Από την Συνθήκη της Λωζάννης στη δραματική συρρίκνωση του Ελληνισμού

 

Του Νίκου Σηφουνάκη*

Πριν από είκοσι οκτώ χρόνια, το 1989, ο αείμνηστος Ιωάννης Παπουτσιδάκις, που υπήρξε ο τελευταίος έπαρχος των ελληνικών νησιών Ίμβρου και Τενέδου, μου εμπιστεύθηκε μέρος του αρχείου του − έγγραφα επίσημα, προσωπικές σημειώσεις από το ημερολόγιο που διατηρούσε την κρίσιμη περίοδο Απριλίου-Οκτωβρίου 1923. Ευθύς αμέσως άρχισα να επεξεργάζομαι αυτό το μοναδικό ανέκδοτο ντοκουμέντο.

Πριν από είκοσι τρία χρόνια (1993), με τη συμπλήρωση εβδομήντα χρόνων από την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, με επίμονη προτροπή του αείμνηστου Λέοντα Καραπαναγιώτη, διευθυντή στην εφημερίδα Τα Νέα, αποτίοντας φόρο τιμής στην καταγωγή της οικογένειάς του, περίληψη της μέχρι τότε προεργασίας μου δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του σε συνέχειες διάρκειας μιας εβδομάδας.

Πριν από είκοσι χρόνια (1996) πρωτοεκδόθηκε σε βιβλίο το ιστορικό ντοκουμέντο .

Η πρώτη δημοσίευση, σε ειδικό αφιέρωμα στην εφημερίδα Τα Νέα, ενός μέρους του αρχείου συνέπεσε με τον απόηχο των συναντήσεων της Βουλιαγμένης και του Νταβός (1988) μεταξύ του Α. Παπανδρέου και του Τ. Οζάλ, όπου καλλιεργήθηκαν ελπίδες ως προς την εξάλειψη των προκλήσεων και διεκδικήσεων στο Αιγαίο από το στρατιωτικό πολιτικό κατεστημένο της Τουρκίας.

Οι εκβιασμοί του Ερντογάν

Η πρώτη έκδοση του βιβλίου, με όλες τις εμπεριστατωμένες πληροφορίες του συνολικού αρχείου του αείμνηστου Ι. Παπουτσιδάκι μαζί με σχολιασμό των ιστορικών γεγονότων, έγινε λίγους μήνες μετά τα γεγονότα των Ιμίων.

Η προκλητική αν όχι «προβοκατόρικη» −κατ’ επανάληψη τον τελευταίο καιρό− εκφρασθείσα θέση του «Νέου Σουλτάνου» ότι «η Συνθήκη της Λωζάννης δεν είναι ιερό κείμενο» φαίνεται ότι δεν «εκσφενδονίζεται» για «εσωτερική κατανάλωση», αφού αναλυτικότατα ο ίδιος ο Ερντογάν διευκρίνισε ότι: «Οι κανόνες που έθεσαν οι νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου δεν έδιναν στην Τουρκία το δικαίωμα της επιβίωσης. Η Συνθήκη των Σεβρών διαμέλιζε την Τουρκία σε 7-8 κομμάτια, αλλά δεν αποδεχθήκαμε αυτόν το διαμελισμό και σχηματίσαμε τα σημερινά μας σύνορα. Η Συνθήκη της Λωζάννης δεν είναι μια συνθήκη που δεν μπορεί να συζητηθεί».

Αυτή η έκδοση συμπίπτει με τη νέα επίσημη τοποθέτηση του αρχηγού του τουρκικού κράτους, που δε στέκεται πλέον μόνο στις πάγιες θέσεις της Τουρκίας −περί γκρίζων ζωνών και διεκδικούμενων περιοχών στο Αιγαίο−, αλλά προχωρά πολλά βήματα παραπέρα αμφισβητώντας την ίδια τη Διεθνή Συνθήκη της Λωζάννης. Ουδέποτε στο παρελθόν, ούτε κατά το Μαύρο Σεπτέμβρη του 1955, ούτε με την πρώτη κρίση στην Κύπρο το 1963 και το 1964 που έγιναν οι απελάσεις των Ελλήνων στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ακόμα και μετά την εισβολή και κατοχή της Μεγαλονήσου το 1974, δεν ετέθη ευθέως θέμα αμφισβήτησης της Συνθήκης της Λωζάννης ή έστω αναθεώρησής της.

