Αυθαίρετη δόμηση: Η περίπτωση της Νέας Μάκρης

Μια εργασία της Μαρίας Μήλα

Η περιοχή Μάτι, 1200 στρεμμάτων είχε πουληθεί σε Χαλανδριώτες από την Μονή Πεντέλης το 1930, οι οποίοι την μοιράσανε μεταξύ τους με κλήρωση, ενώ στη συνέχεια έκαναν ιδιωτική πολεοδόμηση. Βρίσκεται μεταξύ της λεωφόρου Μαραθώνος και της θάλασσας στη νότια περιοχή της Δημοτικής Ενότητας της Νέας Μάκρης, του Δήμου Μαραθώνος.

Η περιοχή είναι δομημένη ως επί το πλείστον με αυθαίρετο – μη νόμιμο τρόπο με κτίσματα κυρίως Β’ κατοικίας, πολλές από τις οποίες είναι καλοδιατηρημένες με εξαιρετικούς κήπους και πλούσια βλάστηση. Η νότια περιοχή της γειτονιάς έχει χαμηλότερης ποιότητας κτίσματα, πυκνότερη δόμηση, σε έδαφος με έντονο ανάγλυφο και μεγάλες κλίσεις (ρέμα Παππά, λοφίσκος).

Στην παραλιακή ζώνη στα πρώτα οικοδομικά τετράγωνα βρίσκονται ογκώδη κτίσματα, πολυκατοικίες. Πέντε ξενοδοχεία δεκαετίας ’70. Τα τρία από αυτά πρόσφατα ανακαινισμένα, μέτριας και μεγάλης δυναμικότητας βρίσκονται στο παράκτιο μέτωπο όπου έχουν προξενήσει σημαντική αλλοίωση στην ακτή. Δύο μικρότερα βρίσκονται σε μικρή απόσταση από την ακτή. Πολυκατοικίες και ογκώδη κτίρια έγιναν κατά την περίοδο της Δικτατορίας.

Η εκκλησία Κοίμηση της Θεοτόκου, ενορία της περιοχής, βρίσκεται στο κέντρο της γειτονιάς, επί της οδού Κύπρου. Το 2006 ξεκίνησαν οι διαδικασίες ένταξης στο σχέδιο πόλης με κτηματογράφηση της περιοχής και συλλογή δηλώσεων ιδιοκτησίας από τους κατοίκους. Η περιοχή βρίσκεται εντός Ζώνης Οικιστικής Επέκτασης Β’ κατοικίας.

Οι περιοχές γύρω από τον παλαιό προσφυγικό οικισμό της Νέας Μάκρης (Ερυθρός – ΠΕ1, Βάλτος  -ΠΕ2, Αγ. Παρασκευή-ΠΕ3, Ν. Μάκρη – ΠΕ5, Πλέστι – ΠΕ6, ΠΕ4) έχουν ενταχθεί στο σχέδιο τα τελευταία χρόνια 1987-1990 σε έκταση 5.267 στρέμματα, μόνο όμως σε 2 γειτονιές της Νέας Μάκρης (ΠΕ5 και ΠΕ1) έχει γίνει εφαρμογή σχεδίου και αυτή 20 χρόνια αργότερα από την ένταξη στο σχέδιο. Για τα υπόλοιπα 3.167 στρέμματα, δηλαδή για το 60% δεν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της εφαρμογής της πολεοδομικής μελέτης. Αυτό έχει ως συνέπεια την αλλαγή της κατάστασης μεταξύ των αναρτήσεων της πράξης εφαρμογής και νέες ενστάσεις εις βάρος των ρυμοτομούμενων και των κοινόχρηστων χώρων.

Επίσης, δεν έχει προχωρήσει η ένταξη άλλων 3.454 στρεμμάτων, όπως η ΖΟΕ Β’ κατοικίας 1985 και 1988 καθόρισε και τούτο λόγω των δυσκολιών που παρουσιάζονται από πλευράς Υπ. Γεωργίας για τους περιλαμβανόμενους δασικούς θύλακες.

Έτσι ο καθορισμός αυτός έγινε αποσπασματικά με τα εκάστοτε διάταγμα της ένταξης στο σχέδιο για κάθε πολεοδομική ενότητα χωρίς να εντάσσονται σε έναν γενικότερο σχεδιασμό όλου του χώρου όπως προβλέπεται από τον ισχύοντα από το 1997 οικιστικό νόμο 2508/97.

