Του Γ. Λακόπουλου
Γράψε κι εσύ μια διακήρυξη, μπορείς. Μπορείς όμως; Ο συντάκτης της νέας πολιτικής Διακήρυξης που προέκυψε από τις εργασίες της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ απέδειξε ότι δεν μπορεί.
Έδωσε στη δημοσιότητα ένα προβληματικό κείμενο, με άγαρμπο λόγο, κουραστικές επαναλήψεις παλαιοκομμουνιστικού ύφους, αυθαιρέτων συμπερασμάτων και ανούσιων διακηρύξεων.
Αποκλίνει προκλητικά από την εισήγηση του Αλέξη Τσίπρα και δεν έχει καμιά σχέση με την αναφορά που υπάρχει μέσα στην ίδια Διακήρυξη:
»Εμπνεόμαστε από τη δημιουργία του ΕΑΜ και την Εθνική Αντίσταση, τους δημοκρατικούς αγώνες κατά του μετεμφυλιακού κράτους, τον αγώνα του 1-1-4, τον αντιδικτατορικό αγώνα και την εξέγερση του Πολυτεχνείου, το μεταπολιτευτικό κύμα του εργατικού και φοιτητικού ριζοσπαστισμού και τη μεγάλη δημοκρατική έκρηξη του ‘81».
Η Διακήρυξη στο σύνολό της αναιρεί αυτή την – ανδρεοπαπανδρεϊκή!- αναφορά με την ταυτοτική σημασία , που συνδέει τον ΣΥΡΙΖΑ με τον πυρήνα της ιστορικής διαδρομής της προοδευτικής παράταξης- και όχι αποκλειστικα με τις δράσεις της παραδοσιακής Αριστεράς, απο την οποία εμπένοονται ακόμη ορισμένοι στην Κουμουνδούρου.
Είναι κείμενο- άρθρο και οχι ιστορικό ντοκουμένο. Δεν μπορεί να εμπνεύσει, να αναδείξει οράματα, να περιγράψει ιδεολογία και να ορίσει στόχους και πολιτικές συμπεριφορές. Δεν είναι αναφορά στο μέλλον, έρχεται από το απολιθωμένο παρελθόν. Ερασιτεχνισμός και παπαγαλία.
Αγνοεί την Ιστορία, όταν δεν την παραχαράσσει κιόλας. Παραβλέπει ότι η Ελλάδα είναι μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Αποσιωπά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνησε στηριζόμενος σε μια ετερόκλιτη συμμαχία και εφάρμοσε ένα Μνημόνιο.
Ισοπεδώνει τη Δημοκρατική Παράταξη και ιδιοποιείται τις κατακτήσεις της υπέρ κάποιας «Αριστεράς». Σε κάθε παράγραφο μηρυκάζει ατάκες και προσεγγίσεις άλλων εποχών πασπαλισμένες με τάχα σύγχρονες αναφορές.
Η εκφραστική πενία του συντάκτη τον οδηγεί στην κατάχρηση του όρου «Εμείς όλες και όλοι εμείς που…» για να περιγράψει ένα θολό κοινωνικό και πολιτικό υποκείμενο και να προτείνει με κουραστική επανάληψη «ένα κόμμα» που δεν μπορεί να προσδιορίσει.
Αντιμετωπίζει τους πολίτες ως πρόθυμους αυτιστικούς οπαδούς του και την Ευρώπη ως αλλότριο πεδίο για να κάνει αυτό το κόμμα ιδεοληπτικές ασκήσεις.
Όποιος έγραψε το κείμενο δεν είχε ιδέα τι συμβαίνει στον κόσμο, τι είναι η κοινοτική Ευρώπη και πώς δένεται η Ελλάδα μαζί της ακατάλυτα, τι συνέβη στη χώρα ως τώρα και τι χρειάζεται για το μέλλον. Αρκείται σε μια εκμαυλιστή φλυαρία αντιγράφοντας το λεξιλόγιο, το ύφος και την οπτική των εποχών χρεοκοπίας της Αριστεράς.