Όμως η παρούσα έκδοση συμπίπτει και με την εμφάνιση μιας νέας τακτικής, πρωτόγνωρης κυριολεκτικά για τα δεδομένα που είχαμε, κλιμακούμενων προκλήσεων και απειλών και ταυτόχρονα πολλαπλού εκβιασμού της Τουρκίας του Ερντογάν προς τη χώρα μας αλλά και προς την Ευρώπη και προς τη διεθνή κοινότητα.

Αυτός ο πολλαπλός εκβιασμός και η νέα απειλή δεν είναι άλλη από το προσφυγικό/μεταναστευτικό, το οποίο και πρωτίστως χρησιμοποιεί για τα πολιτικά παιχνίδια και τις παγίδες που επιχειρεί να δημιουργήσει ο «Νέος Σουλτάνος».

Σαφώς και το προσφυγικό είναι διεθνές και ευρωπαϊκό πρόβλημα και δεν αφορά μονοδιάστατα την Ελλάδα. Σαφώς και η χώρα μας και ο λαός μας έδειξαν, εξακολουθούν να δείχνουν, και ορθώς πράττουν, γενναιότητα και περίσσευμα ψυχής, φιλοξενώντας και περιθάλποντας χιλιάδες ξεριζωμένους, λόγω των πολεμικών συγκρούσεων στις πατρίδες τους, πρόσφυγες, αλλά και οικονομικούς μετανάστες που θέλοντας να ξεφύγουν από τη φτώχεια και την εξαθλίωση αναζητούν διέξοδο στο «Ελντοράντο» του λεγόμενου Δυτικού Κόσμου.

Όμως, πίσω απ’ αυτή την ανθρωπιστική διάσταση, η Άγκυρα προσπαθεί να κρύψει το αληθινό της πρόσωπο και τις επιδιώξεις της που, παρ’ όλ’ αυτά, μέρα με τη μέρα, γίνονται σε όλους εμφανείς.

Χρησιμοποιούνται οι προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές για να «πολιορκηθούν» τα νησιά μας, να δημιουργηθούν εκεί ασφυκτικές συνθήκες, αλλά και «συμπαγείς ομάδες» ομοθρήσκων της στα πιο νευραλγικά σημεία στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα, ελέγχοντας απόλυτα τα κυκλώματα και τους μηχανισμούς διακίνησης προσφύγων και μεταναστών, απειλεί και εκβιάζει συνεχώς «με το άνοιγμα και το κλείσιμο της στρόφιγγας» των ροών την Ελλάδα.

Ο Ερντογάν εκβιάζει όμως ταυτόχρονα και απειλεί και την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς με τις απανωτές και συνεχείς δηλώσεις του διαμηνύει σε όλους τους τόνους πως, χωρίς να εκπληρώσει καμία από τις υποχρεώσεις που επιβάλλει το συμφωνημένο πλαίσιο για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, θέλει άνευ όρων και υποχρεώσεων να καρπωθεί ευρωπαϊκά οφέλη και μεγάλες οικονομικές ενισχύσεις. Και μόνο η απαίτησή του για τη χορήγηση βίζας σε Τούρκους πολίτες άνευ ουσιαστικών προϋποθέσεων είναι ενδεικτικό εκβιαστικής στρατηγικής προς την Ευρώπη. Παίρνει δε τη μορφή ανοιχτής επίθεσης, όταν ευθέως απειλεί πως θα πλημμυρίσει την Ευρώπη με εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες.

