεμπέτικη αμφίεση, κάτι φαίνεται ξέρει περί Θεού και Ανθρώπου. Τελευταία μετά την απόφασή του να μεταβεί στο Ισραήλ για συναυλία και μετά τη δημόσια αντιπαράθεσή του με τον Roger Waters κάποιοι διερωτώνται εάν γνωρίζει και περί …πολιτικής.


Όταν η βρετανική πλαστικίλα των 80’s καθιερωνόταν συνηγορώντας στη αισθητική πρόταση μιας μουσικής ‘’φλωριάς’’ ένα συγκρότημα, οι Βirthday Party κραύγαζε παθιασμένα αναλύοντας δωρικά μπλουζ συγχορδίες, βάζοντας ψαρόκολλα στα μαλλιά και παίζοντας με την πλάτη στο κοινό. Ο δε front man της, πιο πολύ φώναζε παρά τραγουδούσε. Με έναν ιδιαίτερο και περίεργο τρόπο, ώστε να μην ακούσει κανείς τι ήθελε να πει, πέρα από τον ίδιο.


Η αίσθηση της κάθε περφόρμανς που πραγματοποιεί είναι και μια προσευχή, μια προσωπική συνομιλία με όλους και με κανέναν. Όταν το άλμπουμ ‘’ Mutiny’’ κυκλοφορούσε, δεν ήταν σίγουρα ‘’ποπ’’. Αλλά και όταν το ‘’ The Good Son’’ υμνούσε μεθυστικά με σαρκασμό και τόλμη τον καλό Θεό που τιμωρεί επειδή μας αγαπά, σαφώς δεν προσέγγιζε την αγριάδα του’’ Mutiny’’ αλλά την ξεπερνούσε πλέον εκφραστικά εκτινάσσοντάς την εφηβική οργή στο πεδίο της λυρικής αφήγησης.


Στην δημιουργική του πορεία βρήκε τρόπους να μιλήσει. Ηθοποιός, σεναριογράφος, συγγραφέας μυθιστορημάτων. Εάν η πολιτική στάση είναι ταυτόχρονα και καλλιτεχνική άποψη τότε κάποιος μπορεί να εκφέρεται πολιτικά, να αρθρώνει πολιτικό λόγο θέτοντας το έργο του ανοικτό προς κάθε επίκαιρη κοινωνιολογική διάθεση, ενταγμένο στην ‘’ασφάλεια’’ μιας νόρμας εκλογίκευσης . Προσωπικά θεωρώ τον χρόνο της εργασίας ενός καλλιτέχνη όχι τον χρόνο της δουλειάς του απλώς ( τον χρόνο δηλαδή που ξοδεύει κάθε άνθρωπος που πηγαίνει στη δουλειά του, και μετά το πέρας του ωραρίου του ξεκινά να μετρά τον ‘’προσωπικό’’ χρόνο) , αλλά τον ‘’πραγματικό ‘’ χρόνο, τον συνυφασμένο με τον προσωπικό.


Το έργο τέχνης, τη στιγμή που παράγεται και έπειτα δημοσιοποιείται, αποτελεί πολιτική έκφραση του ανθρώπου που το δημιουργεί. Μια σφραγίδα που αποτυπώνει ίσως πολύ διαυγέστερα μια πεποίθηση από ότι ένα ‘’Ναι’’ ένα ‘’Όχι’’ ένα ‘’Συμφωνώ ένα ‘’Διαφωνώ’’. Από το 1994 μας έλεγε κάτι πολύ απλό. Κάτι σαφές, και αινιγματικό. ‘’Let love in ‘’.
Και ο Χριστός εικάζω πως κάτι ίδιο θα είχε πει, μόνο που στο ομώνυμο άλμπουμ ο Νικ εμφανίζεται με το τατουάζ – διαβολάκο στο μπράτσο ,σημάδι της μετά-εφηβείας του.


Ήταν η εποχή που τατουάζ είχαν μόνο οι ναυτικοί και οι κρατούμενοι σε φυλακή. Και ίσως οι πρώτοι γκόθικ πάνκηδες. Εκεί εμφανίζεται να κοιτά προς τα επάνω δείχνοντάς μας στήθος, λαιμό, και πηγούνι. Γυμνός σαν Εσταυρωμένος αλλά με τα χέρια κλειστά και το κεφάλι όρθιο. Τα πάντα στον Νικ είναι η σημειολογία που περιέχουν. Στο ίδιο άλμπουμ είναι που διερωτάται ‘’Μ’ αγαπάς ;’’ . Με νοσταλγία και ιερό λυγμό, καγχάζοντας μονάχος, αλλά και συμφιλιωμένος άραγε με τη μοναξιά του ; Εάν η καλλιτεχνική άποψη είναι και μια πολιτική στάση, τότε το μόνο που μας μένει είναι να ξαναδιαβάζουμε τα έργα τέχνης κάνοντας βουτιά στην πολλαπλότητα τους .

Από όλες τις μεριές, και σίγουρα από εκείνες που ερεθίζουν στοχαστικά τη φαντασία μας. Ίσως έτσι να εκπληρώνουμε και τη δική μας, προσωπική σύνδεση με μια μουσική, ένα ποίημα, έναν μονόλογο ή ένα φιλμ. Να το καθιστούμε αναγκαίο, μόνο όσο μας διεγείρει μυστικά και όχι όταν μας προκαλεί εξόφθαλμα. Οι μανιφεστοποιήσεις και ο περιχαρακωμένος δογματισμός που θέλει με το ζόρι να τοποθετήσει μια πράξη ή μια δήλωση, σε ένα συμβατό με την εύκολη κριτική πεδίο, είναι ένας χώρος που δεν αφορά σίγουρα τη μουσική και ό,τι ο κάθε δημιουργός προσπαθεί τίμια να βγάλει από τα εσώψυχά του.

Η συναυλία της Αθήνας έκλεισε με την προτροπή ‘’Push the sky away’’ . Θέλει πολύ σπρώξιμο, για να δεις μέσα από τα σύννεφα, για να ανοίξεις έναν δρόμο στον ουρανό εκεί που όλα μοιάζουν άδεια, χωρίς βαρύτητα, παγωμένα και ξένα. Ας δούμε όμως ότι ο Νικ λαμβάνει θέση στον δικό του θρόνο, σαν άλλος ‘’Βασιλιάς Μελάνι’’. Στον ουρανό που ίδιος έφτιαξε, για να τον χαλάσει πάλι με ίδια του τα χέρια του.