Η ομιλία του Μιχ. στην εκδήλωση «Το στοίχημα της Συμφωνίας των Πρεσπών»

Θα ασχοληθώ με το περιεχόμενο της Συμφωνίας. Επί τρεις δεκαετίες ήταν άλυτο το Μακεδονικό. Ξεκίνησε βέβαια με ένα λάθος που κάναμε εμείς. 1992 πρέπει να ήταν ή 1991. Είχε επικρατήσει η συναισθηματική φόρτιση και άποψη ότι η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική και δεν δεχόμαστε από τους βόρειους γείτονες να χρησιμοποιήσουν είτε σε παράγωγο είτε σε σύνθετη ονομασία τη λέξη αυτή. Και είχε γίνει μια κίνηση και μετείχαν πολλοί εκπρόσωποι του πνεύματος και της τέχνης.

Με είχε πάρει τηλέφωνο η Μελίνα Μερκούρη. «Έλα βάλε και εσύ την υπογραφή σου». Έλεγε σε ωραίο κείμενο, αλλά συναισθηματικά φορτισμένο: «το όνομά μας είναι η ψυχή μας, δεν το δίνουμε». Και είχαν υπογράψει κι άλλοι, ο Μανόλης Ανδρόνικος κ.λπ. Επιφυλάχθηκα και της είπα να με αφήσει να το σκεφτώ. Όχι γιατί δεν είχα τις γενικές ιστορικές γνώσεις. Ήξερα ότι η Μακεδονία δεν είναι μόνο ελληνική.

Προσέφυγα στον Απόστολο Βακαλόπουλο, μεγάλο ιστορικό του 20ου αιώνα. Έχει αποκληθεί και ως ο Παπαρρηγόπουλος του 20ουαιώνα. Έχει γράψει το πολύτομο έργο για την ιστορία του Ελληνισμού και έχει γράψει και έναν τόμο ο οποίος ονομάζεται «Η Ιστορία της Μακεδονίας», από τα ύστερα βυζαντινά χρόνια ως τον 19ο αιώνα. Και εκεί εξηγεί ευθύς εξαρχής ότι όταν λέμε Μακεδονία εννοείται όχι μόνο η ελληνική Μακεδονία, μέχρι την Ειδωμένη, εννοείται και παραπάνω, και το Μοναστήρι που είναι ελληνικό, και προς τη Βουλγαρία.

Εγώ μάλιστα τότε προσέφυγα στις Συμφωνίες, και αυτό είναι χρήσιμο για την εισήγησή μου. Για να δείτε και πόσο δίκιο είχε και ο Βακαλόπουλος, ο οποίος έχει διεθνείς διακρίσεις, και από την ακαδημία έχει πάρει για το ιστορικό του έργο το Αριστείο. Όχι απλώς βραβείο. Την μεγαλύτερη διάκριση. Πώς έληξαν οι Βαλκανικοί πόλεμοι; Ο πρώτος Βαλκανικός πόλεμος το 1912 μεταξύ Βαλκανικών λαών και Οθωμανών; Φύγανε οι Τούρκοι, τους νικήσαμε. Γιατί ακολούθησαν οι δεύτεροι Βαλκανικοί πόλεμοι; Μα για τη μοιρασιά των απελευρωθησών περιοχών, κυρίως της Μακεδονίας. Υπήρχαν τότε πολλές συμφωνίες ειρήνης μεταξύ Ελλάδας και Σερβίας που καθόριζε τα όρια από τις Πρέσπες προς Ανατολάς, Γευγελή, και ούτω κάθε εξής.

Θυμάμαι τότε ότι και ο κατά τα λοιπά μη λαϊκιστής και σοβαρός πολιτικός, Κωσταντίνος Καραμανλής, είχε δακρύσει λέγοντας «ναι, η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική». Αυτή η θέση η τελείως εσφαλμένη, αγεωγράφητη και ανιστόρητη σιγά σιγά ξεπεράστηκε.

Η Συμφωνία του Βουκουρεστίου όρισε τα όρια Βουλγαρίας – Σερβίας, τα όρια Βουλγαρίας – Ελλάδας, και τελικά, όπως έχουν πει στατιστικές που είναι γνωστές, εμείς στη μοιρασιά αυτή πήραμε το 51% . Η Μακεδονία κυρίως ήταν. Οι Σέρβοι πήραν το 38%,την από τώρα λεγόμενη Βόρεια Μακεδονία, και οι Βούλγαροι τη Μακεδονία του Πιρίν. Πήραμε τη «μερίδα του λέοντος». Πως θα λέμε ότι η Μακεδονία είναι μόνο Ελληνική; Είπα για το Βακαλόπουλο και αρνήθηκα τότε να υπογράψω. Όμως, είχε επικρατήσει και στον πολιτικό κόσμο, τουλάχιστον στη μεγάλη πλειοψηφία, ότι η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική.