Η συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας για το προσφυγικό, που με κόπο επιτεύχθηκε, υπονομεύεται καθημερινά από την πολιτική Ερντογάν, ο οποίος μετατρέπει ένα κατ’ εξοχήν ανθρωπιστικό θέμα σε θηλιά για την Ελλάδα και την Ευρώπη.

Ο Βενιζέλος και ο Συνθήκες

Βεβαίως το βασικό ερώτημα που γεννιέται είναι γιατί η Τουρκία τώρα αμφισβητεί μια συνθήκη η οποία υπεγράφη από πολλά κράτη και με την οποία δε ρυθμίστηκαν μόνο ελληνοτουρκικά ζητήματα. Η πολυμερής διεθνής αυτή συνθήκη υπεγράφη στις 24 Ιουλίου 1923, αφενός μεν από τις νικήτριες χώρες του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου και την Τουρκία από την άλλη πλευρά που ήταν η ηττημένη (χώρα) αυτοκρατορία. Προσδιορίστηκαν έκτοτε τα οριστικά σύνορα της νέας Τουρκίας προς τις βαλκανικές και τις αραβικές χώρες με τις οποίες συνορεύει.

Κατά τον Ελ. Βενιζέλο αλλά και τον Κ. Ατατούρκ η Συνθήκη της Λωζάννης του 1923 υπήρξε ο ακρογωνιαίος λίθος των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Η προκλητική αν όχι «προβοκατόρικη» −κατ’ επανάληψη τον τελευταίο καιρό− εκφρασθείσα θέση του «Νέου Σουλτάνου» ότι «η Συνθήκη της Λωζάννης δεν είναι ιερό κείμενο» φαίνεται ότι δεν «εκσφενδονίζεται» για «εσωτερική κατανάλωση», αφού αναλυτικότατα ο ίδιος ο Ερντογάν διευκρίνισε ότι: «Οι κανόνες που έθεσαν οι νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου δεν έδιναν στην Τουρκία το δικαίωμα της επιβίωσης. Η Συνθήκη των Σεβρών διαμέλιζε την Τουρκία σε 7-8 κομμάτια, αλλά δεν αποδεχθήκαμε αυτόν το διαμελισμό και σχηματίσαμε τα σημερινά μας σύνορα. Η Συνθήκη της Λωζάννης δεν είναι μια συνθήκη που δεν μπορεί να συζητηθεί».

Από τα «Σεπτεμβριανά» του 1955, που οδήγησαν στον ξεριζωμό των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και στη συνέχεια της Ίμβρου και της Τενέδου, τις προβοκάτσιες στην Κύπρο με τα γεγονότα της Κοφίνου το 1963-1964 και τις απελάσεις Ελλήνων της Πόλης, αλλά και μετά την εισβολή το 1974, οι ελληνικές κυβερνήσεις μονίμως συνιστούσαν «στρατηγική ψυχραιμία».

Η Συνθήκη της Λωζάννης υπήρξε το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομήθηκαν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επί σχεδόν έναν αιώνα, αλλά και οι σχέσεις της Τουρκίας με άλλους γείτονές της.

Βεβαίως μετά το 1974 οι αμφισβητήσεις για νησιά και νησίδες του Αιγαίου δεν έπαψαν ποτέ να υπάρχουν.

Ο Ντεμιρέλ και ο Ετσεβίτ έθεταν θέμα αποστρατικοποίησης των νησιών του Βορείου Αιγαίου (Λήμνου, Λέσβου, Σαμοθράκης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας), γνωρίζοντας όμως ότι η μερική αποστρατικοποίηση αφορούσε και τα Στενά των Δαρδανελλίων. Η πρόβλεψη αυτή όμως καταργήθηκε με τη Συνθήκη του Μοντρέ το 1936.

Επί σαράντα δύο χρόνια η πολεμική μας αεροπορία πραγματοποιεί στο Αιγαίο αναχαιτίσεις τουρκικών αεροσκαφών και μάλιστα υπήρξαν ηρωικοί Έλληνες πιλότοι νεκροί.

