Με αφορμή ένα άρθρο του Ν. Μπίστη: Προοδευτική διακυβέρνηση ή προοδευτική κυβέρνηση;

Toυ Γ. Λακόπουλου

 Ας αρχίσουμε από δυο συγκεκριμένες φράσεις ,με διαφορετική προέλευση, που αφορούν τον ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ.

Η πρώτη είναι: «Πρέπει να εκπέμψουμε ένα ισχυρό μήνυμα προγραμματικής ετοιμότητας, ανατροπής και νίκης, να  αναδείξουμε την εναλλακτική πρόταση μιας προοδευτικής κυβέρνησης…».

Η δεύτερη: «Η απλή αναλογική επιταχύνει την συζήτηση για την προοδευτική διακυβέρνηση και συνακόλουθα την πολιτική των συμμαχιών».

Η πρώτη ανήκει στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ Αλέξη Τσίπρα και διατυπώθηκε στη συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβούλιου.

 Η δεύτερη προέρχεται από ένα άρθρο του Νίκου Μπίστη, μέλους του ΠΣ στο TVXS.gr.

Η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο φράσεις είναι εμφανής. Ο Τσίπρας μιλάει για νίκη και προοδευτική κυβέρνηση.  Ο Μπίστης για  δημοκρατική διακυβέρνηση και συμμαχίες.

Με την πρώτη αναφορά, ο αυτονόητος στόχος του κόμματος είναι η πλειοψηφία, στα όρια της αυτοδυναμίας.

Η δεύτερη αποπνέει ηττοπάθεια, αναφερομένη σε προεκλογική αναζήτηση συμμάχων και προγραμματικών συγκλίσεών.

Κανένα κόμμα με κυβερνώσα προοπτική δεν έχει τύχη, αν πριν από τις εκλογές δείξει ότι δεν διεκδικεί την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία  και αναζητά, εκ των προτέρων, δεκανίκια.

Πολύ περισσότερο όταν ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε κανένα από τα τρία κόμματα στα οποία θα μπορούσε να απευθύνεται δε πρόκειται να βρει προεκλογικά ανταπόκριση.

Με το ΚΚΕ είναι ιδεολογικά αδύνατον, με τον Βαρουφάκη είναι αδιανόητο και με το Κινάλ απραγματοποίητο- πόσο μάλλον όταν η ηγεσία του είναι  υπό κρίση.

 Η πολιτική των προεκλογικών συγκλίσεων είναι μειοψηφική, αλλά και απραγματοποίητη.

 Αν η ψήφος των πολιτών διεκδικηθεί με τη μορφή «συνασπισμού κομμάτων», απλώς θα δυσκολέψει  τα πράγματα.

Αν αναληφθούν από διαφορετικά κόμματα υποχρεώσεις μετεκλογικών συνεννοήσεων, θα είναι σαν το μεγαλύτερο κόμμα να δημιουργεί όρους εκβιασμού του.

Η ενδεχομένη μετεκλογική σύγκλιση πρέπει να βασιστεί στα εκλογικά δεδομένα και ως εκ τούτου να προκύψει ως βούληση του εκλογικού σώματος.

Συνεπώς όταν ο Μπίστης και άλλοι μιλούν για  σύγκλιση σε «προγραμματική βάση και συσχετισμούς που θα την καθιστούν  τη συζήτηση ελκυστική και ταυτόχρονα ρεαλιστική”  δεν λένε  τίποτε.  Είναι  επιλογή χαοτικών ενδοσκοπήσεων.

 Σωστά ο ίδιος σημειώνει ότι «οι συνθήκες και η συνταγή της περιόδου 2010 -2015. που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση πάνω σε ένα ορμητικό κύμα, είναι ανεπανάληπτες».

Αλλά παραβλέπει ότι αυτό το «ορμητικό κύμα» έφτασε στην κάλπη ως μετακίνηση των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, που προδοθήκαν από τις ηγεσίες τους και ακολούθησαν τον Αλέξη Τσίπρα  -και όχι τον Βαβυλωνιακό  ΣΥΡΙΖΑ της εποχής.

