Έφη Αχτσιόγλου: Μονόδρομος

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος

Η επιλογή της δείχνει μονόδρομος για το κόμμα της. Το θέμα είναι αν αντιλαμβάνεται ότι και η ίδια έχει μπροστά της μονόδρομο, αν θέλει να ηγείται κυβερνώσας δύναμης.

Στα τέλη του 2016 μια ντελικάτη «κοπελίτσα», μόλις 31 ετών, από σύμβουλος του υπουργού Απασχόλησης, ορκίσθηκε υπουργός στη θέση του.

Το πρώτο που έκανε ήταν απρόβλεπτο για σύγχρονη πολιτικό: εξαφάνισε το προφίλ της στο Twitter και κατέβασε την προσωπική ιστοσελίδα της.

Αποδείχθηκε καλή υπουργός, ενίσχυσε την πολιτική της υπόσταση, αποστασιοποιήθηκε από τη φράξιά της, -όχι όμως εντελώς και από τις απόψεις της- και διεύρυνε την απήχησή της στην κομματική βάση – και μαζί την κοκεταρία της.

Απέκτησε ένα παιδί και έχασε μια θέση στο Κολέγιο των Επιτρόπων και άλλη μια στο Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών, επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ ηττήθηκε και τα σχέδια του Τσίπρα γι’ αυτήν ματαιώθηκαν.

Σήμερα η Έφη Αχτσιόγλου θεωρείται φαβορί για την ηγεσία του κόμματός της – με τη συγκατάθεση και δυνάμεων που πολέμησαν τον Τσίπρα.

Εξακολουθεί να είναι η μόνη, ίσως παγκοσμίως, πολιτικός πρώτης γραμμής χωρίς διαδικτυακή παρουσία. Πέρα από το προφίλ της στο Facebook -με τους 54.000 ακολούθους- που αξιοποιεί ως πίνακα ανακοινώσεων.

Από ό,τι φαίνεται θα γίνει και η πρώτη γυναίκα αρχηγός της μείζονος αντιπολίτευσης στην Ελλάδα και άρα εν δυνάμει Πρωθυπουργός.

Τόχει; Μπορεί να πείσει την πλειοψηφία να της εμπιστευτεί τη χώρα – εκτός από τους Συριζαίους που θα της εμπιστευθούν το κόμμα;

Ως τώρα ο μόνος πρωθυπουργήσιμος, μετά τον Τσίπρα, ήταν ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, κατά το βιογραφικό του. Αλλά η συμπεριφορά του εντός και εκτός του κόμματος, έκαψε τα χαρτιά του.

Η «Έφη» -όπως την αποκαλούν Κουμουνδούρου- όταν άρχισε να ανέρχεται, έδειχνε σαν «Διαμαντοπούλου του ΣΥΡΙΖΑ». Ήτοι: προϊόν του κομματικού σωλήνα, με ημερομηνία λήξης.

Αλλά στην πορεία έδειξε ότι διαθέτει ένα στοιχείο που μετράει στην πολιτική: ισχυρή βούληση.

Ως γυναίκα θα αξιολογηθεί δυσμενέστερα – και αρχικά θα κριθεί «αναλώσιμη». Για να πείσει ότι διαθέτει ηγετικότητα, «θέλει δουλειά πολλή» και επαγγελματισμό.

Τώρα θα παίζει με τους μεγάλους. Και τους «σκληρούς», που δεν χορεύουν – δαγκώνουν.

Θα χρειαστεί επαρκή δημόσια παρουσία για να αποκτήσει ευρύτερο ακροατήριο – και ο προκάτοχός της έβαλε ψηλά τον πήχη.

Για να αλλάξει το κόμμα που δεν άλλαξε ο Τσίπρας, απαιτείται εσωκομματική πυγμή: να απομακρύνει τα «βαρίδια», για να φέρει στο προσκήνιο νέα πρόσωπα.

Να μετακινήσει το κέντρο βάρους στο Κοινοβούλιο από τους διάδρομους της Κουμουνδούρου και να ενσωματώσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην κοινωνία – και στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα.

Πρωτίστως να αποδειχθεί φορέας νέων ιδεών και πολιτικών πρωτοβουλιών που συνδέουν την Κεντροαριστερά με την Αριστερά – και με αυτήν τη σειρά επιρροής.

Η ηγεσία απαιτεί ευχέρεια διεθνούς κυκλοφορίας, ευρύτερη οπτική των πραγμάτων και απομάκρυνση από το ξύλινο -πλην συγκροτημένο- λόγο της, με την «επιπεδοποιημένη» ροή και τη «συνδικαλιστική» κουλτούρα.

Ξεκινάει με ήττα στην Αυτοδιοίκηση και θα μετρηθεί στις Ευρωεκλογές. Με κριτήριο την ικανότητα της να καλύψει τις ανάγκες της χώρας, όχι του ΣΥΡΙΖΑ.

Η επιλογή της ωστόσο δείχνει μονόδρομος για το κόμμα της. Το θέμα είναι αν αντιλαμβάνεται ότι και η ίδια έχει μπροστά της μονόδρομο, αν θέλει να ηγείται κυβερνώσας δύναμης.

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR