Του Γ. Λακόπουλου
Προς αποφυγή παρεξηγήσεων το κείμενο με τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη μετά τη συνάντησή του με την Άνγκελα Μέρκελ- στα κομματικά της γραφεία και όχι στην Καγκελαρία- προέρχεται από το επίσημο ιστότοπο της ΝΔ.
“Συζήτησα αναλυτικά με την Καγκελάριο Merkel για τις εξελίξεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Μετέφερα στην Καγκελάριο μερικές εικόνες από τις δυσκολίες που περνούν οι Έλληνες, έπειτα από επτά και πλέον χρόνια οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Μιλήσαμε για την ανεργία των νέων και για την ακραία φτώχεια. Της μίλησα για τις σκληρές προσπάθειες των πολιτών, την αξιοπρέπεια και την αλληλεγγύη τους για να βοηθήσουν τις οικογένειές τους και όσους χρειάζονται την αρωγή τους.
Είχα την ευκαιρία, επίσης, να εξηγήσω στην Καγκελάριο ότι, για την μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων, η θέση μας στο κέντρο της Ευρώπης είναι αδιαπραγμάτευτη”.
Λέμε ένα ξεκάθαρο όχι στην επιστροφή στη δραχμή και σε όσους διακινούν τέτοια σενάρια. Η Ελλάδα είναι και θα παραμείνει μέλος της Ευρωζώνης.
Είναι σαφές πως οι καθυστερήσεις και οι παλινωδίες της Κυβέρνησης οδηγούν τους πιστωτές μας σε υπερβολικές απαιτήσεις.
Η κοινωνία πληρώνει πολύ ακριβά το λογαριασμό για την αποτυχία του κ. Τσίπρα να εφαρμόσει τις τολμηρές αλλαγές που χρειάζεται η πατρίδα μας.
Πολλές από αυτές τις αλλαγές δεν έχουν κανένα δημοσιονομικό κόστος.
Η Κυβέρνηση Τσίπρα δεν έχει κανένα σχέδιο για την ανάπτυξη της οικονομίας, την προσέλκυση επενδύσεων, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Στο προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα έχει προκαλέσει επικίνδυνες καταστάσεις με την ανικανότητα και την ιδεοληψία της.
Η χώρα χρειάζεται σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ένα σχέδιο εθνικής ανάταξης και ανασυγκρότησης.
Διατύπωσα την αποφασιστικότητά μας να κάνουμε την Ελλάδα ένα κανονικό Ευρωπαϊκό Κράτος.
Η λιτότητα χωρίς προοπτική και η συνεχής αβεβαιότητα δεν αξίζουν στον Ελληνικό λαό.
Οι Ελληνίδες και οι Έλληνες αξίζουν μια καλύτερη ζωή και εμείς θα κάνουμε ό,τι πρέπει για να την εξασφαλίσουμε’.
Αν ο πρόεδρος της ΝΔ τα είπε όλα από τις δηλώσεις του προκύπτουν δύο παρατηρήσεις.
Η πρώτη είναι η ομολογία ότι ενώπιον μιας αρχηγού αλλού κράτους κατηγόρησε την ελληνική κυβέρνηση. Σε μια στιγμή που η χώρα έχει ανάγκη να κλείσει η αξιολόγηση -μόνο ο αθεράπευτος Γεωργιάδης δεν το θέλει- ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε ότι μπορούσε για να αποδυναμώσει τη θέση της ελληνικής κυβέρνησης που διαπραγματεύεται τους όρους της αξιολόγησης.
Σα να μιλούσε σε κομματική εκδήλωση ομολόγησε ότι χρέωσε στην ελληνική κυβέρνηση την ευθύνη για την καθυστέρηση, όταν ακόμη και οι Γερμανοί λένε το αντίθετο- όπως λέει ο πρόεδρος της Κομισιον και πολλοί ακόμη. Το ίδιο έκανε και για το μεταναστευτικό.