Όσο και αν κατά πολλούς οι νέες προκλήσεις αποτελούν μέρος του νέου status quo που επικρατεί στην Τουρκία, ο ερντογανισμός υπηρετεί εσωτερικούς σκοπούς, εξάγει κρίση και θέλει να επανατοποθετήσει την Τουρκία ως Μεγάλη Δύναμη. Ο «Νέος Σουλτάνος», διακατεχόμενος από εθνικιστικό παροξυσμό, αμφισβητεί τη

Συνθήκη της Λωζάννης, άρα τις ρίζες του κεμαλισμού, με στόχο να γίνει ο ιδρυτής της νέας Τουρκίας. Εξού και η ραγδαία αλλαγή στρατηγικής μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του καλοκαιριού του 2016 και οι νέες συμμαχίες που συνάπτει με τον ακραίο εθνικιστή Ντεβλέτ Μπαχτσελί στο εσωτερικό, αλλά και η αλλαγή πλεύσης στο εξωτερικό με αναθερμάνσεις των σχέσεών του με Ρωσία, Ισραήλ κ.ά.

Βεβαίως ισχύει και η άποψη που Ευρωπαίοι αναλυτές υποστηρίζουν, ότι η Τουρκία, μετά από μισό αιώνα προσπαθειών να γίνει πλήρες μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας, κάτι το οποίο δεν επιτυγχάνει, είναι αναγκασμένη, αν όχι εγκλωβισμένη, να κινείται σε πλαίσια εθνικοϊσλαμισμού και μεγαλοϊδεατισμού. Προκαλεί πλέον και επιθυμεί την επίσημη απόρριψη από την Ευρώπη, για να μη χρεωθεί ο ίδιος ο Ερντογάν τη στροφή προς ανατολάς που επιθυμεί χωρίς αλληθωρισμούς, προκειμένου να γίνει ηγέτιδα δύναμη του ισλαμισμού.

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου περί παγώματος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων από πλευράς Τουρκίας συνδυάστηκε με την απειλή της προσάρτησης της Βόρειας Κύπρου στην Τουρκία, με επανάληψη προκλητικών θέσεων, όπως του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μ. Τσαβούτσογλου ότι τα Ίμια είναι τουρκικό έδαφος, κάτι που μόνο η Τανσού Τσιλέρ εξεστόμισε πριν από είκοσι χρόνια, στις κρίσιμες στιγμές των γεγονότων στα Ίμια, αλλά και με την προκλητική «επίσκεψη» στην περιοχή στις 29 Ιανουαρίου 2017 της στρατιωτικής ηγεσίας της Τουρκίας.

Στον πρόλογο της πρώτης έκδοσης, που είκοσι χρόνια μετά εξακολουθεί να είναι επίκαιρος, μεταξύ άλλων σημείωνα:

«Η Ελλάδα στα χρόνια που ακολούθησαν τους Βαλκανικούς Πολέμους ήταν άλλη. Κι ο πατέρας μου, από τους καβαλάρηδες της μικρασιατικής εκστρατείας, από την απόβαση ως τις μέρες της υποχώρησης, πολέμησε για την απελευθέρωση εκείνων των πατρίδων. Τότε συνδέθηκε με το “μαύρο καβαλάρη” και πολλά χρόνια αργότερα ο Πλαστήρας μ’ έκανε βαφτισιμιό του. Οι εικόνες από τις εξιστορήσεις του πατέρα μου σημάδεψαν τον παιδικό μου κόσμο με διηγήσεις για μάχες τρομερές, και λέξεις μυθικές για πάντα αποτυπώθηκαν στη μνήμη μου: Σμύρνη, Ερυθραία, Εσκί Σεχίρ, Αφιόν Καραχισάρ…

Τα νησιά που έλειπαν

Πώς το έφερε ο καιρός και τα συμβάντα και εξήντα χρόνια μετά (1983) έγινα νομάρχης νομού Λέσβου (Μυτιλήνης, Λήμνου, Αϊ-Στράτη, Ίμβρου και Τενέδου) – μόνο που τα δύο τελευταία νησιά δε συμπεριλαμβάνονταν πλέον στο νομό και στην Ελλάδα.