Το «ανεπανάληπτο” εκείνης της περιόδου θα επαναληφθεί αν το κόμμα, που ασφαλώς δεν μπορεί να επαναλάβει το 2015για προφανείς λόγους, μετεξελιχθεί σ’ αυτό που προσπαθεί να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ- και αντιδρά ο …ΣΥΡΙΖΑ.

Αν απαγκιστρωθεί από την εικονολατρική προσήλωση στον όρο  «Αριστερά» υπέρ της δημιουργίας ενός νέου πολιτικού φορέα.

Με σύγχρονες αντιλήψεις και ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που θα συστεγάσει της δυνάμεις Αριστεράς- Κεντροαριστεράς – με ό,τι σημαίνει αυτό στους νέους εσωτερικούς συσχετισμούς.

Όχι μόνο ως πολιτικά ρεύματα,  αλλά και ως φορείς ιδεολογικής  εκπροσώπησης  των αντίστοιχων κοινωνικών ομάδων.

Η «αναγκαία πολιτική  συμμαχιών» που επικαλείται ο Μπίστης, ως αντιδιαστολή με τη «φιλολογία  περί «αντισυστημικόύ» κόμματος που «παραπέμπει σε κόμμα διαμαρτυρίας», είναι απλώς  χονδροειδές πολιτικό λάθος με δυσάρεστες εκλογικές συνέπειες.

 Αυτό που προέχει στις προσεχείς εκλογές είναι να εμφανισθεί ο Αλέξης Τσίπρας επικεφαλής ενός νέου σχηματισμού με ριζοσπαστικό πρόγραμμα,  ευρείες κοινωνικές αναφορές, σύγχρονη ιδεολογία και  πολιτική που θα εκφράζεται από νέα και άφθαρτα πρόσωπα- ως εν δυνάμει κυβερνητική  ομάδα.

Η θεωρία των συμμαχιών συνιστά κόλλημα στο παλιό- με τον ίδιο τρόπο που το επιδιώκει η παρακμιακή ιδεοληψία.

Το «πολιτικό υποκείμενο  μιας σύγχρονης Αριστεράς» μπορεί να «αναδειχθεί στην αντιμετώπιση των συγκεκριμένων προβλημάτων , στην δημιουργική και αμφίδρομη σχέση με τους πολίτες και τα κινήματα του» , όπως λέει ο Μπίστης.

Αλλά αν είναι «Αριστερά και τίποτε άλλο» που θα παριστάνει τον «πόλο» και θα ψάχνει συμμαχίες απλώς θα πατώσει εκλογικά.

Το νέο κόμμα- φορέας προοδευτικής αλλαγής, δεν θα είναι προέκταση του ΕΑΜ, ως « μεγάλο, κανονικό, σοβαρό και σύγχρονο κόμμα της Αριστεράς, κορμό του προοδευτικού πόλου», που θέλει το μέλος του ΠΣ.

Πρέπει να είναι προέκταση του ΠΑΣΟΚ,  με την έννοια του ενιαίου κόμματος, με δομή, ισχυρή ηγεσία και πάντως χωρίς «φωτισμένες πρωτοπορίες» που θα καθοδηγούν τους υπόλοιπους , ούτε υποβολείς, ιδεολογικής καθαρότητας.

Η ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών δεν προκύπτει από συμμαχίες και  «πόλους, αλλά από ανοιχτές μαζικές διεργασίες κόμματος με πειθαρχία  κυβερνώσας δύναμης.

Πιο απλά ο στόχος δεν είναι η προοδευτική διακυβέρνηση που λέει ο Μπίστης, αλλά η προοδευτική κυβέρνηση που διεκδικεί ο Τσίπρας. Και δεν περνάει από συμμαχίες, αλλά από καθαρή εκλογική νίκη.