Του Γ. Λακόπουλου
Την ώρα που ο Πρωθυπουργός επαινεί το δημόσιο σύστημα υγείας και ισχυρίζεται ότι η κυβέρνησή του το ενίσχυσε , στα κρατικά νοσοκομεία η Ελλάδα αναστενάζει: τα ασθενοφόρα περιμένουν να αποβιβάσουν αρρώστους που δεν βρίσκουν τις ΜΕΘ που έλεγε ότι τους διασφάλισε η κυβέρνηση.
Στο δημόσιο καλύφθηκαν ήδη με 700 διασωληνωμένους, αφού δεν υπήρξαν ποτέ οι 1400 ΜΕΘ που ανέφερε κατά καιρούς ο Πρωθυπουργός. Στον ιδιωτικό τομέα διαφυλάσσονται προς κερδοσκοπία.
Το λάθος που κάνει ακόμη η αντιπολίτευση είναι να καταλογίζει στην κυβέρνηση ότι έκανε λάθος στη διαχείριση αυτής της υπόθεσης. Καθόλου. Η κατάρρευση του ΕΣΥ είναι συνειδητή και προσχεδιασμένη. Το έβλεπαν από την αρχή την πανδημίας όσοι δεν έκλειναν τα μάτια.
Η εξαίρεση των ιδιωτικών κλινικών ήταν πράξη προστασίας τους, όχι δείγμα… περιορισμένης εμπιστοσύνης- σε αντίθεση με τα κρατικά νοσοκομειακά για τα οποία είναι υπερήφανος ο Πρωθυπουργός. Έπρεπε να μείνουν «ανέπαφες» και έτοιμες να υποδεχθούν τους ασθενείς που θα φεύγουν από το ΕΣΥ. Εφόσον μπορούν να πληρώσουν φυσικά.
Αξιόπιστοι παράγοντες με στρατηγική θέση σε κρατικά νοσοκομεία το επισήμαναν από την ημέρα που η κυβέρνηση ανακοίνωσε τα αρχικά μέτρα εν όψει του κορονοϊού: τα νοσοκομεία αναφοράς.
Τον Φεβρουάριο του 2020 οι καλύτερες μονάδες του ΕΣΥ ορίσθηκαν ως «νοσοκομεία αναφοράς», ενώ οι κλινικάρχες κράτησαν τα μαγαζιά τους «μακριά» από το πρόβλημα.
Η επιδημία προτού καν ενσκήψει στη χώρα άρχισε να χρησιμοποιείται για τη χειραγώγηση του ανταγωνισμού -με την απόφαση να κατευθύνουν όλα τα κρούσματα, που δεν είχαν έλθει ακόμη, όχι απλώς στα κρατικά νοσοκομεία, αλλά στα καλύτερα από αυτά.
Οι διορατικοί διέκριναν τον στόχο και το ΑΠ τον είχε καταγράψει: το τέλος της πανδημίας να βρει το ΕΣΥ καθημαγμένο και τις ιδιωτικές μονάδες ισχυρότερες απέναντί του.
Η κυβέρνηση δεν ήθελε νέες ΜΕΘ
Από την περασμένη άνοιξη κιόλας οι κλινικάρχες παραδέχονταν ότι υπήρχε «συναντίληψη» με την κυβέρνηση σ’ αυτόν το σχεδιασμό. Σήμερα το παραδέχεται και η κυβέρνηση αναγκαζομένη να προχωρήσει σε κάποιες επιτάξεις ιδιωτικών κλινικών.
Ως τώρα η «συνεργασία» με τους ιδιώτες αφορούσε «απλές κλίνες απλές και ΜΕΘ non COVID», με διπλάσια νοσηλεία. Οι κλινικάρχες όχι μόνο δεν σήκωσαν μέρος του φορτίου, αλλά κερδοσκοπούσαν κιόλας. Η κυβέρνηση τους έστελνε πελάτες, αλλά όχι με κορονοϊό.
Η εμφανής πλέον κατάρρευση του πρωθυπουργικού ισχυρισμού για υπερδιπλασιασμό των ΜΕΘ δίνει διαστάσεις σκανδάλου στην υπόθεση.
Είναι σαφές πλέον ότι η κυβέρνηση δεν ήθελε νέες ΜΕΘ, πρώτα για να μην προσλάβει ειδικευμένους γιατρούς και νοσηλευτές και της… μείνουν και στη συνέχεια για να μην δημιουργηθεί ένας ακόμη ανταγωνιστικός τομέας στους ιδιώτες.
Απέφυγε την ισοδύναμη κατανομή των περιστατικών, εξαιρώντας τους ιδιώτες με το πρόσχημα ότι «δείχνει εμπιστοσύνη στο ΕΣΥ», όπως επαναλαμβάνει υποκριτικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Στην ουσία σχεδίασε συνειδητά την καταστροφή του ΕΣΥ υπέρ των ιδιωτών. Ήδη από τον περσινό Μάρτιο το ΑΠ κατέγραφε την πρόβλεψη διακεκριμένου πανεπιστημιακού της περιφέρειας: «Το μεγαλύτερο θύμα του ιού θα είναι το ΕΣΥ».