Από τον Αϊ-Χαράλαμπο της Λήμνου, απλώνοντας το χέρι, θαρρείς πως ακουμπάς την Ίμβρο με τους ερημωμένους οικισμούς της κι οσμίζεσαι την Τένεδο, τον πλωτό αμπελώνα του Αιγαίου. Είναι και τα δύο νησιά τόσο ελληνογενή στη φτιαξιά τους, όμως οι Έλληνες κάτοικοί τους ξεριζωμένοι, απόδειξη ζωντανή των κατ’ εξακολούθηση τουρκικών καταπατήσεων των διεθνών συνθηκών.

Μετά τη Συνθήκη των Σεβρών, που δικαίωνε τον Ελληνισμό, ήρθε η Συνθήκη της Λωζάννης, αποτέλεσμα της ήττας μας στη Μικρά Ασία.

Παρ’ όλα αυτά, εβδομήντα τρία χρόνια μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης, δυστυχώς δεν επιβεβαιώθηκε έκτοτε, σε καμία περίπτωση, η τότε ευχή του Ελ. Βενιζέλου, ότι, δηλαδή, μπορούσε με εμπιστοσύνη πλέον η Ελλάδα ν’ ατενίζει το μέλλον. Και πώς μπορούσε να συμβεί αυτό, όταν η Τουρκία ουσιαστικά δε δέχτηκε ουδέποτε το status quo στο Αιγαίο αλλά και στη Θράκη και μονίμως σχεδιάζει και απεργάζεται την ανατροπή του; »Χαρακτηριστικό παράδειγμα δεν είναι μόνο η Ίμβρος και η Τένεδος που, αν και η Συνθήκη τα παραχώρησε στην Τουρκία, η ίδια –καταπατώντας και κουρελιάζοντας κάθε έννοια δικαίου– προχώρησε στον εξοστρακισμό του ελληνικού πληθυσμού. Δεν είναι τα εγκλήματα στην Κωνσταντινούπολη με τα Σεπτεμβριανά ή η Κύπρος με την εισβολή και τη διχοτόμησή της. Είναι και τα προκλητικά γεγονότα του 1976 με την έξοδο του “Χόρα”, είναι εκείνα του Μάρτη του 1987, καθώς και οι συνεχείς, επί είκοσι δύο χρόνια, προκλητικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας και βεβαίως τα τελευταία των βραχονησίδων Ίμια.

Για όλα αυτά, η Διεθνής Κοινότητα δεν αντιστάθηκε. Η καιροσκοπική προσαρμογή της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας είναι από τα πράγματα αποδεδειγμένη. Ο επιτήδειος ουδέτερος είναι χαρακτηρισμός που περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο προσδιορίζει τη φιλοσοφία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής στα χρόνια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου και λίγο μετά απ’ αυτόν. Επάξια και με οξυδέρκεια προσαρμόστηκε στα νέα μεταπολεμικά δεδομένα και εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, του οποίου υπήρξε ευνοούμενο μέλος στα χρόνια του ψυχρού πολέμου και μέχρι την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ. Και τότε, όμως, κατάφερε εξίσου να εκμεταλλευθεί τη Δύση αλλά και την Ανατολή.

Με σημαία τη γεωγραφική της θέση –σύνορα του “ελεύθερου κόσμου με το Σιδηρούν Παραπέτασμα”−, εργάσθηκε με προοπτική και στόχο να μεταβληθεί σε μεγάλη δύναμη της περιοχής, στο όνομα του Παντουρκισμού, αποσκοπώντας να ανασύρει το Αυτοκρατορικό Οθωμανικό Σύνδρομο. Γίνεται, επίσης, αντιληπτό ότι, από το 1991 και μετά, προσπάθησε το πολιτικό στρατιωτικό κατεστημένο ν’ αντικαταστήσει το σύνδρομο της σοβιετικής απειλής μ’ εκείνο της ισλαμικής απειλής-τρομοκρατίας, καταπώς τη βόλευε.

