Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργεί ρεύμα νίκης

Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος
Καλό λοιπόν το πρόγραμμα και καλύτερα τα ψηφοδέλτια. Αλλά οι εξελίξεις τρέχουν και η κλεψύδρα για την απάντηση στο πάνδημο ερώτημα «με ποιους θα κυβερνήσει ο Τσίπρας;» αδειάζει… Ιδού η Ρόδος της κάλπης, ιδού και το εκλογικό ρεύμα…

Κανείς δεν μπορεί να διαφωνήσει με όσα είπε ο Αλέξης Τσίπρας στα κομματικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ: ο Μητσοτάκης κρύβεται από τη Βουλή, η κυβέρνησή του βούλιαξε την κοινωνία, λεηλάτησε τα δημόσια ταμεία, παρέδωσε την πρώτη κατοικία των ανθρώπων βορά στους κάθε λογής «Πάτσηδες» και σε καμία σοβαρή ευρωπαϊκή χώρα δε θα μπορούσε να σταθεί ως Πρωθυπουργός.

Στον επίλογό του διαβεβαίωσε ότι, καθώς επίκειται η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, ο ΣΥΡΙΖΑ «είναι έτοιμος και πρέπει το επόμενο διάστημα να επιταχύνουμε τις διεργασίες μας για την ανάδειξη υποψηφιοτήτων και για το εκλογικό πρόγραμμα».

Σωστά όλα αυτά. Το πρόγραμμα μια χαρά είναι. Τα ψηφοδέλτια θα κριθούν όταν ανακοινωθούν, παρότι οι πληροφορίες που διακινούνται δεν προδιαθέτουν πάντα για το καλύτερο. Για να μιλήσουμε, πέραν των βουλευτικών εκλογών: δεν μπορείς να κοροϊδεύεις τον Μητσοτάκη που συνάντησε τη Βάνα Μπάρμπα, όταν συζητάς να κατεβάσεις υποψήφιο περιφερειάρχη τον Απόστολο Γκλέτσο.

Εν πάση περιπτώσει, αυτή την περίοδο, με τον Μητσοτάκη στο καναβάτσο, αναδύεται ένα ερώτημα: γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργεί ρεύμα νίκης; Τι λείπει προκειμένου να γίνει αποδεκτός ως εναλλακτική λύση, ενώ μιλάει για εκλογική νίκη, νέα κυβέρνηση και τα συναφή – και ο επικεφαλής του τρέπει σε φυγή τον Μητσοτάκη και διευρύνει διαρκώς το ακροατήριό του;

Η απάντηση με μια φράση: λείπει η κυβερνώσα ομάδα, ευρύτερης αποδοχής.

Είναι θέμα στοιχειώδους πολιτικής ανάλυσης και κοινής λογικής: για να φύγει μια κυβέρνηση πρέπει να διακρίνεται στον ορίζοντα αυτή που θα τη διαδεχθεί.

Κρινόμενο το σημερινό κυβερνητικό σχήμα προκαλεί αρνητικές εντυπώσεις στην κοινωνία σχήμα, αρχίζοντας από τον Πρωθυπουργό και το σύστημά του. Αλλά αυτό δεν αρκεί. Και πάντως η απόρριψη της κυβέρνησης, δεν οδηγεί τους ψηφοφόρους αυτομάτως στην αξιωματική αντιπολίτευση, όπως παλαιότερα.

Αλλά στις εκλογές πλέον, δεν κρίνονται μόνο όσοι κυβερνούν σήμερα, αλλά και αυτοί που ζητούν εντολή για να κυβερνήσουν αύριο – ιδίως αν έχουν ξανακυβερνήσει, με την ίδια ηγεσία.

Πρακτικά δεν θα αξιολογηθούν μόνο ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας – που είναι η εύκολη σύγκριση για τον ΣΥΡΙΖΑ. Κρίνονται και τα πρόσωπα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, σε σύγκριση με τα πιθανά πρόσωπα της «προοδευτικής κυβέρνησης» Τσίπρα.

