Του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Εκείνο που εξελίσσεται όλες αυτές τις ημέρες στην ΔηΣυμπ – το άνευρο, μετά και το εγχείρημα της Βενιζελικής λογικής «Ελιάς», πουκάμισο-Ελένη, που καλείται να λειτουργήσει ως μετα-ΠΑΣΟΚ – με την διμοιρία των υποψηφίων αρχηγών και την νευρική έως υστερική συζήτηση για την ιντερνετική ή μη ψηφοφορία, διαλύει αυτόν τον χώρο. Πικρό, αυτό! Υπάρχει όμως και κάτι χειρότερο: είναι ενδεχόμενο ο χώρος να μην διαλύεται (με την τεχνική βοήθεια όσων υποτίθεται ότι πάνε να τον στήσουν στα πόδια του, ή όσων μένουν στο παρασκήνιο «αναμένοντας τις εξελίξεις» και αποφεύγοντας την έκθεση – και δεν αναφερόμαστε μονάχα στον Βαγγέλη Βενιζέλο), αλλά να περιέρχεται σε ανυπαρξία. Να μετατρέπεται σε ΚΟΔΗΣΟ/ΕΚ-ΝΔ της δεκαετίας του ΄70.
Χρησιμοποιούμε αποχρώσεις του πικρού, γιατί; Επειδή στην Ελληνική πολιτική σκηνή εδώ και σχεδόν έναν αιώνα εκείνο που περιγράφεται ως ΚεντροΑριστερά – δηλαδή η επιλογή της επιδίωξης της ισότητας μάλλον παρά της ατομικής ανάδειξης ως βάθρου της πολιτικής δράσης (ετούτο είναι μια απλή διϋλιση της Αριστεράς), όμως με αποφυγή της ακραίας συνέπειας του εξισωτισμού και με αποδοχή των καταναγκασμών της πραγματικότητας, της διακυβέρνησης (κάπου εκεί μπαίνει στην μέση η λογική Κέντρου) – διεκδικεί και πετυχαίνει την έκφραση της
κοινωνιολογικής πλειοψηφίας. Η ΚεντροΑριστερά δεν ενθουσιάζει, δεν αναφλέγει, αλλά εκφράζει μια βαθύτερη ισορροπία και τα χρόνια του Βενιζελισμού, και στην Πλαστηρική εκδοχή, και στην Ένωση Κέντρου του Ανένδοτου και στις οβιδιακές μεταμορφώσεις του ΠΑΣΟΚ.
Τώρα; Τώρα, μετά την αποτυχία-του-Εκσυγχρονισμού-που-μετεξελίχθηκε-σε-εγκατάλειψη της διάστασης της Αριστεράς (προσοχή! όχι λόγω του ίδιου του Κώστα Σημίτη ή του Νίκου Θέμελη, ή και αργότερα του ΓΑΠ, αλλά λόγω του κατσαπλιαδισμού που ανέβηκε ως κύμα για την διατήρηση της νομής της εξουσίας), τείνει να απομείνουν μόνον οι κενές αναφορές σε λέξεις και αξίες αριστερόστροφες. Ενώ ο κόσμος που είχε στρατευθεί ή και απλώς επιλέξει αυτόν τον χώρο «περιμένει», δεν εισπράττει παρά κενές διατυπώσεις – οι οποίες, σημειωτέον, όσο πιο όμορφα εκφράζονται τόσο η κενότητά τους αναδεικνύεται! – και όρκους για αμφίπλευρη εναντίωση προς τους εναπομείναντες μεγάλους της πολιτικής σκηνής, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ..
Ενώ ρηχά κάτω από την επιφάνεια βράζουν τα «εγώ» και η ανάγκη συμμετοχής σε σχήματα άσκησης της εξουσίας – απλή αναλογική στον ορίζοντα, βλέπετε. Να τα πούμε ανοιχτά: οι περίτεχνες συζητήσεις και αντιδικίες και Fbκαυγάδες για την ιντερνετική ψηφοφορία ή μη, ή πάλιν ο αγώνας να συγκεντρωθούν οι…… 1.000 υπογραφές από 7 διαμερίσματα της χώρας απ’ όσους σηκώθηκαν να διεκδικήσουν όχι την ηγεσία, αλλά ρόλο, κρύβουν μια πορεία προς την ανυπαρξία.
Αν οι πεισματικά στρατευόμενοι σ’ αυτόν τον πολιτικό χώρο πολίτες δεν τραβήξουν το αυτί των προσερχόμενων ως ταγών, να τους υποχρεώσουν να προσγειωθούν στην σημερινή πραγματικότητα και όχι στις αναμνήσεις τους, να τους κάνουν να πουν ευθέως με ποιους θα πάνε και ποιους θα αφήσουν (όχι ως συμμαχίες εξασφάλισης υπουργικών θώκων, αλλά ως θέσεις για άσκηση πολιτικής, ως επιλογές κοινωνίας) τότε απλώς συμμετέχουν στο μνημόσυνο εκείνου που θεωρούν ότι τους αντιπροσωπεύει – της ΚεντροΑριστεράς.
Και το χειρότερο είναι ότι οι Δέκα Διεκδικητές που κατατρίβονται σε συζητήσεις για την ψηφιακή ψηφοφορία – όσο τους αντέξει ο άτυχος Νίκος Αλιβιζάτος! – είναι καλοί και αξιόλογοι άνθρωποι (ορισμένοι και προσωπικά φίλοι, αλλά η πολιτική…), που όμως κινδυνεύουν να κάνουν τελικά κακό στον χώρο τους, στον εαυτό τους και στην πολιτική ισορροπία του αύριο.