Θυμάμαι τότε ότι και ο κατά τα λοιπά μη λαϊκιστής και σοβαρός πολιτικός, Κωσταντίνος Καραμανλής, είχε δακρύσει λέγοντας «ναι, η Μακεδονία είναι μόνο ελληνική». Αυτή η θέση η τελείως εσφαλμένη, αγεωγράφητη και ανιστόρητη σιγά σιγά ξεπεράστηκε. Αλλά νομίζω πως είναι μια διαπίστωση πως οι περισσότεροι πολιτικοί και πρωθυπουργοί κατάλαβαν ότι η λύση είναι όχι να διεκδικούμε την αποκλειστικότητα του ονόματος, διότι με αυτό τον τρόπο χαρίζουμε την αποκλειστικότητα στους άλλους.

Αυτό ήταν το μεγάλο λάθος αυτής της πολιτικής, διότι πράγματι αυτοί ονομάστηκαν Μακεδονία στο Σύνταγμά τους, αναγνώρισαν το κράτος αυτό περίπου 140 από τα 190 μέλη του ΟΗΕ με το όνομα Μακεδονία, με το λογικό επιχείρημα ότι, αφού αυτοί αυτοπροσδιορίστηκαν έτσι και το λένε και στο Σύνταγμά τους, πως θα τους ονομάσουμε εμείς διαφορετικά. Κι έτσι είχαν μονοπωλήσει διεθνώς το όνομα Μακεδονία. Αυτή ήταν η μεγάλη ζημιά και ο ακρωτηριασμός, θα έλεγα, ο εθνικός. Να μονοπωλούν οι άλλοι τη Μακεδονία σαν να μην έχουμε εμείς δικαιώματα στη Μακεδονία. Άρα η λύση είναι η σύνθετη ονομασία.

Το θυμάμαι πολύ καλά ότι ο ένας μετά τον άλλον οι πολιτικοί, όταν ήταν απαλλαγμένοι από αυτά τα συναισθήματα, χωρίς να το λένε πάντοτε δημόσια, υποστήριζαν τη σύνθετη ονομασία. Και ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, βέβαια το παράκανε που είπε ότι θα ‘χει ξεχαστεί το αν θα ‘χει μόνο το όνομα Μακεδονία, αυτό δεν ήταν σωστό, αλλά εν πάση περιπτώσει, δέχτηκε τη σύνθετη ονομασία.

Νομίζω πως είναι μια διαπίστωση πως οι περισσότεροι πολιτικοί και πρωθυπουργοί κατάλαβαν ότι η λύση είναι όχι να διεκδικούμε την αποκλειστικότητα του ονόματος, διότι με αυτό τον τρόπο χαρίζουμε την αποκλειστικότητα στους άλλους.

Ο Κώστας Σημίτης δεχόταν τη σύνθετη ονομασία, ο Κώστας Καραμανλής δεχόταν τη σύνθετη ονομασία, και το έδειξε και στο Βουκουρέστι, που είχε πάει με τη Ντόρα Μπακογιάννη, Υπουργό Εξωτερικών τότε. Ο Γιώργος Παπανδρέου, επίσης. Όχι ο Αντώνης Σαμαράς, που είναι εξαίρεση. Και σήμερα τη σύνθετη ονομασία δέχεται και ο Αλέξης Τσίπρας. Αυτή λοιπόν η λύση της σύνθετης ονομασίας σταματάει τη μονοπώληση του ονόματος. Το να είναι δηλαδή αποκλειστικά των Σκοπιανών το όνομα Μακεδονία. Αυτό το πετυχαίνει η Συμφωνία των Πρεσπών. Και όχι μόνο αυτό.