Σήμερα, οι εντός σχεδίου περιοχές στη Ν. Μάκρη έχουν έκταση 6.968 στρέμματα.

Πληθυσμός περιοχής

Παρατηρείται αύξηση στον πληθυσμό του Δήμου Νέας Μάκρης μεταξύ του διαστήματος των δεκαετιών 1961-2001. Πιο συγκεκριμένα μεταξύ 1961-1971, ο πληθυσμός στο δήμο Νέας Μάκρης αυξήθηκε κατά 56%. Μεταξύ 1971-1981 η αύξηση είναι 120.4% και το διάστημα 1981-1991 ο πληθυσμός του δήμου αυξήθηκε κατά 52.8%. Την περίοδο 1991-2001 ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 13,8% ενώ την περίοδο 2001-2011 ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 4,8%. Συνολικά από το 1961 έως το 2001 ο πληθυσμός αυξήθηκε κατά 500,01%. Η μεγαλύτερη αύξηση φαίνεται να έγινε μεταξύ 1971-1981.

Ν. ΜΑΚΡΗ    ΠΟΣΟΣΤΟ ΑΥΞΗΣΗΣ %

1961   2.488

1971   3.864           56

1981   8.516           120,4

1991   13.009         52,8

2001   14.809         13,8

2011   15.554         4,8

 

Η διαχρονική εξέταση του φαινόμενου των αυθαιρέτων

Οι μεγάλοι σταθμοί που σφράγισαν την εξέλιξη του πολεοδομικού σχεδιασμού στη χώρα μας τα τελευταία 85 χρόνια και επηρέασαν την οικιστική ανάπτυξη της Νέας Μάκρης είναι οι εξής:

το Ν.Δ. του 23 (ΦΕΚ 228Α/23 Ν.Δ. 17.7.23. Περί σχεδίων πόλεων, κωμών και συνοικισμών του κράτους και οικοδομής αυτών)

– ο Ν 947/1979 (Περί οικιστικών περιοχών)

– ο οικιστικός νόμος 1337/1983 και

– ο νόμος 2508/97

Το νομικό πλαίσιο της εποχής αυτής οδήγησε στην διαμόρφωση του ελληνικού χώρου σε τρεις κατηγορίες:

Α. Στις εντός Σχεδίου Πόλεως περιοχές, δηλ. σε αυτές που διαθέτουν εγκεκριμένο ρυμοτομικό σχέδιο και ρυθμίζονται από το νομοθετικό διάταγμα της 17-7-1923 (το οποίο ισχύει ακόμη και σήμερα για κάποιες περιπτώσεις)

Β. Στους οικισμούς που υπάρχουν πριν από το έτος 1923 που υπάγονται σε δικό τους νομοθετικό καθεστώς και

Γ. Στις εκτός σχεδίου πόλεως περιοχές οι οποίες βρίσκονται εκτός ρυμοτομικών σχεδίων και εκτός οικισμών προ του 23. Οι περιοχές αυτές ρυθμίζονται με προεδρικά διατάγματα, όμως η δόμηση σε αυτές είναι ουσιαστικά ανεξέλεγκτη.

Παρά την τυπική διάκριση σε εκτός και εντός σχεδίου περιοχές τελικά αστικοποιήθηκε (είτε νόμιμα είτε παράνομα) ένα μεγάλο μέρος των εκτός σχεδίου περιοχών τις οποίες στη συνέχεια η πολιτεία νομιμοποίησε και τις ενέταξε στον πολεοδομικό ιστό.

Η θλιβερή εικόνα της νόμιμης γραμμικής οικοδομικής ανάπτυξης ακαλαίσθητων και μη ενταγμένων στο περιβάλλον κτιρίων επί εθνικών, επαρχιακών, κοινοτικών, και δημοτικών οδών της ελληνικής υπαίθρου και των παραθεριστικών περιοχών οφείλεται σε μία από τις διατάξεις της εκτός σχεδίου δόμησης.

Η κατοχή και ο εμφύλιος σε συνδυασμό με την βιομηχανική συγκέντρωση μέσα και γύρω από την Αθήνα επιτάχυναν σε μεγάλο βαθμό την αστικοποίηση. Η οικονομική δραστηριότητα που προκλήθηκε για την στέγαση τους, προκάλεσε ένα επόμενο κύμα εσωτερικών μεταναστών, οι οποίοι εγκατέλειπαν την ύπαιθρο, ως απαραίτητο δυναμικό για το οικοδομικό θαύμα (Φιλιππίδης, 1997), χωρίς να υπάρχει μέριμνα για την στέγαση τους και χωρίς να έχουν ωστόσο λυθεί περιπτώσεις από το ’22.

