Εγώ, ο μεγαλοφοροφυγάς…

 

Του Γιάννη Παντελάκη

Οι μεγαλοοφειλέτες του Δημοσίου, είναι συνήθως κάποιοι πρώην επιχειρηματίες που άφησαν απλήρωτους εργαζόμενους και λογαριασμούς, μερικοί μεγαλομιντιάρχες που δεν έχουν πια μίντια αλλά πολλά χρέη που δεν θα πληρώσουν ποτέ και κάποιοι εργοστασιάρχες που απέμειναν με κουφάρια άδειων κτιρίων κάπου στην Εθνική οδό, αλλά συνέχισαν τον γκλαμουράτο τρόπο ζωής. Από την περασμένη Πέμπτη, στην κατηγορία των μεγαλοοφειλετών ανήκω κι εγώ. Συγκεντρώνω πολλές πιθανότητες στις επόμενες λίστες μεγαλοοφειλετών που θα αναρτήσει στο διαδίκτυο η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων να συναντήσει κάποιος και τ’ όνομά μου. Θα ήταν ενδιαφέρον αυτό, αν συνοδευόταν και από τα πλεονεκτήματα που έχει ένας μεγαλοοφειλέτης. Καταθέσεις μέσω μιας offshore στα νησιά Κέιμαν, Χριστούγεννα στο Gstaad και καλοκαίρια όπου θα σάρωνα τις θάλασσες των Κυκλάδων μ’ ένα γιοτ που θα ζήλευε και η Γιάννα Αγγελοπούλου. Η ιστορία μου, είναι κάπως διαφορετική.

Για περίπου δύο χρόνια ήμουν πρόεδρος της δημοτικής επιχείρησης στην οποία ανήκει ο “9.84”. Δύο χρόνια, στα οποία το κίνητρο δεν ήταν οικονομικό (μια μικρή αποζημίωση ανάλογη της σημερινής αμοιβής ενός ντελιβερά), αλλά η πρόκληση που θα συγκινούσε μάλλον κάθε δημοσιογράφο να συνεργαστεί μ’ ένα ιστορικό και σοβαρό ραδιοφωνικό σταθμό δημόσιου χαρακτήρα με την ευρύτερη έννοια. Τον Ιανουάριο του 2017, για λόγους που δεν έχουν σχέση με το σημείωμα αυτό, αποφάσισα ν αποχωρήσω από τη θέση. Έφυγα με καλές αναμνήσεις κυρίως από τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάστηκα και οι οποίοι είναι από τους καλύτερους στο χώρο.

Την περασμένη Πέμπτη το μεσημέρι, οι αναμνήσεις αυτές άρχισαν να αλλοιώνουν το θετικό τους πρόσημο. Όχι για τους ανθρώπους, αλλά για τα δυο χρόνια που πέρασα εκεί. Το μεσημέρι εκείνο, επιχείρησα πρόσβαση σ’ ένα προσωπικό μου τραπεζικό λογαριασμό, αλλά κάτι περίεργο συνέβαινε. Είχα ένα σχετικά μικρό ποσό το οποίο ωστόσο φαινόταν να μη το έχω ολόκληρο. Κάτι σαν κι αυτά που λένε ότι είχε πει ο Παΐσιος «Θα φαίνονται ότι είναι έτσι τα πράγματα, αλλά δεν θα είναι έτσι». Αυτό συνέβαινε και με τον λογαριασμό μου. Φαινόταν να έχω ένα ποσό, αλλά το διαθέσιμο για να χρησιμοποιήσω ήταν το μισό ή και αρκετά λιγότερο από το μισό. Σκέφτηκα πως και οι Τράπεζες μερικές φορές κάνουν λάθη. Η υπάλληλός της όμως με διαβεβαίωσε πως δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο. Η Α’ Εφορία Αθηνών είχε στείλει έγγραφο δέσμευσης ποσοστού από 50% έως 70% όλων των λογαριασμών μου. Και όχι μόνο των δικών μου, αλλά και συγγενικών προσώπων όπου είμαι συνδικαιούχος. Και τι σχέση έχω εγώ με την Α’ Εφορία που δεν γνωρίζω καν πού βρίσκεται; Έχω, γιατί ήμουν πρόεδρος στον “9.84” ο οποίος ανήκει στην εφορία αυτή, έμαθα.

Όταν αποχώρησα από τον σταθμό, δεν είχε αυτός καμμία εκκρεμότητα με την εφορία. Απέκτησε όμως στη συνέχεια. Ένας ή περισσότεροι εφοριακοί έκαναν έναν έλεγχο το φθινόπωρο και διαπίστωσαν, λέει, πως ο σταθμός έπρεπε να αποδίδει ένα τέλος χαρτοσήμου επί της επιχορήγησης που έπαιρνε από το Δήμο και το οποίο έπρεπε να πληρώνει από το 2006!

Ήταν μια εντυπωσιακή “ανακάλυψη” γιατί ποτέ κανένας δεν μου είχε πει όταν ήμουν εκεί γι’ αυτό το χαρτόσημο. Και δικαιολογημένα δεν μου το είχε πει, γιατί κανένας δημοτικός σταθμός ή επιχείρηση στη χώρα δεν πληρώνει τέτοιο τέλος από την ίδρυσή τους, δεν πληρώνει ούτε η ΕΡΤ που είναι έμμεσα επιχορηγούμενη, δεν πληρώνουν γενικότερα οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας που έχουν σχέση με το δημόσιο. Οι εφοριακοί ωστόσο, είχαν άλλη άποψη, ο “9.84” έπρεπε να πληρώνει το χαρτόσημο και μάλιστα αναδρομικά. Έβγαλαν ένα τεράστιο πρόστιμο και το καταλόγισαν.

Στο σημείο αυτό να ομολογήσω, πως οι συγκεκριμένοι εφοριακοί πρέπει να έκαναν αρκετή και επίμονη δουλειά. Έψαξαν και βρήκαν ποιοι ήταν οι πρόεδροι από το 2006 έως σήμερα, βρήκαν ονόματα και διευθύνσεις, βρήκαν και τους λογαριασμούς που έχει ο καθένας ή κάποιο συγγενικό τους πρόσωπο. Και πριν έρθει οποιαδήποτε ειδοποίηση για οτιδήποτε, έδωσαν εντολή για δέσμευση όλων των λογαριασμών τους, όπως και εκείνων του ίδιου του σταθμού από τους οποίους πληρώνονται οι εργαζόμενοι.