Είχαν υποστηριχθεί και διάφορες λύσεις για σύνθετη ονομασία η οποία θα είναι μόνο στις διεθνείς σχέσεις και θα είναι άλλη η ονομασία στο εσωτερικό. Ας κρατήσουν, λένε, στο Σύνταγμά τους το όνομα Μακεδονία. Γιατί, πράγματι, είναι δύσκολο να πείσει ο διεθνής παράγοντας ένα κράτος να αλλάξει το Σύνταγμά του και το όνομά του. Όμως, και αυτό το πετυχαίνει η Συμφωνία των Πρεσπών, μεταβάλλουν το Σύνταγμά τους και αλλάζουν το όνομά τους. Και, για σκεφτείτε: αφού τεθεί σε ισχύ η συμφωνία που θα έχει όνομα Βόρεια Μακεδονία, στο δεύτερο μέρος λέει η συνθήκη ότι η Βόρεια Μακεδονία θα γνωστοποιήσει σε όλους τους διεθνείς φορείς του οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, τα φόρα κλπ, και σε όλα τα κράτη μέλη των Ηνωμένων Εθνών, τη θέση σε ισχύ της Συμφωνίας, και θα ζητήσει από αυτά να υιοθετήσουν και να χρησιμοποιήσουν το όνομα και τις ορολογίες που αναφέρονται εδώ.

Έχει τύχει να περάσω σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης και να δω γραμμένο σε συνοικία πρεσβειών «Embassy of Macedonia». Όλα αυτά τα 140 κράτη θα αλλάξουν και θα γράψουν «Embassy of North Macedonia». Αυτό είναι μεγάλη επιτυχία, και δεν είναι μόνο αυτό. Ξέρουμε τι εκμετάλλευση γινόταν με το προηγούμενο καθεστώς του Γκρουέφσκι. Ήθελαν να οικειοποιηθούν και την ιστορία της αρχαίας Μακεδονίας. Με αγάλματα, Μεγαλέξανδρους κλπ. Εδώ στο άρθρο 7 που ασχολείται με το ιστορικό πλαίσιο και την πολιτιστική κληρονομιά, λέει ότι ο ελληνικός πολιτισμός, η ιστορία και η κληρονομιά της Ελλάδος, από την αρχαιότητα έως σήμερα ανήκει σε αυτήν, και παρακάτω ότι καμία σχέση δεν έχουν οι γείτονες με την Αρχαία Μακεδονία. Λίγο είναι αυτό;

Η μακεδονική γλώσσα αναγνωρίστηκε από την τρίτη συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977. Ο ΟΗΕ για διευκρίνηση ονομάτων και χαρακτηρισμών έκανε καταλόγους και μέσα στις γλώσσες αναγνώρισε και τη μακεδονική γλώσσα, ως γλώσσα που ανήκει στις νοτιοσλαβικές γλώσσες.

Και διάβασα κι εγώ το κείμενο 11 πανεπιστημιακών, ανάμεσά τους και ιστορικοί. Οι οποίοι λένε ότι, με το άρθρο 7, δίνουμε άμεση αναγνώριση μιας εθνότητας που λέγεται μακεδονική, και πιο κάτω λένε ότι, προσπαθώντας να δώσει ίσο βάρος η Συμφωνία σε δυο αντιφατικές ιστορικές εκδοχές, παραβιάζει την κοινή λογική, αφού αναγνωρίζει ότι αμφότερες είναι κατ’ όνομα μακεδονικές και έτσι εύκολα εκλαμβάνεται αυτό ως διάσπαση μιας και μοναδικής ιστορικής ενότητας. Δηλαδή, οι 11 συνάδελφοι επανέρχονται σε εκείνο το σφάλμα, ότι μία είναι η Μακεδονία, ενώ το άρθρο 7 πολύ σωστά επιβεβαιώνει ότι υπάρχουν δύο Μακεδονίες, όπως το διδάσκει η ιστορία και η γεωγραφία.

Και τί λέει για το ιστορικό πλαίσιο και την πολιτιστική κληρονομιά; Άλλη είναι η ιστορική κληρονομιά του ενός μέρους και άλλη του άλλου, αλλά δύο οι Μακεδονίες. Το όνομα είναι Βόρεια Μακεδονία, αλλά η χρήση και σκέτου του ονόματος Μακεδονία δεν είναι τόσο εσφαλμένη, αν δεν παραπλανά και αν δεν προκαλεί σύγχυση. Παραδείγματος χάρη, στα προϊόντα όπως ο μακεδονικός χαλβάς πρέπει να υπάρχει κάποια ένδειξη «Ελλάδα». Διότι υπάρχουν δύο Μακεδονίες. Το λάθος είναι να μονοπωλεί και να παραπλανά τον κόσμο καθεμιά, λέγοντας ότι «μόνο εμείς είμαστε Μακεδονία». Αν διευκρινίζεται, δεν υπάρχει κάποιο πρόβλημα.