Οι νέοι κάτοικοι οι οποίοι είχαν ανάγκη στέγης αναγκαστικά γίνονταν οι αυθαίρετοι οικιστές με διάφορους τρόπους. Είτε καταλήψεις γης μέσα ή γύρω από την πόλη είτε σε εκτός σχεδίου αγορασμένα αγροτεμάχια σε μικρή ή μεγάλη απόσταση από την πόλη με κριτήρια λειτουργικά, γεωγραφικά, πολιτικά. Η οικονομική ανάπτυξη που αναδυόταν είχε βασιστεί στο σύστημα «γης και οικοδομής», το οποίο είχε βασιστεί στο μικρό και μεσαίο ιδιωτικό κεφάλαιο που εξυπηρετείτο κυρίως από την παρα-πολεοδομία. (Φιλιππίδης, 1990).

Η πίεση για την απόκτηση στέγης δημιούργησε την «βιομηχανία» της οικοδομής η οποία εκφράστηκε με δύο τρόπους:

1) από την αυθαίρετη δόμηση στις εκτός σχεδίου περιοχές μέσω της πρακτικής της παρα-πολεοδομίας, αρχικά στην τότε περιφέρεια του κέντρου ως συνέπεια της ελλιπούς κρατικής στεγαστικής πρόνοιας (η οποία στη συνέχεια νομιμοποιήθηκε Ν.3275/1955) και μετέπειτα στις περιαστικές και εξωαστικές περιοχές και

2) από την αύξηση των συντελεστών δόμησης, ποσοστών κάλυψης και την αντιπαροχή στις εντός σχεδίου περιοχές (Β.Δ/γμα 30/8/1955, Α.Ν. 395/1968 «Περί του ύψους των οικοδομών και του συστήματος της ελεύθερης δομήσεως»).

Έτσι πολύ σύντομα προήλθε η αστικοποίηση και αμέσως μετά η πολυκατοικοποίηση του κέντρου και των περιφερειών.

Τη γη κατείχαν και πουλούσαν διάφοροι επαγγελματικοί συνεταιρισμοί – οι οποίοι είχαν επενδύσει πάνω στην μανία των μικρομεσαίων στρωμάτων για αγορά γης. Στις περιοχές πιο μακριά από το κέντρο κυρίως παραλιακές και εκτός σχεδίου (συνήθως αγροτικές) με χαμηλότερες τιμές κατασκευάζονταν τις περισσότερες φορές αυθαίρετα για χρήση παραθεριστικής κατοικίας. Η συνεχής παραγωγή αστικών εδαφών με την μετατροπή γεωργικής γης σε οικιστική (αστική) αρχικά γύρω από το κέντρο της Αθήνας γινόταν με την παντελή απουσία της κρατικής μηχανής -με την αμέριστη όμως ανοχή της- συνήθως με δύο τρόπους (Φιλιππίδης, 1990):

1) Μεγαλοκτηματίες πωλούσαν παράνομα με ιδιωτικό ρυμοτομικό, κάτι που απαγορευόταν από το νόμο του 23. Στην περίοδο 1957-77 πουλήθηκαν περίπου 1,5 εκατ. τέτοια αγροτεμάχια συνολικής αξίας 25 δις. δραχμών με την ανοχή του κράτους. Η έντονη ζήτηση των οικοπέδων συμβάδιζε με την έντονη κατάτμηση των αγροτεμαχίων. (Στην περιοχή της Νέας Μάκρης, αγοράστηκαν από ιδιώτες μεγάλες εκτάσεις γεωργικές και δασικές που πουλούσε η Μονή Πεντέλης κατόπιν δημοπρασίας).

2) Δεύτερος τρόπος παραγωγής αστικής γης ήταν (ενώ συνεχίζει και μέχρι σήμερα) οι συνεταιρισμοί που μέσα από «νόμιμες» διαδικασίες αναλάμβαναν επίσημα το έργο αυτό. Αυτοί διαθέτουν καταστατικό, διοικητικό συμβούλιο και μέλη τα οποία πληρώνουν τακτικά τις δόσεις τους. Σκοπός τους ήταν η απόκτηση της γης η οποία συνήθως γινόταν συνενώνοντας γεωργική γη από διάφορους ιδιοκτήτες κάτω από κοινούς τίτλους των μελών. Στη συνέχεια γινόταν το σχέδιο, η κατάτμηση δηλ. της γης σε οικόπεδα, δρόμους και κοινόχρηστους χώρους και η υποβολή του στο ΥΧΟΠ που εάν όλα πήγαιναν καλά, ακολουθούσε η κλήρωση των οικοπέδων στα μέλη και η αγορά τους με δόσεις. Τότε ο καθένας είχε δικαίωμα να χτίσει νόμιμα πάνω στην ιδιοκτησία του.