Τι να πει κανείς; Αυτή είναι η βοήθεια που προσφέρει στη χώρα; Σε άλλες εποχές αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν θα τολμούσε να επιστρέψει μετά από αυτές τις δηλλωσεις. Ούτε τα στελέχη του παλιού ΚΚΕ μπροστά στους Σοβιετικούς δε μιλούσαν έτσι…
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά κυρίως τους οπαδούς της ΝΔ τους οποίους, όπως προκύπτει, ο πρόεδρος του κόμματος τους τους περιπαίζει όταν ζητάει άμεσες εκλογές. Είναι το μόνο που δεν ανέφερε στη Μέρκελ. Δηλαδή της μίλησε για όλα εκτός από το κεντρικό αίτημα και το βασικό σύνθημά του; Τελικά ποιος κοροιδεύει ποιον σ’ αυτό το κόμμα;
Πάντως πρέπει να σημειωθεί ότι το πέρασμα του προέδρου της ΝΔ από τη Γερμανία δεν ήταν ανώδυνο. Υπήρξαν κάποια θετικά δημοσιεύματα, αλλά οι σοβαρές εφημερίδες τον έσφαξαν με το γάντι.
«Είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ο νέος Τσίπρας;» διερωτάται αρθρογράφος της Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Δεν είναι λαϊκιστής όπως ο Τσίπρας. Η ομιλία του στη Θεσσαλονίκη τον περασμένο Σεπτέμβριο για την οικονομία όμως προκάλεσε αίσθηση. (…) Κανείς δεν αμφισβητεί ότι η φορολογική επιβάρυνση ελληνικών επιχειρήσεων και των πολιτών είναι ασφυκτικά υψηλή. Ωστόσο πριν αναζωογονήσουν οι σχεδιαζόμενες φοροελαφρύνσεις του Μητσοτάκη την οικονομία, θα στερήσουν καταρχήν στο κράτος έσοδα τα οποία θα πρέπει να αναπληρωθούν. Όπως διατεινόταν το 2009 ο τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης Γιώργος Παπανδρέου ότι ‘Λεφτά υπάρχουν’, έτσι και ο Μητσοτάκης ισχυρίζεται ότι εντόπισε δυνατότητες εξοικονόμησης στο δημόσιο. Εντούτοις είναι αμφίβολο εάν οι πόροι επαρκούν για την χρηματοδότηση».
Ο ίδιος αρθρογράφος θεωρεί προβληματική και την πρόταση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τη μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 3,5% στο 2%, σημειώνοντας ότι το κενό θα πρέπει να καλυφθεί καταρχήν από την υπόλοιπη Ευρωζώνη, και αυτό δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές κατά την εκλογική χρονιά που διανύουμε. «Έτσι μπορεί να αναβιώσει η συζήτηση περί Grexit, την οποία ο Μητσοτάκης θέλει να αποφύγει πάση θυσία. Η Ελλάδα όμως δεν θα ήταν σήμερα στην Ευρωζώνη, εάν η ψήφος του Μητσοτάκη σε παλαιότερες ψηφοφορίες ήταν καθοριστική για το μέλλον της χώρας», υπενθυμίζοντας ότι το 2010 καταψήφισε το Μνημόνιο «παρότι εξαρτιόταν από αυτό η επιβίωση της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Υπενθυμίζει μάλιστα ότι “μόνον μια βουλευτής είχε το θάρρος να αντισταθεί και να ψηφίσει με ‘ναι’: η πρώην υπ. Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη, η αδερφή του Μητσοτάκη”.
Η Süddeutsche Zeitung από την πλευρά της απορεί: “Νέα αρχή και Μητσοτάκης, σχήμα οξύμωρο;”. Και σχολιάζει ότι «ο όρος νέα αρχή και το όνομα Μητσοτάκης δεν μπορούν να συνδυαστούν τόσο απλά» αφού η οικογένεια Μητσοτάκη είναι μια από τις πολιτικές δυναστείες που κυριαρχούν τις τελευταίες δεκαετίες στην πολιτική ζωή της Ελλάδας.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το επίθετο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα του Κυριάκου Μητσοτάκη. Όταν έδινε μάχη για την προεδρία του κόμματος χρησιμοποιούσε μόνον το μικρό του, Κυριάκος. “Γνωρίζω ότι πολλοί δεν με ψηφίζουν λόγο του ονόματός του’, έλεγε τότε. Παρά ταύτα είναι όμως περήφανος να κατάγεται από την γνωστή αυτή οικογένεια».