Για την Αρλέτα

Του Γ. Μαρκάκη

Η Αρλέτα δεν ήταν απλά ένα άλλο φαινόμενο ή κεφάλαιο της σύγχρονης ελληνικής ωδικής ιστορίας μας, αλλά ένα τελείως διαφορετικό σκληρόδετο βίβλίο Τέχνης. Είχε πάντα συνδυασμό και δεν είναι σίγουρο πως ο ακροατής τον έβρισκε.

Έτσι είναι. Η Βραζιλία είχε τον Caetano που επένδυσε Γαλλικά και χαμηλόφωνα ζώντας και τραγουδωντας εσώστροφα στην εξορία, στο Παρίσι, ο Καναδάς πέταγε “εσωτερικές πτήσεις” με τον Λεονάρδο, η Σουηδία είχε ένα Ολλανδό ‘μπεκρή’ που τα έλεγε ‘χύμα και τσουβαλάτα΄ τον Cornelis Vreesvijk, αλλά πάντα κομψά και μετρητοίς και η Γαλλία σάλπαρε και ιστιοδρομούσε Μεσογειακά  στην αλμύρα που ανέβαζε ακόμα και μέχρι το Παρίσι ο Μουστακί.

Εμείς;

Εμείς είχαμε την δική μας έκδοση.

Το Φθινόπωρο του 1986 επιστρέφοντας στην Σουηδία ερχόμενος από την Ελλάδα, έχοντας αποκτήσει τον ίδιο μαγνητικό πόλο έλξης με την πατρίδα μου που ως γνωστό πάντα σ’ απωθεί μαγνητίζοντάς σε, μακριά με τους τρόπους της, που γίνονται και τόσο δικοί σου- ξαναβρίσκω τον Βασίλη Δεληγιάννη στην Σουηδική ραδιοφωνία.

-Ξεπέζεψε και πιάνεις δουλειά αμέσως. Έρχονται Έλληνες καλλιτέχνες για κονσέρτο στην Σουηδία !

Η ζωή είναι αστεία και γεμάτη από εκπλήξεις.

Ο ένας ήταν ο Νότης Μαυρουδής το προηγούμενο μου αφεντικό  στο Β’ Πρόγραμμα της ΕΡΤ  αρχές προς μέσα δεκαετίας του ’80. Ένας γλυκός λυρικός ακροβάτης που ισορροπούσε πάνω σε έξι πλαστικές χορδές Ένας μουσικός που ξεκίνησε να ταξιδεύει την εφηβική δεκαετία του, αυτή του ’60,  έχοντας ‘εμβολιαστεί με ένα δικής του επιρροής τρίπλεξ που θωράκιζε το ρεμπέτικο πνεύμα της πατρίδας. Από την μία Villa Lobos και από την άλλη, δυο άλλοι κλασσικοί που πάνω τους τέντωνε τις εκτοξεύσεις τουΤο μουσικό  δίπολο που μαγνητικό πεδίο είχε για Βορρά τον Mc Cartney και για  μυστικό ατίθασο Νότο τον Lennon. Ο Νότης ήταν φυσικό άλλωστε να μην διαρκέσει για πολύ σε διευθυντικά πόστα γιατί μιλούσε και δεν γαύγιζε άναθρα.

Η Αρλέτα ήταν η δεύτερη καλλιτέχνης.

Ένας μόνιμα κρυφός κήπος ανάμεσα από τους ανεμοδαρμένους ελληνικούς παλιούς μπαξέδες που μπολιάστηκαν ξαφνικά απο λουλούδια πλαστικά που σπάνια ευωδιάζουν πλέον αφού  “δεν μυρίζουν είναι πλαστικά” και που  περισσότερο μαδάνε αριστοφονικά και περιπαιχτικά ντύνοντας σας γαρίφαλλα τον θάνατο παρά ευωδιάζουν γιασεμί στην Ευριπιδο-Σοφοκλική καθημερινή τραγωδία μας που πλέκουμε το κουβάρι της.