Όσον αφορά τα μειονεκτήματα που επισημαίνονται, να δεχθώ ότι υπάρχουν αυτά τα δύο μειονεκτήματα, αλλά αυτός ο υπερτονισμός τους υπερβολή. Δημιουργεί υποψίες ότι εξυπηρετούνται κάποιες σκοπιμότητες. Πρώτα από όλα, η γλώσσα, όπως αναγράφεται στη Συμφωνία των Πρεσπών, στο άρθρο 7: η μακεδονική γλώσσα αναγνωρίστηκε από την τρίτη συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για την τυποποίηση των γεωγραφικών ονομάτων, που διεξήχθη στην Αθήνα το 1977. Ο ΟΗΕ για διευκρίνηση ονομάτων και χαρακτηρισμών έκανε καταλόγους και μέσα στις γλώσσες αναγνώρισε και τη μακεδονική γλώσσα, ως γλώσσα που ανήκει στις νοτιοσλαβικές γλώσσες.

Θα προτιμούσα και εγώ να λέγεται σλαβομακεδονική η γλώσσα γιατί είναι σλαβική και γιατί οι Αλβανοί ήθελαν να προστεθεί και η αλβανική γλώσσα και νομίζω ότι κάτι πέτυχαν τώρα στο Σύνταγμα, αλλά μικρό το κακό. Είπαμε πως δεν μπορεί να γίνει μία συμφωνία χωρίς κάποιους συμβιβασμούς. Το άλλο μειονέκτημα το οποίο ίσως είναι λίγο πιο σοβαρό είναι η ιθαγένεια. Εδώ γίνεται μια παραποίηση και λέγεται ότι μιλάει η Συμφωνία για εθνότητα. Λάθος. Nationality λέει, αλλά nationality είναι η ιθαγένεια. Δεν ενδιαφέρεται το διεθνές δίκαιο να καταγράψει εθνότητες. Καταγράφει τις τυπικές προϋποθέσεις και χαρακτηρισμούς. Στην ταυτότητά σας θα δείτε ότι γράφει ιθαγένεια (nationality) ελληνική. Στο διαβατήριό σας το ίδιο. Τι θα λέει το διαβατήριο του Βορειομακεδόνα. Θα λέει: ιθαγένεια μακεδονική, πολίτης της Δημοκρατίας της Βόρειας Μακεδονίας. Θα προτιμούσα κι εγώ να λέει βορειομακεδονική. Αλλά υπάρχει αυτή η διευκρίνιση, δεν είναι τόσο φοβερό.

Θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο κέρδος από τη Συμφωνία είναι ότι η Ελλάδα έδειξε διεθνώς ότι μπορεί στις διεθνής σχέσεις να τηρεί μια λογική στάση, με σύνεση, και ότι έχει και ετοιμότητα, όπως χρειάζεται στις διεθνείς σχέσεις, να κάνει και συμβιβασμούς. Ο συμβιβασμός σημαίνει και υποχωρήσεις. Δεν κάνεις υποχωρήσεις μόνο όταν θεωρείς το πρόβλημα μόνο από τη δική σου τη σκοπιά, και για μένα αυτός είναι ο χαρακτηρισμός του εθνικιστή. Ο εθνικιστής βλέπει μόνο τη δική του σκοπιά. Θεωρεί ότι η χώρα του είναι το κέντρο του κόσμου. Ενώ στις διεθνείς σχέσεις είναι απαραίτητο να δεις και από τη σκοπιά του άλλου. Μήπως υπάρχει κάποια λογική και κάποιο δικαίωμα και από την άλλη μεριά. Άρα, οι υποχωρήσεις δεν μειώνουν την αξία της συμφωνίας αυτής.

Θα προσέθετα ότι το σπουδαιότερο κέρδος είναι ότι το κύρος της Ελλάδος ανέβηκε. Το έχω διαισθανθεί ή αν θέλετε το έχω εισπράξει. Δεν είναι τυχαίο ότι ο διεθνής παράγοντας, οι άλλες χώρες, σχεδόν όλες, με λίγες εξαιρέσεις επικροτούν και χαίρονται που η Ελλάδα και η Βόρεια Μακεδονία κατόρθωσαν να βρουν αυτή τη λύση. Είναι ένα δείγμα ότι έχουμε σοβαρότητα. Ανέβηκε το κύρος της Ελλάδας. Αυτό βεβαίως πρέπει να πιστωθεί στη σημερινή κυβέρνηση, χωρίς τον εταίρο, ο οποίος ήταν παραφωνία από καιρό για την κυβέρνηση.