Το αποτέλεσμα αυτής τη σύγκρισης ορίζει τελικά και το αποτέλεσμα των εκλογών.

Κανείς δεν έχει την αξίωση να εμφανίζει με ονόματα και διευθύνσεις ο Αλέξης Τσίπρας του μέλλοντες υπουργούς του. Ειδικά όταν σε μεγαλείο βαθμό η σύνθεση του υπουργικού Συμβουλίου του – αν είναι ο νικητής των εκλογών – θα κριθεί και από τις διεργασίες με τους πιθανολογούμενους εταίρους του. Ανάλογα με την ισχύ που θα δώσει στον καθένα η λαϊκή ετυμηγορία.

Δεν νοείται όμως να φτάσει ως τις εκλογές χωρίς να έχει αναδείξει το «είδος» των προσώπων που θα υπουργοποιήσει. Πέρα από τη – θετική – αναφορά του κάποια στιγμή ότι «θα προέρχονται από την κοινωνία» – που δεν επανέλαβε έκτοτε.

Αυτό όμως δεν αρκεί. Ορθώς δεν αναφέρει κατάλογο ονομάτων. Αλλά στα μάτια των ψηφοφόρων πρέπει να διακρίνονται οι πιθανολογούμενοι διαχειριστές σε κάθε χαρτοφυλάκιο.

Πχ ανάμεσά σε ποιους θα διαλέξει υπουργό Εξωτερικών; Ποιοι είναι υποψήφιοι για το υπουργείο Οικονομικών του; Μεταξύ ποιων προκριθεί αυτός που θα αναλάβει να εξυγιάνει το κράτος; Ποιος θα αναλάβει την, πολύπαθη – και επί ΣΥΡΙΖΑ – άμυνα;

Το ίδιο ισχύει για όλα τα υπουργεία. Ο πολίτης για να κρίνει, χρειάζεται πληροφορίες που θα του επιτρέψουν να πιθανολογήσει τον επόμενο υπουργό Υγείας, Παιδείας, Δημοσίων Έργων, Προστασία του Πολίτη κλπ.

Θέλει να ξέρει ποιους θα ψηφίσει, εκτός από τον Πρωθυπουργό. Ισχύει ανέκαθεν, για όλα τα κόμματα και όλους τους υποψήφιους Πρωθυπουργούς.

Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ όμως, διαμορφώνεται μια θολή και διόλου ικανοποιητική κατάσταση: ως μέλλοντες υπουργοί εμφανίζονται οι τομεάρχες της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος και οι οιονεί «σκιώδεις υπουργοί» της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Με αυτές τις ιδιότητες μάλιστα πολιτεύονται στις εκλογικές του περιφέρειες για την επομένη Βουλή – σε βάρος άλλων στελεχών και ιδίως των νέων.

Δεν υπάρχει πιο δραστική συνταγή… ήττας. Αν το εκλογικό σώμα – που έχει απορρίψει τον Μητσοτάκη και προσανατολίζεται όντως να δώσει νέα εντολή στον Τσίπρα – υποψιαστεί ότι δίπλα του, ως υπουργοί, θα βρίσκονται κάποιοι που απλώς έχουν ρόλους στην Κουμουνδούρου και στη σημερινή Βουλή – και ειδικά όσοι έχουν προβληματική κυβερνητική προϊστορία – θα αλλάξει πορεία.

Ειδικά όταν τους ακούει να λένε – ενίοτε ρεβανσιστικά – ότι στην κυβέρνηση θα επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ. Δηλαδή ψάχνουν για κορόιδα να ψηφίσουν και μετά τη νίκη να μοιραστεί τα υπουργεία η κομματική γραφειοκρατία του παλαιού ΣΥΡΙΖΑ που εκπροσωπείται αποκλειστικά στο κομματικά όργανα – αφού οι νεότεροι δεν ψήφισαν.