Η Αρλέτα έμοιαζε πάντα σαν μια κρυφή αλέα. Ένα μικρό παρκάκι με λίγα λουλούδια και δέντρα που η είσοδος του δεν φαίνονταν, ούτε προβάλλονταν πουθενά απο τις παρόδους των Μουσικών αθηναικών δρόμων.  Το ελληνικό Ωδικό Eldorado δεν είχε ποτέ του μεγάλες ατέλειωτες φλέβες χρυσού. Έπρεπε να ψάξεις καλά με το ραδιοφωνικό κουβαδάκι σου και να φιλτράρεις τόνους απο άνυδρα βράχια, πολύ χώμα και αιχμηρούς οξικούς αυλοκόλακες για να βρεις ένα κόκο χρυσό  και ασήμι. Ενίοτε και μικρά ακατέργαστα διαμαντάκια σαν αυτή.

Δεν ήταν εύκολο να σου μιλήσει. Περισσότερο βολικά, σου τραγουδούσε. Είτε δικά της βόλια, είτε άλλα δανεισμένα απο ξενικές κάννες, που όμως είχαν γίνει τόσο πολύ κτήμα της που αναρωτιόσουν:

Βρε, μπας και αυτά τα τραγούδια είχαν γραφτεί για αυτήν ειδικά πριν από δεκαετίες;

Μάλλον θα πρέπει να ήταν η πιο ντροπαλή χαμηλών τόνων σύγχρονη εσωτερική φωνή μας. Το χιούμορ της και τα αστεία της έπρεπε να το ξεκλειδώσεις για να το χαρείς και το χαιρόμουν! Όπως καυστικά περιπαικτικά δαγκώνεις φρεσκοκομμένες μικρές πιπεριές απο την γλάστρα της.

Ασκήσεις πνευματικής γυμναστικής. Ήταν το χόμπι της μια και έβλεπε φθινοπωρινά όλους να τρέχουν από το παράθυρο της Ραδιοφωνίας, παραδίπλα από στο κανάλι, κάνοντας jogging που είχε γίνει της μόδας τότε.

– Άραγε φτάνουν ποτέ στη ζωή τους;

– Ναι, για τους συνιστώ να βάζουν κλωστές στις γωνίες ώστε να τερματίζουν που και που. Έτσι κλείνει κάθε πρωί ένας συσιφικός μικρός μαραθώνιος και συνεχίζουν περνώντας τους Ισθμούς τους, καπάκι στο Σπάρταθλο.

Αυτό ήταν …Γύρισε, με κοίταξε με ένα μυστήριο πεντακάθαρο χαμόγελο και με ρώτησε:

-Δημοσιογράφος είσαι εσύ τώρα ; Το μεταδίδεις αυτό στα ερτζιανά;

– Όχι ακριβώς (της είπα). Απέτυχα στις καταδύσεις στην εσωτερική κλειστή πισίνα και νάμαι εδώ πάλι.

– Ααα, αυτό και αν είναι ενδιαφέρον. Πες μου κι άλλα, με έφτιαξες τώρα, ρε συ!

– Είμαι δυναμικά εκπαιδευμένος κλινικός ψυχολόγος που προτιμά να βγάζει το ψωμί του ζυμώνοντας ανάμεσα από πικ απ στην ραδιοφωνία. Έτσι νάμαι! Με μίσθωσαν για να καταγράψω τα πολύχρωμα μουσικά σου πυροτεχνήματα που εκτοξεύεις κυρίως την ημέρα. Επικοινωνείς καλλιτερα μιλώντας χαμηλόφωνα παρά προωθείς και διαφημίζεις με αλγόριθμους την πραμάτια σου κυρία μου.

Βρε Αρλέτα, οι εκρήξεις σου ήταν πάντα εσωτερικής καύσης. Τα πυροτεχνήματα τα δικά σου ήταν φωτοβολίδες SOS

Καλώς τον! Καλώς ήρθες, βρε παληκάρι μου! Ξέρεις είναι σπάνιο να συναντώ τέτοιους τρελούς σαν και σένα!  Μάλλον τα γλυκά φρούτα αυτού του είδους τα εξάγουμε… Ρε συ!  Σε παρακαλώ, πες μου ιστορίες για τα παγωμένα θερμόμετρα εδώ πάνω σε αυτήν εδώ την ‘τέλεια’ κοινωνία. Πώς το αντέχουν; Έχεις συναντήσει τον Bergman; Πες μου ! Ααα, σε πειράζει να μιλάμε και να σου ζωγραφίσω το πορτραίτο;

Όχι, Αρλέτα! Ζωγράφισέ μας.