Του Γ. Λακόπουλου
«Δεν φεύγει ο Καμμένος, πού να πάει;» έκανε το χριστουγεννιάτικο καλαμπούρι του ο Αλέξης Τσίπρας σε μια χαλαρή συζήτηση με τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες. Στο χωριό του θα έλεγαν: «Πού του τόχουν στρωμένο;».
Πέρα από την πλάκα όμως υπάρχουν και οι πραγματικές πολιτικές ενδείξεις. Π.χ. την τελευταία φορά που μίλησε ο Καμμένος στη Βουλή, ο Πρωθυπουργός βγήκε από την αίθουσα. Η κοινοβουλευτική ευπρέπεια που τον διακρίνει δεν θα το επέτρεπε, αν δεν ήθελε να δείξει ότι δεν προτίθεται να ακούει εσαεί τον Καμμένο να διαφωνεί μαζί του και να απειλεί ότι θα τον ρίξει. Ή να μαδάει τη μαργαρίτα αν θα τον ρίξει. Που δεν μπορεί και να το κάνει εδώ που τα λέμε.
Ίσως αυτό υπονοούσε ο Τσίπρας , αν το «που να πάει;» είχε και μια σοβαρή διάσταση. Γιατί όλοι ξέρουν ότι δεν έχει πού να πάει.
Από πού ήλθε ο Καμμένος ξέρουμε. Από τη ΝΔ. Δεν ήλθε απλώς: τον Μάιο του 2012 πήρε τη μισή μαζί του. Θυμηθείτε τα ποσοστά. Δεν ήλθε από τη άκρα δεξιά, όπως ο Βορίδης με τον Άδωνι και τον Πλεύρη- όταν πούλησαν τον αρχηγό του ΛΑΟΣ που τους ανέδειξε και προσχώρησαν στο σύστημα Σαμαρά. Ήταν υφυπουργός του Καραμανλή. Όχι «σολίστας» του Καρατζαφέρη.
Αυτό που τον βάρυνε πάντα και δεν σταμάτησε ποτέ, ήταν το τοξικό ύφος της δημόσιας παρουσίας του, οι εξτρεμιστικοί βερμπαλισμοί, η εθνοκαπηλευτική ρητορεία, οι παλαβομάρες όταν έψαχνε να εξαρθρώσει τη 17Ν του Ανδρέα Παπανδρέου, η ευτέλεια του λόγου του, η κακή σκηνική παρουσία του, οι παραδοξολογίες, ο κρυπτορατσισμός και οι ασυναρτησίες πάσης φύσεως.
Αυτά δεν τον κάνουν ακροδεξιό. Τον κάνουν όμως απεχθή παράγοντα του δημοσίου βίου. Έγινε όμως παράγοντας. Πρώτα ως εκφραστής της μισής ΝΔ και εν συνεχεία ως επιδέξιος εκμεταλλευτής της ανάγκης του Τσίπρα να κρατήσει την ιστορική άνοδο στη Αριστεράς στην κυβέρνηση. Να μην πέσει στην παγίδα των Σαμαρά -Βενιζέλου, ούτε στα νύχια της γάτας Ιμαλαϊων.
Ο Καμμένος δεν τον έριξε. Αυτό επέτρεψε στον Τσίπρα πρώτα να κάνει μια απόπειρα συνέπειας, μετά τη βαφουφάκεια αντιευρωπαϊκή πιρουέτα της πρώτης κυβέρνησής του. Και εν συνεχεία να διορθώσει τα λάθη του και να ορθοπλωρίσει το καράβι…
Αλλά αυτό το πλήρωσε ακριβά και ο Τσίπρας και η κυβέρνηση και η Αριστερά. Και το πληρώνει ακόμη. Πρώτα γιατί οι Συριζαίοι έπρεπε να απολογούνται, όταν το έκαναν, για τους σαλτιμπαγκισμούς του Καμμένου έναντι τρίτων, αλλά και των ιδίων. Και ταυτόχρονα να τρέπει το φυλλοκάρδι του Πρωθυπουργού και του Προέδρου της Δημοκρατίας για τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων του στο Πεντάγωνο.