Σε αντίθετη περίπτωση συνεχιζόταν η αυθαίρετη δόμηση που σε πολλές περιπτώσεις προϋπήρχε στην περιοχή με την μορφή ενός μικρού πυρήνα. Όταν ο συνεταιρισμός δεν κατάφερνε να πάρει τις απαραίτητες άδειες τότε αντικαθίστατο από την αυθαίρετη κατάτμηση και δόμηση. Στην πρώτη περίπτωση η έκταση κατεχόταν νόμιμα από τον οικοδομικό συνεταιρισμό ενώ στην δεύτερη περίπτωση παράνομα από τους οικοπεδοφάγους-οικοπεδεμπόρους (Φιλιππίδης, 1990). Με τα χρήματα που έπαιρνε ο συνεταιρισμός από τα μέλη ή με δάνεια είχε την υποχρέωση να φτιάξει τους δρόμους και τα κοινωφελή δίκτυα, νερό, ρεύμα. «Οι συνεταιρισμοί δεν απευθύνονταν μόνο σε κατώτερα εισοδήματα ή σε πρόσφυγες όπου το κοινό σημείο είναι η οικονομική ανέχεια αλλά και σε άλλες κοινωνικές ομάδες όπου το συνεκτικό στοιχείο ήταν η κοινή απασχόληση ανάμεσα στα μέλη τους (δημοσίων υπαλλήλων, στρατιωτικών, κ.λ.π.)» (Φιλιππίδης, 1990). Συνήθως αποτελούνταν από μικροαστικά κρατικοδίαιτα υπαλληλικά στρώματα με αμοιβαία και αμφίδρομη σχέση με τους πολιτικούς.

Κατά τις δηλώσεις του Ηλία Αποστολίδη δασολόγο, μέλος του Δ.Σ. του ΓΕΩΤΕΕ, στην εφημερίδα «ΒΗΜΑ» (29-08-07) οικοδομικοί συνεταιρισμοί και ιδιώτες έφθασαν να κατέχουν δάση και δασικές εκτάσεις. Κάποιοι από αυτούς αγόρασαν τις εκτάσεις, παλαιά ρητινευμένα δάση, από τους παραχωρησιούχους ρητινοσυλλέκτες, που διέθεταν τίτλους κυριότητας (με περιορισμένο δικαίωμα ρητίνευσης) για να συλλέγουν τη ρητίνη ή άλλα δασικά προϊόντα ή από κάποιο μοναστήρι που έχει αμφισβητούμενους τίτλους ή μη νόμιμους-π.χ. η Μονή Πεντέλης δεν είχε ιδιοκτησία στην Πεντέλη αλλά μόνο διακατοχικά δικαιώματα (διακατεχόμενο δάσος είναι δάσος που μπορεί να κατέχει ιδιώτης αλλά η κυριότητα ανήκει στο Δημόσιο μέχρις ότου ο διεκδικητής αποδείξει ότι έχει δικαιώματα επί της έκτασης).

Τα προσύμφωνα γίνονταν με μειωμένα δικαιώματα ιδιοκτησίας, αντί πινακίου φακής. Στη συνέχεια γινόταν ένα τοπογραφικό, με την έκταση που ήταν παράνομα χωρισμένη και ακολουθούσε η κλήρωση για τα μέλη. Αμέσως μετά, παρουσιάζονταν από το Δ.Σ. τα προβλήματα και άρχιζε η προσπάθεια για να γίνουν τα οριστικά συμβόλαια και για να μπει στο σχέδιο. Τη δεκαετία 60-70 έγιναν εντάξεις στο σχέδιο πόλεως με παράνομο τρόπο – βασιλικά διατάγματα ή προεδρικά διατάγματα της χούντας τα οποία στη πλειονότητα τους δεν είχαν την υπογραφή του Υπουργού Γεωργίας, μιας και πάντα απαγορευόταν η ένταξη δασών και δασικών εκτάσεων σε σχέδια πόλης.

