Η κάλπη, η απλή αναλογική και η νέα κυβέρνηση: οι εκλογές θα είναι η αρχή ραγδαίων πολιτικών εξελίξεων

Του Νίκου Λακόπουλου

Η αμήχανη και σκηνοθετημένη συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Σταύρο Θεοδωράκη αποκάλυψε τον πανικό του σημερινού πρωθυπουργού μπροστά στην επερχόμενη ή έστω ενδεχόμενη ήττα στις εκλογές.

«Αυτό που με βαραίνει και θα με βαραίνει πάντα είναι ότι δεν πρόφτασα επί των ημερών μου να ολοκληρώσω ένα έργο, το οποίο σίγουρα αν είχε ολοκληρωθεί, οι πιθανότητες θα ήταν με το μέρος μας ότι δε θα συνέβαινε το ατύχημα».

Η δήλωση αυτή περιέχει την ομολογία πως αντιλαμβάνεται πως οι μέρες του έχουν τελειώσει, αλλά όπως λ΄έει “δεν σκέφτηκα ούτε στιγμή να παραιτηθώ». Δεν πρόκειται να παραιτηθεί κι αν χάσει τις εκλογές και η δήλωση “να μην οδηγηθούμε σε διχασμό” που έκανε μετά την τραγωδία στα ΄Τέμπη απευθύνεται προς τη Νέα Δημοκρατία.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρχίζοντας πόλεμο κατά του Νίκου Δένδια και βάζοντας στο κάδρο των ευθυνών για τα Τ΄έμπη τις κυβερνήσεις Καραμανλή και Σαμαρά -εκτός από την κυβέρνηση Τσίπρα- πιθανόν να περιγράφει τις κινήσεις του μετά τις εκλογές και μια ήττα.

Ακόμα κι αν χάσει τις εσωκομματικές εκλογές ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που έβρισκε πάντα τη “Νέα Δημοκρατία” ως γερασμένο κόμμα της παρακμής, ρίχνοντας τις ευθύνες για την τραγωδία στις “παθογένειες” του παρελθόντος βλέπει ήδη ένα νέο κόμμα αφού στα Τέμπη δεν θεωρεί πως τέλειωσε ο ίδιος με το όραμά του, αλλά τα κόμματα του παρελθόντος.

Στόχος αυτής της συνέντευξης σε μια εκπομπή που περιείχε τοποθέτηση προϊόντος ήταν εμφανώς η Νέα Δημοκρατία και το σάπιο κράτος και ο Νίκος Ανδρουλάκης που δέχτηκε και άλλοτε πυρά γιατί δεν εκφράζει το “προοδευτικό κέντρο”- που εκφράζει ο ίδιος.

Το ερώτημα δεν είναι τι θα συμβεί μετά τις εκλογές

Το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας» με το οποίο επιχειρούσε να αναμετρηθεί ξανά με τον ΣΥΡΙΖΑ με όρους του 2019 και να τον κερδίσει με το ερώτημα αν θα πάμε «μπροστά» ή θα μείνουμε πίσω τώρα πια είναι “Μητσοτάκης ή παλιό πολιτικό σύστημα” -και δηλαδή παλιά Νέα Δημοκρατία ή νέο κόμμα.

Αν το βασικό δίλημμα αυτών των εκλογών ήταν αν θα υπάρξει μια κυβέρνηση αυτοδυναμίας ή μια κυβέρνηση συνεργασιών -ΝΔ-ΠΑΣΟΚ ή ΣΥΡΙΖΑ- ΠΑΣΟΚ- τώρα πια το δίλημμα αφορά τον ίδιο τον Μητσοτάκη αν θα μείνει ή θα φύγει.

Για την ακρίβεια το δίλημμα για τη Νέα Δημοκρατία μπορεί να είναι ήδη “Μητσοτάκης ή Δένδιας” και το ερώτημα δεν είναι τι θα συμβεί στις εκλογές, αλλ΄΄α τι θα γίνει μετά τις εκλογές.

Η ΝΔ δηλαδή ακόμα και αν έρθει πρώτο κόμμα, δεν θα μπορέσει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και η απλή αναλογική μπορεί να επιφυλάσσει εκπλήξεις.

Οι εκλογές θα έχουν περισσότερους από έναν ηττημένους και μετά από αυτές τις εκλογές είναι πιθανό ΄όχι ένα, αλλά δ΄ύο κόμματα να αναζητήσουν νέο ηγέτη.