Η πρόκληση στα Ιμια

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, για άλλη μια φορά, η Τουρκία εξασφαλίζει μια προνομιακή σχέση με τις ΗΠΑ και την Ενωμένη Ευρώπη. Και είναι άξιο θαυμασμού πώς μια χώρα όπως η Τουρκία, που, παρότι εδώ και χρόνια, εκτός από το μέγιστο εξωτερικό και εσωτερικό μέτωπο με το κουρδικό έθνος, ζει μια μόνιμη κοινωνική και πολιτική κρίση, μπορεί να ασελγεί συνεχώς κατά του Διεθνούς Δικαίου και των Ανθρώπινων Δικαιωμάτων χωρίς να καταγγέλλεται και ν’ απομονώνεται.

Είναι πλέον αυταπόδεικτο ότι με την τελευταία προκλητική στάση της στην κρίση που δημιούργησε για τις βραχονησίδες Ίμια έστειλε στην Ελλάδα ένα ακόμα μήνυμα, ότι δε σέβεται καμία συμβατική της διεθνή δέσμευση, όπως η σύμβαση με την Ιταλία, το Νοέμβριο του 1932.

Για την Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, γι’ άλλη μια φορά δοκιμάσθηκε η αντοχή της και μάλιστα με νέα αμφισβήτηση, που δεν είναι πλέον η υφαλοκρηπίδα ή το FIR, αλλά χερσαίο έδαφος.

Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η μόνη θέση που επιβάλλεται να έχει η Ελλάδα είναι εκείνη της εμμονής στο αδιαπραγμάτευτο των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Όποια άλλη θέση ή συμπεριφορά −πλην του θέματος της υφαλοκρηπίδας, που σωστά η Ελλάδα πρότεινε να παραπεμφθεί στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης– θα δώσει τη δυνατότητα στην Τουρκία να εντείνει τις αμφισβητήσεις της όχι μόνο για τον εναέριο και θαλάσσιο εθνικό μας χώρο, αλλά και για το χερσαίο.

Αν ποτέ η Ελλάδα οδηγηθεί σε διαπραγματεύσεις για χερσαίο χώρο, αυτό θα δημιουργήσει εκ των πραγμάτων για την Τουρκία το πρώτο βήμα που θα την οδηγήσει σε πράξεις κυριαρχίας.

Είναι αποδεδειγμένο ότι η χειρότερη ειρήνη είναι καλύτερη από τον πόλεμο, δεν μπορεί όμως η ειρήνη να έχει διάρκεια, εάν και οι δύο πλευρές δε συμβάλλουν το ίδιο.

Ο ελληνικός λαός δεν επιλέγει τον πόλεμο και δεν υπήρξε ποτέ επιτιθέμενος. Αμυνόμενος ήταν, τουλάχιστον τα τελευταία πενήντα χρόνια, και δε θα εγκλωβισθεί ποτέ στο δίλημμα πόλεμος ή υποχώρηση ή ταπεινωτική ειρήνη. Γνωρίζει το καθήκον του.

Το βιβλίο  εξιστορεί μεταξύ των άλλων πώς η Ελλάδα σεβάσθηκε τη Συνθήκη που υπέγραψε στη Λωζάννη και πώς η Τουρκία την καταπάτησε από την πρώτη στιγμή».