Τα μέλη του συνεταιρισμού πλήρωναν τις δόσεις τους ενώ ταυτόχρονα άρχιζαν οι προσπάθειες κατάτμησης συνήθως με ένα σχέδιο αντιπυρικής προστασίας όπου ζητούνταν δρόμοι εκεί που προβλέπει και το παράνομο ρυμοτομικό σχέδιο, και προσπαθούσαν να πείσουν τους συνεταίρους ότι ξεκίνησε η υλοποίηση των σχεδίων. Συνήθως η κατάτμηση έμενε εκεί, ξεκινούσε η αυθαίρετη δόμηση και ως συνεπακόλουθο η κοινωνική πίεση να αλλάξει το Σύνταγμα και η δασική νομοθεσία, ώστε, με κάποιον τρόπο, να γίνει δυνατό να νομιμοποιηθεί το δάσος ή η δασική έκταση. Αργότερα ανακλήθηκαν ορισμένα παραχωρητήρια όταν διαπιστώθηκε αλλαγή χρήσης (μοναδικός σκοπός της κατά τα ανωτέρω μεταβίβασης ήταν η δημιουργία παραθεριστικών κατοικιών ή τουριστικών εγκαταστάσεων), ενώ παράλληλα νομολογήθηκε από το ΣτΕ (κατά την περίοδο 1964-1970) ότι και νόμιμα έγιναν οι ανακλήσεις των παραχωρητηρίων και δεν ήταν ασυμβίβαστες με το Σύνταγμα γιατί ο όρος της παραχώρησης ήταν η διατήρηση των δασών.

Η περίπτωση της Νέας Μάκρης

Στη Νέα Μάκρη αρκετοί συνεταιρισμοί και ιδιώτες αγόρασαν εκτάσεις από τη Μονή Πεντέλης που διεκδικούνταν από το Δημόσιο ως δασικές, με την ελπίδα ότι σύντομα το κράτος θα παραιτηθεί των αξιώσεών του. Όπως η περίπτωση οικοπεδικών συνεταιρισμών στο νότιο μέρος της Ν. Μάκρης (Αμπελούπολη, Βιθινία, Προβάλινθος, Ν. Βουτζάς, Λιβίσι, Εφημεριδοπώλες, ΦΟΣ). Άλλοι επίσης αγόρασαν τμήματα ιδιωτικών δασών από τους ιδιοκτήτες τους που τα πούλησαν. Αγόρασαν γη που εν γνώσει τους δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ενώ συγχρόνως το παρουσίαζαν ως τρομερή αδικία. Οι οικοπεδικοί – οικοδομικοί συνεταιρισμοί γινόμενοι εύκολα ιδιοκτήτες Πεντελικής γης και στηριζόμενοι στην κακή λειτουργία του κράτους κατόρθωσαν να μετατρέψουν χιλιάδες στρέμματα ακραιφνούς δασικής έκτασης του Πεντελικού σε οικιστικές περιοχές καταστρέφοντας αυτές περιβαλλοντικά. Χιλιάδες στρέμματα του Πεντελικού βουνού, που αγοράστηκαν έναντι ευτελούς τιμήματος, εντάχθηκαν στο σχέδιο, οικοδομήθηκαν και δημιούργησαν τεράστια περιουσιακά στοιχεία στους ιδιοκτήτες τους (Ν. Βουτζάς, Λιβίσι, Εφημεριδοπώλες κ.α. στη Ν.Μάκρη).

Στο δρόμο αυτό, των οικοπεδικών συνεταιρισμών δραστηριοποιούνται σήμερα και άλλοι που έχουν κατορθώσει να έχουν συμβόλαια κατοχής Πεντελικής γης (ΑΟΟΑ στο Πικέρμι, Προβάλινθος και Αμπελούπολη στη Ν.Μάκρη) αλλά και άλλοι, κεκαλυμμένοι με το καθεστώς του σωματίου (Ναύλογος στη Ν. Μάκρη) μιας και το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας δεν επιτρέπει την σύσταση νέων οικοδομικών συνεταιρισμών πλην επεκτάσεων και αναπλάσεων αυτών (Άρθρο 22 ΚΝΒΠΝ).

Οικοδομικοί συνεταιρισμοί – Ιστορία μου αμαρτία μου

Οι συνεταιρισμοί λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις παραγωγής αστικής γης από τη μια, με τη νομιμοποίηση των παράνομων αγοροπωλησιών και κατάτμησης των αγροτεμαχίων (με φανερά πλεονεκτήματα έναντι ενός γραφειοκρατικού κράτους) και από την άλλη αναλαμβάνοντας το οικονομικό κόστος του σχεδιασμού, των ευκολιών πληρωμής και της δανειοδότησης πολλές φορές, έναντι των μελών τους περιορισμένων μέσων. Το κράτος περιοριζόταν στο να ελέγχει ένα ελάχιστο κοινωνικών παροχών που σχεδίαζαν οι συνεταιρισμοί (δρόμους, κοινόχρηστους χώρους, δίκτυα).

Παρ’ όλες τις λεπτομερείς προδιαγραφές, τα ρυμοτομικά συντάχθηκαν από ιδιοκτήτες μεγάλων οικοπεδικών εκτάσεων και στη καλύτερη περίπτωση από τοπογράφους. Η σχέση ιδιωτικού με δημόσιο χώρο με την χρήση αποκλειστικά και μόνο της ρυμοτομικής γραμμής απέκλειε κάθε ορθολογική οργάνωση του χώρου.

Στόχος των ρυμοτομικών σχεδίων δεν ήταν, εννοείται η ικανοποίηση των αναγκών υγιεινής, ασφάλειας, οικονομίας και αισθητικής αλλά η κερδοσκοπία. Ο μοναδικός περιορισμός στον έλεγχο της γης ο οποίος ασκείται και μέχρι σήμερα είναι από το Υπουργείο Γεωργίας σε σχέση με την προστασία των δασών.

Συνήθης τακτική του επίσημου κράτος προς την αυθαίρετη δόμηση ήταν η ανοχή ενώ τις περισσότερες φορές οι διώξεις ή οι καταγραφές αυθαιρέτων γίνονταν αποκλειστικά για λόγους φοροεισπρακτικούς.

Η τάση αυτή δημιούργησε ένα ακτινωτό σύστημα από περιοχές γύρω από το κέντρο που αφού χτίστηκαν αυθαίρετα εντάχθηκαν στο σχέδιο και με τους ισχύοντες χώρους και δρόμους των αυθαιρέτων πύκνωσαν σε πληθυσμό, με δυσκολία στη μεταξύ τους λειτουργία.

Στόχος των ρυμοτομικών σχεδίων δεν ήταν, εννοείται η ικανοποίηση των αναγκών υγιεινής, ασφάλειας, οικονομίας και αισθητικής αλλά η

«Η αυθαίρετη δόμηση» είναι ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που οφείλεται σε οικονομικές και πολιτικές αιτίες, καθώς και σε έλλειψη σχεδιασμού. Τα αυθαίρετα, στον άμεσο περιαστικό χώρο καταλαμβάνουν τεράστιες εκτάσεις και λαμβάνουν όλο και περισσότερο τη μορφή πυκνοκατοικημένων περιοχών, αλλά χωρίς σχεδιασμένη πολεοδομική οργάνωση και σύνδεση με την πόλη.

«Aυθαίρετη» είναι κάθε κατασκευή η οποία εκτελείται:

  • Χωρίς νόμιμη άδεια
  • Με υπέρβαση της νόμιμης άδειας
  • Με άδεια η οποία ανακλήθηκε
  • Κατά παράβαση των πολεοδομικών διατάξεων
  • Αυθαίρετη είναι επίσης κάθε αλλαγή χρήσης του κτιρίου ή τμήματος του

Επίλογος

Μάτι Αττικής.

Για πολλούς ένας όμορφος παραθαλάσσιος τόπος

που βλέπει την ανατολή.

Για μας πολλά παραπάνω.

Μάτι σημαίνει εικόνες από τα παιδικά μας χρόνια, γεμάτες φως.

Μέρες που δεν τελείωσαν ποτέ.

Πεύκα που μας φιλοξένησαν στη σκιά και στα κλαριά τους,

πεύκα που γνωρίζουμε σπιθαμή προς σπιθαμή.

Χώμα στο χρώμα του πηλού, στο οποίο περπατήσαμε ξυπόλητοι,

καθίσαμε, παίξαμε και τραγουδήσαμε.

Θάλασσα αγαπημένη που ομορφαίνει με την αγριάδα του βοριά”

__________________________________________________________________

* ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ -ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ με θέμα: Αστική διάχυση και αυθαίρετη δόμηση στον παράκτιο χώρο. Προς τη διαμόρφωση μιας χωρικής πολιτικής για τις περιαστικές περιοχές. Το παράδειγμα του Δήμου Νέας Μάκρης -της ΜΑΡΙΑ ΜΗΛΑ

Aπό το ecopress.gr