Στην πράξη το υπουργείο Υγείας, ορίζοντας ως νοσοκομεία απορρόφησης των νοσούντων μόνο τις μεγάλες μονάδες του δημοσίου τις αποδυνάμωσε έναντι των ανταγωνιστικών ιδιωτικών κλινικών.
Την επιλεκτική «εξουδετέρωση» των καλών κρατικών νοσοκομείων και την αντίστοιχη έμμεση πριμοδότηση στους ιδιώτες είχαν καταγγείλει και οι υγειονομικοί.
Ο γενικός γραμματέας των νοσοκομειακών γιατρών Π. Παπανικολάου είχε αναδείξει τη «σκανδαλώδη λιποταξία» των ιδιωτών, αποκαλύπτοντας ότι «επί 10 μήνες δεν έχουν νοσηλεύσει ούτε ένα περιστατικό covid».
Αντί να επιβαρυνθούν θησαύριζαν από όσους προσέφευγαν στις υπηρεσίες τους, μετά τον περιορισμό της χειρουργικής δραστηριότητας στα δημόσια νοσοκομεία.
Η κυβερνητική προστασία εξόπλισε τους κλινικάρχες με θράσος και στις πρώτες δυο ανώδυνες επιτάξεις περιφερειακών κλινικών που έγιναν προ μηνών οι εκπρόσωποι τους έλεγαν:
«Δεν μπορούμε να νοσηλεύουμε ταυτόχρονα ασθενείς με κορονοϊό και χωρίς κορωνοϊό διότι θα υπάρξει μετάδοση του ιού σε αυτούς που δεν έχουν έρθει σε επαφή μαζί τους». Επιπλέον «η νοσηλεία ασθενών με COVID-19 κοστίζει πολύ και δεν υπάρχει η δυνατότητα, η ρευστότητα, στις κλινικές μας».
Ας πεθάνουν άνθρωποι, αρκεί να διατηρηθεί «καθαρή» η επιχείρηση και να μην βάλουν το χέρι στην τσέπη.
Άλλωστε πώς να επιταχθούν όταν ο αρμόδιος υπουργός έλεγε «εδώ δεν είναι Σοβιετία» προεξοφλώντας ότι και στη περίπτωση που αναγκαστεί να προσχωρήσει σε επιτάξεις θα δώσει αδρές αποζημιώσεις». Όπως κάνει σήμερα, αφού μεσολαβήσαν 7500 θύματα. «Ό,τι ζητήσαμε από τους ιδιώτες το πήραμε», χωρίς να εξηγήσει πότε τι ακριβώς πήραν, γιατί καθυστέρησαν και πόσο το πλήρωσαν.
Όπως δεν ασχολήθηκε ποτέ και με άλλες σκανδαλώδεις δράσεις των ιδιωτών. Όπως π.χ με την καταγγελία του ΚΚΕ ότι συγκεκριμένα ιδιωτικά Ιατρικά Κέντρα-τα κατονόμαζε- που δεν διαθέτουν καν υποδομή για τεστ ανίχνευσης του κορωνοϊού, κάνοντας απλώς αιμοληψία και στέλνοντας τα δείγματα σε δημοσίους φορείς. Μιλούσε για «πλιάτσικο και την αισχροκέρδεια με τα τεστ για τον κορονοϊό», αλλά και αλόγιστη διάθεση δημοσίου χρήματος.
Η καταστροφή του ΕΣΥ είναι προσχεδιασμένη
Κανείς δεν ξέρει πόσα πλήρωσε ως τώρα το κράτος στους ιδιώτες, με πρόσχημα τον κορονοϊό, χωρίς να συνεισφέρουν στη αντιμετώπισή του, αλλά εισπράττοντας διπλάσια αμοιβή για απλά περιστατικά που δεν έχρηζαν ΜΕΘ.
Παρά τις διαβεβαιώσεις Μητσοτάκη -στο Βήμα- ότι αν χρειαστεί θα κάνει επιτάξεις ιδιωτών»- που έρχονται σε αντίθεση με τον ισχυρισμό του ότι «υπάρχει συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα»- η κυβέρνηση επιστρατεύσει γιατρούς, πάλι για να προστατεύσει τα ιδιωτικά «μαγαζιά».
Η καταστροφή του ΕΣΥ είναι προσχεδιασμένη και γίνεται μετά πολλών επαίνων. Θα φανεί μετά την πανδημία όταν οι ιδιώτες θα προβάλουν «αμόλυντοι» και σε θέση να κάνουν επενδύσεις σε υποδομές και εκπαίδευση προσωπικού.
Το ΕΣΥ απαξιωμένο, αλλά με την «υπερηφάνεια του πρωθυπουργού» να το συνοδεύει , καταδικάζεται σε υποβάθμιση και θα προορίζεται μόνο για τους πληβείους.