  • Το όνειρο του Ελ. Βενιζέλου για την Ελλάδα των δύο (2) Ηπείρων και των Πέντε (5) Θαλασσών δεν ευτύχησε να ολοκληρωθεί με τη Συνθήκη των Σεβρών, έμελλε όμως λίγους μήνες μετά να ακυρωθεί και να καταστραφεί στα πεδία των μαχών του Εσκί Σεχίρ και του Αφιόν Καραχισάρ. Η άφρων πολιτική του Κωνσταντίνου και των ανθρώπων του επέφερε τη μεγαλύτερη καταστροφή της Ελλάδας.
  • Στον ηγέτη του διπλασιασμού της Ελλάδας, που επέζησε δύο δολοφονικών επιθέσεων, αναθεμάτων και αφορισμών από την επίσημη Εκκλησία μετά την επανάσταση του Ν. Πλαστήρα, το 1922 του ανετέθη να ηγηθεί των διαπραγματεύσεων στη Λωζάννη και να υπογράψει την ομώνυμη Συνθήκη στις 24 Ιουλίου 1923.
  • Στις μέρες μας, σαράντα τρία (43) χρόνια μετά την εισβολή και την κατοχή της Κύπρου, καλλιεργήθηκε ξανά η ελπίδα επίλυσης του Κυπριακού προβλήματος. Όμως πώς και κάτω από ποιο τελικό κείμενο θα τεθούν οι υπογραφές της συμφωνίας σαφώς δεν εξαρτάται από την καλή διάθεση ή την καλή χημεία των Αναστασιάδη – Ακιντζί, αλλά από την Τουρκία και μόνο. Βεβαίως η ίδια βρίσκεται στη δίνη μεγάλων εσωτερικών προβλημάτων μετά το περσινό πραξικόπημα και τις χιλιάδες διώξεις αντιφρονούντων που ακολούθησαν κυρίως από τον κρατικό μηχανισμό. Πιο επικίνδυνη επίσης είναι η κατάσταση που η ίδια δημιούργησε στα ανατολικά σύνορά της με την άμεση εμπλοκή της στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας στο πλευρό των ανταρτών, αφού πέρασε και από το στρατόπεδο του ISIS.
  • Είναι ενθαρρυντικό και άξιο προσοχής ότι σ’ αυτή τη συγκυρία, μετά από κόπους και αγώνες δεκαετιών με επικεφαλής τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, λειτούργησε στην Ίμβρο το πρώτο Ελληνικό Γυμνάσιο – Λύκειο με 15 μαθητές και Νηπιαγωγείο.
  • Θεωρώ ηθικό μου χρέος να αναφερθώ τιμητικά σε τρεις Έλληνες που έχουν φύγει από τη ζωή, αλλά το 1996 έδωσαν το δικό τους βιωματικό αλλά και πολιτικό στίγμα κατά την πρώτη παρουσίαση του βιβλίου στο κτίριο της Παλαιάς Βουλής, και συγκεκριμένα στον Σπύρο Μελετζή, τον Ίμβριο φωτογράφο της Εθνικής Αντίστασης, στον Γρηγόρη Γιάνναρο, φωτισμένο πρόσωπο της Αριστεράς, στον Γεράσιμο Αρσένη, τότε υπουργό Άμυνας.

Οφείλω να επισημάνω επίσης ότι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο ποιητής των ασμάτων της νιότης μας, που εκείνα τα χρόνια δημιουργήσαμε την Πολιτιστική Εταιρεία «Αρχιπέλαγος» και το Βιομηχανικό Μουσείο στη Λέσβο, ο οποίος στην παρουσίαση του βιβλίου το 1996 είχε ένα φλογερό λόγο, ήταν αυτός που μου πρωτομίλησε για την απότιση φόρου τιμής σ’ αυτούς που έφυγαν.

 

*Πρόλογος στο βιβλίο «Ίμβρος- Τένεδος: Από την Συνθήκη της Λωζάννης στη δραματική συρρίκνωση του Ελληνισμού».

Σημείωση. Η  νέα συμπληρωμένη έκδοση του βιβλίου του Νίκου Σηφουνάκη παρουσιάσθηκε στην Αθήνα την  Τετάρτη 3  Μαΐου , Το βιβλίο προλόγισαν οι: Πρόεδροι των Συλλόγων Ίμβρου και Τενέδου κ.κ. Π. Ασανάκης και Χ. Κάλφας και  παρουσιάσαν, ο  υπουργός  Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, ,η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά,  και ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωστής Χατζηδάκης.