Όταν ισχυρίζεται ότι «η Αριστερά, στην Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο σε κάθε της εκδοχή, υπήρξε από την πρώτη μέρα της δημιουργίας της δύναμη προοδευτικής αλλαγής» αγνοεί καταφανώς την ιστορική αλήθεια, που περιλαμβάνει και φάσεις βαρβαρότητας και οπισθοδρομικής πορείας της Αριστεράς.
Και όταν αναφέρεται στις «δημοκρατικές κατακτήσεις» του λαού στην Ελλάδα παραπληροφορεί, όταν τις αποδίδει στην Αριστερά ενώ προέκυψαν καταφανώς στις περιόδους διακυβέρνησης της Κεντροαριστεράς.
Αν περισσεύει κάτι σ’ αυτό το κείμενο είναι οι μεγαλοστομίες του τύπου: Εμείς, η Προοδευτική Συμμαχία, ο ΣΥΡΙΖΑ, η ελληνική Αριστερά, θέλουμε να διακηρύξουμε ότι: Η ιστορία δεν έχει τελειώσει!». Τρέμε, Φουκουγιάμα.
Όταν αναφέρεται στις «κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις ενός νέου διαφωτισμού» και ισχυρίζεται ότι «σήμερα, περισσότερο από ποτέ, το να αντισταθούμε στο σύστημα που ορίζει τα πάντα με μοναδικό κριτήριο το κέρδος αποτελεί ζήτημα ζωής και θανάτου» απλώς δεν γνωρίζει την διαχρονική εξέλιξη των πραγμάτων.
Ή την αντιλαμβάνεται με όρους άλλων δεκαετιών λέγοντας ότι «σήμερα, έχουμε την ευθύνη να οραματιστούμε, να προβληματιστούμε, να ενωθούμε, και να παλέψουμε για έναν άλλο κόσμο κόσμο με σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία». Ή ότι «σύνθημα είναι σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Ούτε καν σωστή χρήση γνωστών αναφορών δεν μπορεί να κάνει.
Βλέπει όμως «μεγάλες κοινωνικές αντιστάσεις στα χρόνια της κρίσης και άνοδο ενός νέου αριστερού, ριζοσπαστικού, και σοσιαλιστικού ρεύματος στην Ελλάδα» και παραπληροφορεί αναφερόμενος στην «δημιουργία για πρώτη φορά μιας κυβέρνησης μέσα στην ΕΕ με πυρήνα ένα κόμμα της Αριστεράς, που αποτελεί ένα ιστορικό ορόσημο». Υπήρξε κι ένας Καμμένος για τον οποίο χρειάζεται κάποια απολογία, ή έστω εξήγηση.
Κανείς δεν καταλαβαίνει τι εννοεί το αναφέροντας ότι «αποδείξαμε ότι μπορούμε ξανά να οραματιστούμε, πέρα από τον ορίζοντα της ήττας και της διαχείρισης, τις κοινωνικές αλλαγές που απαιτεί η εποχή μας».
Αλλά καταλαβαίνει πως όταν λέει «όλοι μαζί να δημιουργήσουμε μια σύγχρονη προοδευτική παράταξη, που θα εκφράζει τα όνειρα και τις ανάγκες του δημοκρατικού προοδευτικού κόσμου» ο συντάκτης αγνοεί ότι ο προοδευτικός κόσμος άλλο θέλει: σύγχρονο κόμμα με σύγχρονο λόγο και σύγχρονο πρόγραμμα.