Θα έλεγα όμως ότι πρέπει να επιδοκιμάσουμε και ένα μόνο κόμμα της αντιπολίτευσης, το Ποτάμι, που πράγματι, χωρίς να διστάσει, ανεξάρτητα από το αν το κομματικό του συμφέρον εξυπηρετείται ή δεν εξυπηρετείται, είπε ότι θα ψηφίσει αυτή τη συμφωνία. ΣΥΡΙΖΑ και Ποτάμι έδειξαν τη σωστή διεθνή στάση και νομίζω ότι ανέβασαν το κύρος της Ελλάδας. Δεν μπορώ όμως να ολοκληρώσω χωρίς να μιλήσω και για την άλλη πλευρά, τη λοιπή αντιπολίτευση, η οποία προφανώς έβαλε το κομματικό συμφέρον πάνω από το εθνικό συμφέρον. Αυτό νομίζω ότι αποτυπώνει μια γενικότερη αρνητική κατάσταση στην Ελλάδα.

Εδώ θα συμπεριλάβω σε μία, αν θέλετε, φιλική κριτική, όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς. Έχω παρατηρήσει ότι η αντιπολίτευση πάντοτε έχει μια τάση να ισχυρίζεται ότι η κυβέρνηση οδηγεί τη χώρα κατά κρημνόν, ότι την καταστρέφει, και λέει «να γίνουν τώρα αμέσως εκλογές». Θυμάμαι το 2015 ότι υπήρχαν από τη ΝΔ φωνές υπέρ της συνεργασίας. Δυστυχώς δεν επικράτησαν. Δεν ξέρω, αν είχαν επικρατήσει, κατά πόσο ο ΣΥΡΙΖΑ θα ανταποκρινόταν, όπως εγώ θα ευχόμουν. Γιατί νομίζω ότι μας λείπει αυτό το πνεύμα συνεργασίας. Υπάρχει συνεχώς πολωτική ρητορική. Αντί να κάνουμε κριτική, υπάρχει πολεμική. Θα έλεγα ότι σχετίζεται με όλα αυτά τα οποία είπα, ότι για να βελτιώσουμε το κλίμα αυτό της αδυναμίας συνεργασίας είναι περισσότερο από απαραίτητο να καθιερωθεί στο Σύνταγμα η απλή αναλογική.

Είναι λάθος αυτό που έχει λεχθεί, ότι οσάκις εφαρμόστηκε η απλή αναλογική στην Ελλάδα απέτυχε. Το έχει πει ο φίλος μου και πολύ συνετός παλιός πολιτικός, ο Παρασκευάς Αυγερινός, και το ‘χει γράψει. Διαφωνώ μαζί του. Απέτυχε, γιατί ήταν σε ανώμαλες περιόδους της δεκαετίας του ’20 και του ’30. Και το ’50 με ’52 θα πετύχαινε. Είχαμε κυβέρνηση 3 κομμάτων, του 2ου, 3ου και 4ου κόμματος. Το πρώτο ήταν το Λαϊκό. Αλλά άλλαξε στάση ξαφνικά ο Νικόλαος Πλαστήρας και δέχτηκε το πλειοψηφικό και βγήκε μετά ο Εθνικός Συναγερμός. Αν το προβλέπει το Σύνταγμα, δεν θα μπορεί ούτε ο Νικόλαος Πλαστήρας ούτε κανένας άλλος να κάνει οτιδήποτε άλλο. Θα είναι υποχρεωμένοι να συνεργαστούν.

Θα ολοκληρώσω με την εξής σκέψη: Με το να βλέπουν οι ξένοι ότι δεν υπάρχει πνεύμα συνεργασίας και ότι υπάρχει συνεχώς πολεμική και πολωτική ρητορική καταλαβαίνουν ότι δεν υπάρχει μια ήρεμη πολιτική ζωή στην Ελλάδα. Οι αγορές και οι επενδύσεις που όλοι λέμε ότι θέλουμε να έρθουν, αισθάνονται την αβεβαιότητα που υπάρχει στην Ελλάδα και άρα μειώνεται η εμπιστοσύνη. Επομένως δράττομαι της ευκαιρίας να πω πως πρέπει να υπάρχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο πνεύμα συνεργασίας. Υπάρχουν πολλά περισσότερα κοινά. Άρα και αυτό θα πρέπει να είναι ένα δίδαγμα που θα πρέπει να το αντλήσουμε από την πρόσφατη δυσμενή μνημονιακή περίοδο. Και στην Κύπρο και την Πορτογαλία μπόρεσαν αν συνεργαστούν αριστεροί και δεξιοί στα βασικά θέματα και γι’ αυτό βγήκαν και πιο γρήγορα από την κρίση.

* Επίτιμος καθηγητής ΕΚΠΑ, πρώην υπουργός

Μεταφορά από τον προφορικό σε γραπτό λόγο: Αλεξάνδρα Μάτα

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΓΗ