Επιδότηση της εργασίας ή της παραγωγής;

Toυ Μελέτη Ρεντούμη

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της στήριξης επιχειρήσεων, που έχει προωθήσει η κυβέρνηση μέχρι σήμερα, είναι η λεγόμενη επιδότηση της εργασίας των πληττόμενων εταιριών από την πανδημία.

Αυτό σημαίνει, πως όσες επιχειρήσεις είχαν αναστείλει την λειτουργία τους, όπως για παράδειγμα τα ξενοδοχεία που στηρίζουν τον τουρισμό, έχουν την δυνατότητα να μειώσουν το προσωπικό τους κατά το ήμισυ και να τους επαναφέρουν σταδιακά όπου ο μίσος αριθμός των εργαζομένων, θα μπορεί να εργάζεται τις μισές ώρες με αντίστοιχη μείωση αποδοχών, τις οποίες κατά 60% θα τις καλύπτει το κράτος, τόσο όσον αφορά τον ονομαστικό μισθό όσο και τις εργοδοτικές εισφορές.

Αυτό το πρόγραμμα είναι επί της ουσίας το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SURE, το οποίο στηρίζει την εργασία και την απασχόληση κατά την περίοδο της κρίσης, με τα κονδύλια όμως να μην έχουν εκταμιευθεί ακόμη, με αποτέλεσμα το όλο σχήμα να το τρέχει η κυβέρνηση επιβαρύνοντας τον κρατικό προϋπολογισμό.

Παρά τις προθέσεις του προγράμματος και το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις έσπευσαν να δηλώσουν το προσωπικό τους για να λάβουν την ελάφρυνση κόστους, σε γενικές γραμμές το πρόγραμμα δεν είχε ζήτηση κάτι που προβληματίζει όσον αφορά το ύψος της απασχόλησης και τις εργασιακές σχέσεις.

Αυτό πρακτικά σημαίνει πως είτε οι επιχειρήσεις επέλεξαν αυτόματα να απολύσουν εργαζόμενους λόγω πτώσης κύκλου εργασιών, ή να τους καταβάλλουν χρήματα ως μαύρη εργασία, για ένα τμήμα του μισθού, με αντάλλαγμα την εκ περιτροπής εργασία.

Και τα δύο σενάρια σαφώς δεν βοηθούν την οικονομία, καθώς οδηγούν σε φοροδιαφυγή και επιβαρύνουν τόσο την ανεργία όσο και το ασφαλιστικό σύστημα.

Αυτό που θα έπρεπε ουσιαστικά να εστιάσει η κυβέρνηση συμπληρωματικά της επιδότησης της εργασίας, είναι η επιδότηση της παραγωγής με σημαντικά κίνητρα όσον αφορά στην αύξηση των παραγόμενων προϊόντων, αλλά και την διάθεση τους μέσω των εξαγωγών, ώστε να ενισχυθεί το ΑΕΠ, τα φορολογικά έσοδα αλλά και να βελτιωθεί σημαντικά το ισοζύγιο πληρωμών.

Με άλλα λόγια, θα είχε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα για την ελληνική οικονομία, να δοθεί έμφαση στην δημιουργία αποθεμάτων, μέσω επενδύσεων σε εξοπλισμό και παραγωγικές καινοτόμες διαδικασίες, οι οποίες μπορούν με την αύξηση της παραγωγής να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα, τόσο στην εσωτερική αγορά, στο ενδοκοινοτικό εμπόριο αλλά και στο διεθνές επιχειρείν.

Με αυτό τον τρόπο, η ενισχυμένη προσφορά, με βελτιωμένη παραγωγικότητα και κόστος, θα αποφέρει μεγαλύτερα εταιρικά κέρδη, τα οποία με την σειρά τους θα ενισχύσουν την μόνιμη απασχόληση, την οποία αυτή την στιγμή καλείται το κράτος να επιδοτήσει.

Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός.