Η μοναξιά του Κώστα Σημίτη

Toυ Νίκου Μπίστη

Με αφορμή την υπόθεση Παπαντωνίου ξεδιπλώθηκαν πάλι οι γνωστές επιθέσεις κατά του Κώστα Σημίτη από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος. Το πλαίσιο έχει χαραχτεί από τον Κώστα Καραμανλή όταν τον χαρακτήρισε «αρχιερέα της διαπλοκής». Μετά βέβαια ανακάλεσε αναγνωρίζοντας ότι υπερέβαλε, οι άνθρωποι του όμως μέσα και γύρω στην ΝΔ ουδέποτε απομακρύνθηκαν από αυτό το αφήγημα. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα εκείνο το κομμάτι που νομίζει ότι είναι πολύ αριστερό, έσπευσε να θέσει ερωτήματα για την «περίοδο Σημίτη» σε μια προφανή επιδίωξη συνολικής της απαξίωσης. Από κοντά ο ανεκδιήγητος Καμμένος με την συνήθη επωδό για « τα ορφανά του Σημίτη».

Η απαξίωση όμως μιάς εξαιρετικά γόνιμης περιόδου της μεταπολίτευσης δεν είναι εύκολο πράγμα γιατί τα γεγονότα είναι πεισματάρικα και πιο ανθεκτικά από εφήμερες εντυπώσεις. Θα πρέπει  να το έχει συνειδητοποιήσει και ο σημερινός πρωθυπουργός όταν τις δραματικές ώρες που περνούσε στην διαπραγμάτευση το καλοκαίρι του  2015 μπορούσε να κρατηθεί από την χειρολαβή της ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ. Η αγκύρωση της χώρας στην ΕΕ ήταν τόσο ισχυρή ώστε να ανταπεξέλθει στις συνέπειες των σοβαρών σφαλμάτων του πρώτου εξαμήνου του 2015.

Η εξωτερική πολιτική σε δύο κρίσιμα ζητήματα , Κυπριακό και Μακεδονικό , κινείται πάνω στις ράγες που τοποθέτησαν οι κυβερνήσεις Σημίτη αναπροσαρμόζοντας εν μέρει και  την πολιτική της χώρας. Υπήρχε δημοσιονομική ισορροπία και βελτίωση σε όλους τους δείκτες κοινωνικής πολιτικής . Το χρέος σταθεροποιήθηκε, το έλλειμμα όχι μόνο μειώθηκε θεαματικά αλλα για πρώτη φορά στην μεταπολίτευση είχαμε πρωτογενή πλεονάσματα. Έγινε η απόπειρα έγκαιρης αντιμετώπισης του εκρηκτικού ασφαλιστικού προβλήματος της χώρας με τον νόμο Γιαννίτση που προσέκρουσε στην απόλυτη άρνηση της ΝΔ, σύσσωμης της Αριστεράς, του μισού ( τουλάχιστον ) ΠΑΣΟΚ και των συνδικαλιστών.

Σήμερα όλοι αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα εκείνης της μεταρρύθμισης που τότε υπονόμευσαν. Ανεξάρτητες αρχές, δικαιοσύνη χωρίς κλυδωνισμούς,  αντιμετώπιση της τρομοκρατίας με την σύλληψη της 17 Νοέμβρη και άλλα πολλά . Και μετά ήρθε η ΝΔ με τα γνωστά αποτελέσματα. Αυτή είναι μια πολύτιμη κληρονομιά στην οποία πρέπει να σκύψει με προσοχή μια προοδευτική παράταξη αν θέλει να δεί το μέλλον να της γνέφει και πάλι. Στροφή προς την λογική και απαξίωση εκείνης της περιόδου δεν συμβαδίζουν.

Δεν υπάρχει κυβέρνηση σε όλο τον πλανήτη που να έχει μόνο επιτεύγματα, χωρίς μαύρα στίγματα. Και όπως για τα πρώτα, έτσι και για τα δεύτερα την πολιτική ευθύνη την έχει ο επικεφαλής. Όμως μόνο όποιος αναγνωρίζει  τα πρώτα μπορεί να την απαιτεί  για τα δεύτερα. Αλλιώς η επίκληση της πολιτικής ευθύνης γίνεται όχημα για την απαξίωση της πολιτικής προσφοράς και αποτελεσματικότητας της περιόδου. Ταυτοχρόνως , λοιπόν, με τα παραπάνω θετικά  η Δημόσια Διοίκηση συνέχισε την περίοδο εκείνη να παρουσιάζει παθογένειες ενώ πλήθυναν φαινόμενα διαφθοράς σύμμικτα με συμπεριφορές  αλαζονικές . Πολλά από αυτά που σήμερα έχουν αποδειχθεί ( περίπτωση Τσοχατζόπουλου) η διερευνώνται ( περίπτωση Παπαντωνίου)  είχαν απασχολήσει το πανελλήνιο από τότε. Μόνο που η Δημοκρατία και η Δικαιοσύνη πρέπει να κινούνται με αποδείξεις και όχι με ψιθύρους γιατί αυτό επιβάλλει το κράτος δικαίου.