Δεν γνωρίζουμε πώς ανακάλυψε ο συντάκτης της Διακήρυξης ότι το ζητούμενο από αυτό το κόμμα είναι «να μετασχηματίσει την Ελλάδα σε μια χώρα με ισότητα και αλληλεγγύη». Οι λέξεις «ισότητα» και «σοσιαλισμός» πλεονάζουν στο κείμενο, αλλά πουθενά δεν υπάρχει το περιεχόμενο και ο προσδιορισμός τους
Εκτός αν τα καλύπτει με διατυπώσεις όπως: «Το αίτημα του σοσιαλισμού δεν περιγράφει ούτε μια ουτοπία, ούτε ένα καθεστώς. Αποτελεί μια απελευθερωτική διαδικασία. Με τομές και ρήξεις, χωρίς νομοτελειακά προκαθορισμένη πορεία, ή αποτέλεσμα. Μια διαδικασία που προφανώς θα περιλαμβάνει και πισωγυρίσματα, αλλά ποτέ δεν θα παίρνει τα μάτια από τον στόχο. Μια κοινωνία που η παραγωγή θα οργανώνεται δημοκρατικά με κριτήριο την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, την εκπλήρωση των επιθυμιών και όχι το κέρδος».
Ή με «έναν πολιτισμό ελεύθερο από το κέρδος, γόνιμο, δημιουργικό που θα εμψυχώνει, και θα ενθαρρύνει νέες αυτεξούσιες συλλογικότητες. Μια καθημερινότητα πλούσια και αυθεντική».
Μάλλον δεν έχει αίσθηση τι λέει. Ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι μεγάλο κόμμα εξουσίας -με κυβερνητικό παρελθόν πλέον- και όχι «συλλογικότητα». Και θέλει να ξανακυβερνήσει για να εφαρμόσει ένα κυβερνητικό πρόγραμμα όχι για να φέρει τη φαντασία στην εξουσία. Έτσι τουλάχιστον τον αντιμετωπίζουν όσοι τον ψηφίζουν.
Οι ελεγειακοί τόνοι του για την Ευρώπη μετατρέπουν το κείμενο σε εχθρική αναφορά στην κοινοτική Ευρώπη, τις επιδιώξεις και τα οράματα της οποίας αγνοεί, ή αποσιωπά, όταν δεν καταστροφολογεί.
Αυτό δεν τον εμποδίζει όμως να αναφέρεται στην παρουσία των «των κομματικών σχηματισμών της Αριστεράς», παραβλέποντας ότι η Αριστερά στην Ευρώπη βρίσκεται περιθώριο, όταν δεν είναι ευθέως αντιευρωπαϊκή.
Πρόκειται για αρλουμπολόγο που δεν ξέρει που πάνε τα τέσσερα ακόμη σ’ αυτά που βρίσκονται μπροστά στα μυωπικά γυαλιά του: «Σε αυτό τον δρόμο συναντηθήκαμε με συντρόφους και συντρόφισσες που συγκρότησαν την Προοδευτική Συμμαχία. Αριστεροί, σοσιαλιστές, οικολόγοι, ακτιβιστές και ακτιβίστριες της κοινωνίας των πολιτών». Αυτό νομίζει ο δυστυχής ότι είναι το 32% του ΣΥΡΙΖΑ.
Γι’ αυτό μας λέει ότι στην πορεία προς τον σοσιαλισμό που προτείνει «αξιοποιούμε τα μαρξιστικά εργαλεία ανάλυσης, αλλά ακουμπάμε ευρύτερα στη χειραφετητική σκέψη, αξιοποιούμε κριτικά κάθε σημαντική θεωρητική συμβολή». Καλοσύνη του.
Τα προηγούμενα κείμενα του ΣΥΡΙΖΑ του 4% ήταν πιο συγκροτημένα. Ότι αυτό το κείμενο της συμφοράς με τις αερολογίες και τις προβληματικές αναφορές σε ιδεολογίες, δράσεις και πολιτικές, εγκρίθηκε ομόφωνα σημαίνει ότι κανείς δεν το διάβασε. Κάποιος όμως πρέπει να το αποσύρει.