Οι εκλογές αυτές μοιάζουν με τηλεπαιχνίδι και θα κρίνουν ποιος θα αποχωρήσει από το σπίτι: ούτε ο Μητσοτάκης μπορεί να παραμείνει στην ηγεσία του κόμματος, ούτε ο Ανδρουλάκης, αν δεν πάρει διψήφιο ποσοστό, μπορεί να παραμείνει στη θέση του.

¨Όλα δείχνουν πως οι εκλογές δεν θα είναι το τέλος, αλλά η αρχή εξελίξεων και το ερώτημα δεν είναι πώς θα πάνε τα κόμματα στις εκλογές, αλλά πώς θα βγουν από αυτές -δηλαδή πόσα θα γεννηθούν μετά όπως το 2012 που ψήφιζες ένα κόμμα και έπαιρνες δώρο ΄ένα δεύτερο.

Τα υπαρξιακά ερωτήματα των κομμάτων

Το σενάριο της αυτοδύναμης Νέας Δημοκρατίας είχε ενταφιασθεί πριν τα Τέμπη και αυτό που προανήγγειλε από καιρό ο Κυριάκος Μητσοτάκης ως συνεργασία όχι με άλλο κόμμα αλλά με στελέχη του ήταν ένα σενάριο άλωσης του ΠΑΣΟΚ με αποστασία.

Αυτό που θα κριθεί μετά τις εκλογές δεν είναι μόνο το μέλλον του Μητσοτάκη, αλλά της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας που μπορεί να χρεωθεί την ευθύνη για την “κακιά χώρα” προκειμένου να βγει άσπιλος ο σημερινός ηγέτης της.

Το σενάριο της «δημοκρατικής-προοδευτικής κυβέρνησης» προϋποθέτει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ΄έλθει απλ΄ώς πρώτο κόμμα, αλλά θα πάρει ένα τέτοιο ποσοστό με το οποίο θα μπορεί να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση στις επαναληπτικές εκλογές.

Σε κάθε περίπτωση αυτά τα σενάρια προϋποθέτουν τον τεμαχισμό του ΠΑΣΟΚ που έτσι κι αλλιώς -όπως φάνηκε στο συνέδριό του- δεν είναι ένα, αλλά τρία κόμματα με τον σημερινό ηγέτη να εκπροσωπεί το 40% του ‘κινήματος”.

Ο αναπόφευκτος νέος δικομματισμός

Τώρα πια τίθενται ερωτήματα που αφορούν την ταυτότητα όλων των μεγάλων κομμάτων με δεδομένο ότι εδώ και καιρό ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων τους έχουν απομακρυνθεί από την κάλπη και το παιχνίδι παίζεται στη μισή σκακιέρα.

Η Νέα Δημοκρατία με τον Μητσοτάκη ή χωρίς αυτόν βρίσκεται μπροστά σε υπαρξιακά διλήμματα που θα πρέπει να λύσει μετά τις εκλογές -αν και όπως θα υπάρχει.

Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ στο να γίνει ανοιχτό ριζοσπαστικό κόμμα σκοντάφτει στην κομματική γραφειοκρατία που προτιμά ένα κ΄όμμα μικρότερο, αλλά «αριστερό» -δηλαδή αρνείται να μοιραστεί την κομματική εξουσία με την κοινωνική του βάση.

Η αναβίωση του ΠΑΣΟΚ με τα χρέη που έχει απέναντι στην Ιστορία περνάει από ένα πολιτικό δικαστήριο, μια κάθαρση, που δεν μπορεί παρ΄α να πάρει την μορφή διάσπασης -ως προϋπόθεση για μια αριστερή ή δεξιά ταυτότητα.

Ενδιαφέρον εμφανίζουν οι εξελίξεις και στα μικρότερα κόμματα που εμφανίζονται ενισχυμένα στις δημοσκοπήσεις, αλλά θα αντιμετωπίσουν υπαρξιακά προβλήματα όταν οι εκλογές θα πάρουν την μορφή δημοψηφίσματος με δύο βασικούς αντιπάλους.

Όταν γίνουν οι προσθαφαιρέσεις με διασπάσεις, αποχωρήσεις, αλλαγές ηγεσιών πιθανότατα η αδυναμία να σχηματισθεί κυβέρνηση μπορεί να δώσει οδηγήσει σε ένα νέο δικομματισμό- για τους ίδιους λόγους που αυτό συνέβαινε στο παρελθόν.

Άλλωστε η απλή αναλογική που θα μπορούσε να δώσει άλλες λύσεις δεν φαίνεται να απαντά στο πρόβλημα της κυβέρνησης κι απλώς θα επιταχύνει τις εξελίξεις ώστε μετά την εξαύλωση του τρίτου κόμματος να οδηγήσει σε δύο κόμματα που θα διεκδικούν την κυβέρνηση χωρίς εταίρους.