Η Ανάσταση δεν ήλθε, ο Γολγοθάς συνεχίζεται

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣΠροφανώς δεν περίμενε κανείς ότι η πρόβλεψη του Πρωθυπουργού για την ανάσταση της ελληνικής οικονομίας μαζί με το Πάσχα θα επιβεβαιωθεί. Αλλά η φορά των πραγμάτων ξεπερνάει και τις πιο ανεδαφικές αναγγελίες του Αλέξη Τσίπρα. Το αδιέξοδο στις συζητήσεις με την τρόικα  -που καλλιέργησε συστηματικά ο ίδιος από το περασμένο φθινόπωρο για να κατευνάσει το  εσωκομματικό ακροατήριο- οδηγεί σε ακραίες καταστάσεις και τον ίδιο.

Ενώ όλοι γνωρίζουν ότι έχει τη στήριξη του ευρωπαϊκού συστήματος -την οποία εξασφάλισε για τη μνημονική προθυμία του και τα κλειστά σύνορα στο προσφυγικό- και ότι του παραχωρούν χρόνο για εσωτερική πολιτική διαχείριση της αξιολόγησης, καθημερινά αυξάνουν οι πιθανότητες για το ατύχημα των εκλογών.

Ο λόγος είναι ότι η υστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης διευκόλυνε πράγματι τον Πρωθυπουργό στις σχέσεις του όχι μόνο με το κόμμα και την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και με ορισμένους υπουργούς- του υπουργού Οικονομικών συμπεριλαμβανομένου. Ταυτόχρονα όμως ανέβασε το  κόστος της αξιολόγησης- για την οποία θα χρειαστούν πρόσθετες δεσμεύσεις, αλλά αδυνάτισε και τη διαπραγματευτική θέση του, λόγω του ότι η κλεψύδρα των κρατικών ταμείων αδειάζει.

Κοντά στο νου και η γνώση. Όταν σε μια διαπραγμάτευση κερδίζεις σε χρόνο χάνεις σε περιεχόμενο. Όταν καλείσαι να συζητήσεις ξέροντας ότι σε λίγο δεν θα μπορείς να πληρώσεις  δεν έχεις περιθώρια αντιρρήσεων.

Έτσι αυτό που ο Αλέξης Τσίπρας σχεδίαζε να προβάλει ως Ανάσταση- ήτοι  το κλείσιμο της  αξιολόγησης  σε συνδυασμό με την υπόσχεση για άνοιγμα της συζήτηση για το χρέος- μετατρέπεται σε δυσβάστακτο και περισσότερο  ανηφορικό Γολγοθά. Και για τον ίδιο στο πολιτικό πεδίο και για τους πολίτες στην καθημερινή ζωή τους. Τώρα όπως και αν κλείσει η αξιολόγηση, δεν θα συμβεί χωρίς να ανάληψη υποχρέωσης για πρόσθετα μέτρα.

Το χειρότερο είναι όμως ότι αυτό κλείσιμο θα συμβεί πολύ κοντά στην υποχρέωση της κυβέρνησης να καταθέσει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα στο οποίο κατ’ ανάγκην θα υπάρχουν και άλλα μέτρα, αλλά και συγκεκριμένες δεσμεύσεις στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και των αλλαγών, στις δομές τις οικονομίας και τη λειτουργία του κράτους. Το φορτίο δηλαδή γίνεται όλο και βαρύτερο.

Αυτή η επιβάρυνση ίσως αναγκάσει τον Πρωθυπουργό να απορρίψει ο ίδιος την ευρωπαϊκή στήριξη  και να στραφεί στην αιφνίδια προσφυγή στις κάλπες. Ο πολιτικός υπολογισμός  γι’ αυτή την πρωτοβουλία είναι κάπως περίεργος. Αν κερδίσει θα  έχει απλώς επιδεινώσει τη θέση του, καθώς θα έχει χάσει και άλλο χρόνο. Αν χάσει θα βγάλει το  βάρος από τις πλάτες του και θα το περάσει τον επόμενο. Αν αυτός είναι Ο Μητσοτάκης, μπορεί να προσδοκά και σε ‘δεξιά  παρένθεση’ καθόσον αν δεν μπορεί ο ίδιος να περάσει αυτά τα μέτρα ο διάδοχός του δεν θα μπορεί ακόμη περισσότερο.

Λογικά αυτό σημαίνει ότι αν προσφύγει σε εκλογές ο Πρωθυπουργός θα το κάνει όταν θα είναι σίγουρος ότι…  θα τις χάσει.

Αυτή δεν είναι και πολύ καλή παράμετρος για τον πολιτικό σχεδιασμό ενός ηγέτη που κέρδισε δυο εκλογικές αναμετρήσεις με δυο διαφορετικά προγράμματα και τώρα δείχνει ότι όπως δεν μπόρεσε να στηρίξει την αντιμνημονιακή πολιτική του δεν μπορεί να στηρίξει  ούτε την μνημονιακή. Κυρίως όμως δεν είναι καλή παράμετρος για την πορεία της χώρας καθώς μια νέα εκλογική σύγκρουση θα επιδεινώσει την αποδιάρθρωση της και το πιθανότερο είναι να προκύψει μετεκλογικό χάος και πολιτική αστάθεια, αν δεν αναδειχθεί από την κάλπη ισχυρός νικητής.

Βρισκόμαστε, λοιπόν, στο μεταίχμιο εξελίξεων του τείνουν προς όλες τις κατευθύνσεις ταυτόχρονα. Η λογική φορά των πραγμάτων είναι ότι ο Πρωθυπουργός θα υπογράψει την αξιολόγηση και θα βρει τρόπους να την περάσει και από τη Βουλή χωρίς απώλειες. Είναι η πιθανότερη εκδοχή.

Ταυτόχρονα όμως ο συνήθης παραλογισμός της πολιτικής κουλτούρας του κυβερνώντος κόμματος -και του εταίρου Καμμένου φυσικά- μπορεί να ωθήσει τα πράγματι σε απονενοημένες κινήσεις, ποντάροντας στην εμφανή αδυναμία των αντιπάλων του να συσπειρώσουν το εκλογικό σώμα στην πολιτική τους.

Από αυτή την άποψη, όχι μόνο δεν ήλθε η Ανάσταση, αλλά ο Γολγοθάς τείνει να καταστεί ανήφορος χωρίς τέλος.