Πιο απλά: να μένει το βύσσινο αν πρόκειται να ξαναγίνουν υπουργοί όσοι ταυτίσθηκαν με τη ήττα του 2019, όσοι όσοι έχουν τη στάμπα του αποτυχημένου, όσοι και όσες έχουν προκαλέσει την κοινωνία με τη συμπεριφορά τους και ιδίως όσοι εμφανώς δεν έχουν προσόντα να διαχειριστούν κυβέρνησης υποθέσεις – στην Ελλάδα και την Ευρώπη – στην ταραχώδη τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα.

Είναι αυτοκτονικό εκλογικά να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και να ράβουν κουστούμια τα «βαρίδια» και κάποιοι κακόφημοι. Όλοι χωράνε στα κόμματα εξουσίας. Αλλά η σειρά στελεχιακής αξιολόγησης πρέπει να είναι ευκρινής, αξιοκρατική και εμπροσθοβαρής.

Ανεξαρτήτως ιδεολογίας και πολιτικής το είδαμε να αποδίδει εκλογικά στο ΠΑΣΟΚ, με τον Γ. Παπανδρέου και στη ΝΔ με τον Κυρ. Μητσοτάκη. Ο Σημίτης δεν μετράει γιατί πήρε το κόμμα του στην κυβέρνηση.

Συνεπώς με υλικά από τον παλιό ΣΥΡΙΖΑ και από τις κατεδαφίσεις του ΠΑΣΟΚ δεν στήνεται ελκτικό κυβερνητικό οικοδόμημα. Τα ονόματα είναι γνωστά και χιλοτραγουδισμένα. Χώρια που μερικοί δεν επιθυμούν να ξαναγίνει Πρωθυπουργός ο Τσίπρας.

Κακά τα ψέματα. Αν η δεξαμενή υπουργήσιμων του σημερινού ΣΥΡΙΖΑ αρχίζει και τελειώνει στα κομματικά όργανα υπάρχει πρόβλημα. Είναι ζήτημα αν περισσότεροι από ένας στους τέσσερις από όσους κατέχουν αξιώματα στη Βουλή ή την Κουμουνδούρου μπορούν να γίνουν δεκτοί από το εκλογικό σώμα για αντικατάσταση κάποιου από όσων κάθονται σήμερα στο οβάλ τραπέζι του υπουργικού Συμβουλίου. Ποιοι λοιπόν θα δημιουργήσουν ρεύμα νίκης;

Ο πρώτος που το γνωρίζει είναι ο πρόεδρος τη ΣΥΡΙΖΑ και εν δυνάμει Πρωθυπουργός. Προφανώς για αυτό προαναγγείλει την περιορισμένη συμμετοχή του κόμματος στην επομένη κυβέρνησή του. Αλλά αυτό δεν αρκεί.

Χωρίς να βγάλει μπροστά, ως υπουργήσιμους, ικανούς και άφθαρτους από το κόμμα του και νέα πρόσωπα με κοινωνική αναγνώριση και προφανή επάρκεια από την κοινωνία δεν μπορεί να διαμορφώσει προεκλογικά το κλίμα που χρειάζεται για να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών – ακόμη και αν δεν την κερδίσει ο – αδίστακτος, αλλά πάνοπλος επικοινωνιακά – Μητσοτάκης, που είναι και το πιθανότερο.

Καλό λοιπόν το πρόγραμμα και καλύτερα τα ψηφοδέλτια. Αλλά οι εξελίξεις τρέχουν και η κλεψύδρα για την απάντηση στο πάνδημο ερώτημα «με ποιους θα κυβερνήσει ο Τσίπρας;» αδειάζει… Ιδού η Ρόδος της κάλπης, ιδού και το εκλογικό ρεύμα…

ΑΠΟ ΤΟ IEIDISEIS.GR