Επίσης υπάρχει μια καθαρή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην ηθική και την ηθικολογία . Μερικοί είναι πρόθυμοι να αγνοήσουν  αυτές τις εγγυήτριες δικαιοσύνης διαχωριστικές γραμμές προκειμένου να στραφούν  και προσωπικά κατά του  Κώστα Σημίτη εξυπηρετώντας δικές τους επιδιώξεις. Και αν αυτό είναι μια φορά αδικαιολόγητο από τους πολιτικούς του αντιπάλους είναι πολλαπλά εξοργιστικό όταν προέρχεται από φίλιες ( υποτίθεται ) δυνάμεις . Είτε αυτή η συμπεριφορά εκδηλώνεται με κούνημα του δακτύλου είτε με εκκωφαντική σιωπή.

Ο Παπαντωνίου, το «παλιό» πολιτικό σύστημα, το «ηθικό πλεονέκτημα» του ΣΥΡΙΖΑ και η πόλωση στο δρόμο προς τις κάλπες

Είδαμε, λοιπόν, πολιτικά στελέχη καθώς και δημοσιογράφους σε ρόλο μαθητευόμενου εισαγγελέα να απαιτούν από τον Σημίτη «να μιλήσει». Νομίζουν έτσι ότι ξεμπερδεύουν με το παρελθόν χωρίς να σκέφτονται ότι αυτοί οι ίδιοι δεν μίλησαν τότε , όταν είχε νόημα η προειδοποίηση για κακώς κείμενα. Και ότι αποδεχόμενοι την άποψη περί συλλογικής ευθύνης αδικούν όχι μόνο τον Σημίτη αλλά και πολλούς άλλους ανθρώπους οι οποίοι στρατεύτηκαν στην υπόθεση αυτή με ανιδιοτέλεια και για τους οποίους δεν ακούστηκε το παραμικρό. Είτε αυτοί ήσαν στο ΠΑΣΟΚ είτε στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο.

Αυτές τις ημέρες ήταν εμφανής η πολιτική μοναξιά του Κώστα Σημίτη. Για διαφορετικούς λόγους καμία πολιτική δύναμη δεν θέλει να πάρει επάνω της την περίοδο. Βέβαια η Ιστορία κινείται με άλλους ρυθμούς και προτεραιότητες και έχει τον τελευταίο λόγο. Με αυτήν ο Σημίτης δεν έχει λόγο να ανησυχεί. Σκεφτόμουν, όμως, ότι η πολιτική μοναξιά ακολουθούσε τον Σημίτη από την εποχή της παντοδυναμίας του. Ποτέ δεν ήταν ο αγαπημένος του κόμματος του, πολλοί τον στήριξαν γιατί ήταν ο μόνος που μπορούσε να βγάλει το κόμμα από το Ωνάσειο και να το κρατήσει στην εξουσία μετά από μια μεγάλη περίοδο απαξίωσης. Το όχημα με το οποίο προσπάθησε – και εν πολλοίς πέτυχε – να εφαρμόσει την πολιτική του δεν ήταν δικής του κατασκευής. Κάποιοι του καταλογίζουν ευθύνες γιατί δεν άλλαξε άρδην το κόμμα – όχημα αλλά συμβιβάστηκε με τους εσωκομματικούς του αντιπάλους. Μετά την υπόθεση Τσοχατζόπουλου ο ισχυρισμός απέκτησε αληθοφάνεια. Είναι εκ των υστέρων κατασκευή που αγνοεί την τότε κατάσταση και τους συσχετισμούς. Θα μπορούσε, ίσως, στην δεύτερη τετραετία να προχωρήσει σε μεγαλύτερες αλλαγές στο κόμμα αλλά στη πρώτη οι προτεραιότητες ήσαν αμείλικτες και δεν επέτρεπαν εσωστρέφεια. Τους χρειαζόταν όλους και αυτή του την ανάγκη κάποιοι την αξιοποίησαν. Σε κάθε περίπτωση η ρίζα παθογενειών της περιόδου βρίσκεται και σε αυτόν τον συμβιβασμό που έκανε. Νομίζω ότι ήταν υποχρεωμένος αλλά «ακούω» και την διαφορετική άποψη παρότι δεν την συμμερίζομαι.

Μεγάλη συζήτηση έγινε όλα αυτά τα χρόνια για τους Σημιτικούς. Με την ευκολία με την οποία σκόρπισαν στους πέντε ανέμους όταν αποχώρησε από την εξουσία  καταλήγω ότι αποτέλεσαν μια χρήσιμη συσπείρωση ειδικού σκοπού  που όμως ποτέ δεν αποτέλεσε ομάδα με συνοχή και διάρκεια. Σημιτικός με την έννοια του υποδείγματος  ήθους, ανιδιοτελούς προσφοράς  και αποτελεσματικότητας  ήταν ο Νίκος Θέμελης. Καθόλου τυχαία ο πιο στενός του συνεργάτης.

ΑΠΟ ΤΟ CALLER.GR