Ενισχυμένη μεταμνημονιακή επιτήρηση: ένα δώρο του Eurogroup στην Ελλάδα και του Μητσοτάκη στην κυβέρνηση

Του Γ. Λακόπουλου

Είναι αδύνατο να εντοπισθεί τι ακριβώς θέλει πετύχει ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένοντας ότι η  έξοδος της χώρας από το Μνημόνιο δεν θα είναι… καθαρή. Ειδικά όταν οι πιο αρμόδιοι Ευρωπαίοι παράγοντες λένε το αντίθετο.

Κατά πάσα πιθανότητα απλώς πειθαρχεί σε επικοινωνιακές υποδείξεις να μην αφήσει την κυβέρνηση να πιστωθεί αυτή την εξέλιξη. Μια αναμφισβήτητη κυβερνητική επιτυχία, όπως ανέδειξε άλλωστε η επίσκεψη Γιούνγκερ και πιστοποιούν καθημερινά όλοι οι κοινοτικοί και διεθνείς οργανισμοί.

Στην πραγματικότητα τον πρόεδρο της ΝΔ τον καταπίνει το εγχείρημα του. Γιατί αυτό που λέει είναι κατ’ ουσίαν δώρο προς την κυβέρνηση. Ένα δώρο που κάνει την ίδια στιγμή προς την Ελλάδα και το Eurogroup με την αυξημένη επιτήρηση που θα έχει στη μεταμνημονιακή Ελλάδα.

Προφανώς αυτό εννοούσε ο Τσακαλώτος και άρπαξαν οι προπαγανδιστές  της και διάφοροι άσχετοι. Αυτό όμως είναι σημαντικό εφόδιο για την κυβέρνηση, καθώς διαμορφώνει μια κατάσταση που θα αποβεί υπέρ της, όχι εναντίον της. Και να το εξηγήσουμε:

Ότι η Ελλάδα θα βγει τον Αύγουστο από το Μνημόνιο είναι σαφές και προεξοφλημένο. Μόνο φανατικοί, σαλεμένοι και κακόβουλοι λένε το αντίθετο. Ούτε  4ο Μνημόνιο υπάρχει, όπως λανσάρισε η βενιζελική αμετροέπεια και αντιγράφει ο Μητσοτάκης, ούτε πιστοληπτική γραμμή χρειάζεται όπως πάνε να πλασάρουν οι Στουρνάρας με τον Σημίτη, και τίναξε στον αέρα ο Μιχάλης Σάλλας.

Η χώρα θα συνεχίσει την πορεία της χωρίς τη δανειακή χρηματοδότηση των μελών της Ευρωζώνης, αλλά θα πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες της από την αγορά. Για να το διασφαλίσει αυτό πρέπει να κατοχυρωθούν όσα πέτυχε ως τώρα και να μην ανακοπεί η μεταρρυθμιστική πορεία και οι αλλαγές  -όπου απέτυχαν οι προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις των κομμάτων που έφεραν τη χρεοκοπία και οδήγησαν στο Μνημόνιο- αλλά πέτυχε η κυβέρνηση της Αριστεράς, για λόγους που δεν είναι του παρόντος.

Πάντως πέτυχε και ουσιαστικά άνοιξε το δρόμο προς την ανάπτυξη και την επιστροφή στην ευημερία κάποια στιγμή. Πρακτικά για πρώτη φορά οι θυσίες -στις οποίες υποχρέωσαν τους πολίτες τα κόμματα που χρεοκόπησαν η χώρα και την έβαλαν σε Μνημόνια- πιάνουν τόπο και αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση. Πρέπει να είναι βλάκας κάποιος για να μην το καταλαβαίνει.

Σ’ αυτή την πορεία είναι αυτονόητο, αλλά και νομικά κατοχυρωμένο, ότι θα έχουν λόγοι δυο εξωτερικοί παράγοντες. Πρώτα το Γιούρογκρουπ, γιατί η Ελλάδα ως μέλος της Ευρωζώνης πρέπει να τηρεί συγκεκριμένους κανόνες και να διατηρεί συγκεκριμένο δημοσιονομικό προφίλ, όπως οι άλλες χώρες. Δεν είναι επιλογή, είναι  υποχρέωση για όλους. Μετά οι δανειστές καθώς έχουν κάθε λόγο να διασφαλιστεί η ικανότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει τον πακτωλό των δάνειων που διέθεσαν από τους κρατικούς προϋπολογισμούς και του φόρους των πολιτών τους για τη σώσουν από τη χρεοκοπία.

Αυτά είναι συμφωνημένα και δεν αλλάζουν με καμία κυβέρνηση. Μόνο η επιπολαιότητα που χαρακτηρίζει τις δημόσιες τοποθετήσεις Μητσοτάκη οδηγεί στον ισχυρισμό ότι θα τα αλλάξει, επειδή θα είναι “αξιόπιστος”. Όσο ήταν και ο Σαμαράς με τον Βενιζέλο, ή ο Παπανδρέου νωρίτερα. Και να τα λέει εδώ αυτά εντάξει, αντιπολίτευση είναι. Να τα λέει και στους Ευρωπαίους;

Εν πάση περιπτώσει σ’ αυτά τα πλαίσια η Ελλάδα θα είναι μια κανονική χώρα με αυξημένες υποχρεώσεις, τις οποίες εκπληρώνει στο ακέραιο. Αλλά πρέπει να συνεχίσει. Ήδη με τα σημερινά δεδομένα οι εμπλεκόμενοι διεθνείς παράγοντες μπορούσαν να συμφωνήσουν στην πλήρη απουσία από την ελληνική οικονομική πολιτική, αν δεν υπήρχε αυτό που οι ίδιοι ονομάζουν “ηθικός κίνδυνος”.

Δηλαδή το ενδεχόμενο να αναστραφούν οι μεταρρυθμίσεις, να ατονήσει η συναφής νομοθεσία και να χαλαρώσει η δημοσιονομική προσαρμογή, για λόγους που αντιλαμβάνεται ο καθένας, ειδικά όσο πλησιάζουν εκλογές. Για να το αποφύγουν αυτό τα κοινοτικά όργανα και οι δανειστές σημειώνουν την ανάγκη της επιτήρησης -που είναι κάτι διαφορετικό από την παρέμβαση, ή την κατάσταση στην οποία αποφάσισαν οι ίδιοι.

Αυτό όχι μόνο δεν είναι μειονέκτημα για τη χώρα και πρόβλημα για την κυβέρνηση αλλά το αντίθετο. Γιατί με την παράμετρο της επιτήρησης η χώρα εξασφαλίζει ευκολότερα αυτό που χρειάζεται: επενδύσεις.

Οι επενδυτές θα βάλουν πιο εύκολα τα λεφτά τους όταν έχουν την βεβαιότητα ότι θα δεν υπάρξει πισωγύρισμα και αυτό το εγγυώνται ευρωπαϊκοί θεσμοί. Και με τις επενδύσεις η οικονομία θα τρέξει και αυτός που θα ωφεληθεί πολιτικά θα είναι η κυβέρνηση.  Άρα το Eurogroup προσφέρει υπηρεσία  με την θεσμοθέτηση της  ιδιαίτερης εποπτείας της ελληνικής οικονομίας.

Η ΝΔ κάνει δώρο στην κυβέρνηση όταν αναδεικνύει αυτήν την εποπτεία. Αν από το τέλος του Μνημονίου ως το τέλος της τρέχουσας θητείας της η κυβέρνησης- για ένα χρόνο δηλαδή- υπάρξει ένα νέο κύμα επενδύσεων, καθώς οι επενδυτές θα αισθάνονται ασφαλείς, η κυβέρνηση θα πάει στις εκλογές καβάλα στο άλογο. Πρέπει να του στείλει λουλούδια ο Τσίπρας για να το καταλάβει ο Μητσοτάκης;