Γιατί ο Καμμένος επιλέγει την τελευταία πράξη της ετερόκλητης συνεργασίας του με τον ΣΥΡΙΖΑ όσο πιο αντιφατικά και ανορθόδοξα γίνεται, άβυσσος η ψυχή του. Ίσως γιατί τελειώνοντας με την πολιτική, αρχίζει μια νέα φάση στη σχέση του με τους Μητσοτάκηδες, τους Μαρινάκηδες και όσους άλλους συνδέονται μαζί του με όρους βεντέτας. Και σ΄αυτή τη φάση θα είναι εκτός Βουλής.
Αυτό σημαίνει ότι θα μείνει παρά τον ΣΥΡΙΖΑ; Αυτό εννοούσε ο Τσίπρας με το «πού να πάει;». Καθόλου. Το εννοούσε κυριολεκτικά: ο Καμμένος δεν έχει πού να πάει. Έκλεισε τον κύκλο του στα σαλόνια της πολιτικής. Με ό,τι σημαίνει αυτό για τον εαυτό του, για τον μεγάλο κυβερνητικό εταίρο και για το δημόσιο βίο. Με άλλα λόγια: Καμμένος τέλος. Μέσα στο κόμμα του ήδη τελειώνει. Είναι θέμα χρόνου να τελειώσει στην κυβέρνηση και τη Βουλή. Και κατά τραγική ειρωνεία τελειώνει ταυτιζόμενος στο Μακεδονικό με τον Σαμαρά και τον Κυριάκο.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ το τέλος αυτής της ανάρμοστης σχέσης είναι η αναμενομένη από καιρό οξυγόνωση του δημοκρατικού πνεύμονα που ανέδειξε τον Τσίπρα στην πρωθυπουργία και μπορεί να τον κρατήσει. Ή έστω να μην επιτρέψει να τον νικήσει ο Μητσοτάκης.
Αυτή η οξυγόνωση, έρχεται από τη δεξαμενή απογοήτευσης που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τον Ιανουάριο του 2015, λόγω Καμμένου. Τον Σεπτέμβριο έκοψε το δρόμο προς την κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ σε μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ψηφοφόρους. Και στην πορεία μεγάλωσε -καθώς δείχνει η ισχνή δημοσκοπική συσπείρωση.
Ο Τσίπρας ξέρει ότι εκεί έξω υπάρχουν μερικές στρατιές δημοκρατικών πολιτών που περιμένουν να τελειώσει με τον Καμμένο για να αποκαταστήσουν -με ένα «ουφ» -τη σχέση τους μαζί του. Δεν αποδέχονται τη δημητρωφική λογική που έφερε τη σύμπραξη με τους ΑΝΕΛ. Δεν είναι πρόθυμοι “να συμμαχούν ακόμη και με το διάβολο”. Δεν θα πάνε ούτε αυτή τη φορά στην κάλπη, αν πρόκειται το κακό με τον Καμμένο να τριτώσει.
Ο Πρωθυπουργός τους χρειάζεται, καθώς δεν έσπασαν ποτέ οι δεσμοί του μαζί τους. Είναι η δημοκρατική παράταξη, και η Κεντροαριστερά, και τον θέλουν να τους εκπροσωπεί πλέον κατά κύριο λόγο ο ίδιος. Θα τους στείλει το εισιτήριο της επιστροφής, αποσύροντας ο ίδιος τον Καμμένο και όχι όπως προβλέπει το σχέδιο Καμμένου.
Τα υπόλοιπα είναι στάχτη στα μάτια ενός προβληματικού εταίρου που αποδείχθηκε συνεπής στη βασική συνθήκη της συνεργασίας, αλλά σκέπασε με την αρνητική παρουσία του πολλές από τις αρετές της Αριστεράς, που τον φιλοξένησε από ανάγκη.