Δίκη Τσοχατζόπουλου: Το τέλος της υποκρισίας.

Του Γ. Λακόπουλου.

Βασική αρχή του νομικού συστήματος σε κάθε δημοκρατική χώρα είναι ότι κατά την απονομή Δικαιοσύνης όποιος κατηγορείται έχει δικαίωμα να υπερασπιστεί τον εαυτό του με όποιον τρόπο νομίζει ως προσφορότερο.
Στην πρώτη δίκη του ο πρώην υπουργός Άκης Τσοχατζόπουλος , με επίμονα αιτήματα της υπεράσπισης του, ζήτησε τις μαρτυρίες όσων μετείχαν στο ΚΥΣΕΑ των κυβερνήσεων που έλαβαν τις αποφάσεις για τα εξοπλιστικά προγράμματα, στην προμήθεια των οποία εδράζεται το κατηγορητήριο. Εκείνο το δικαστήριο δεν δέχθηκε το αίτημα
Έτσι δικάσθηκε ένας υπουργός για κατηγορίες που συνδέονται με μια υπόθεση στην οποία εκ του νόμου εμπλοκή στις αποφάσεις έχει ένα κυβερνητικό όργανο, ήτοι ένας ευρύς κύκλος προσώπων. Σε αυτό το πλαίσιο η καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου έπασχε. Πως ήταν δυνατόν να μην καταθέσουν όσοι μπορούσαν να γνωρίσουν τα πράγματα εκ της θέσης του με λεπτομέρειες;
Πόσο βάσιμο ήταν το αίτημα των υπερασπιστών του Άκη Τσοχατζόπουλου στην πρώτη δίκη, προκύπτει από την απόφαση του πενταμελούς Εφετείου κακουργημάτων Αθήνας στο οποίο κλήθηκαν τελικά ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Ευάγγελος Βενιζέλος, η πρώην υπουργός Βάσω Παπανδρέου και ο Γιάννος Παπαντωνίου, ως πρώην μέλη του ΚΥΣΕΑ , καθώς και ανώτατα στελέχη των Ένοπλων δυνάμεων για το ίδιο λόγο.
Στην κλήση δεν περιλαμβάνονται – για άγνωστο λόγο- οι πρώην υπουργοί Εξωτερικών Γ. Παπανδρέου και Θ. Πάγκαλος, επίσης μέλη του ΚΥΣΕΑ. Επί της ουσίας πάντως το δικαστήριο δέχθηκε τον ισχυρισμό του πρώην υπουργού Άμυνας για το κρίσιμο χαρακτήρα της μαρτυρίας των μελών του συγκεκριμένου κυβερνητικού οργάνου για εξοπλιστικά προγράμματα . Δεδομένης της σπουδαιότητας για την εθνική άμυνα και του κόστους για τον κρατικό προϋπολογισμό που είχαν τα επίμαχα προγράμματα η απόφαση να κληθούν είναι απόλυτα λογική και δίκαιη.
Κατ αυτόν τον τρόπο η δίκη Τσοχατζόπουλου αποκτά το πλήρες πλαίσιο ολοκλήρωσης της δικαστικής κρίσης. Αν οι πρώην κυβερνητικοί αξιωματούχοι θα λειτουργήσουν ως μάρτυρες κατηγορίας ή υπεράσπισης του πρώην συντρόφου τους , εναπόκειται στη συνείδηση τους και στη γνώση των πραγμάτων που εξ ορισμού έχουν. Σε κάθε περίπτωση όμως το όφελος για τη Δικαιοσύνη είναι ότι η κρίση της θα εδράζεται σε έναν πληρέστερο κύκλο καταθέσεων και αποδεικτικών στοχείων και κατά τούτο θα είναι περισσότερο πειστική και δίκαιη.
Αλλά για να μην κρυβόμαστε και πίσω από τις πεσμένες βαλανιδιές μας, θα σταματήσει και η υποκρισία από την πλευρά πολλών πρώην κυβερνητικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ που φάνηκαν να βολεύονται με την λογική του αποδιοπομπαίου τράγου – και ως τώρα μόνο ο Αντώνης Λιβάνης είχε την ευθύτητα να καταθέσει στη δίκη Τσοχατζόπουλου .
Το μήνυμα είναι θετικό: σε μια δημοκρατική πολιτεία οφείλει ο καθένας να αναλαμβάνει την ευθύνη του. Άλλωστε αποτελεί απονομή Δικαιοσύνης με την ευρύτερη έννοια, ο καθένας να σηκώνει μόνο τις δικές του αμαρτίες…