Κοτανίδη πήγες για ξύρισμα και σου κόψαν το λαρύγγι

Του Στέλιου Κούλογλου

Νομίζω ακόμη ότι μας κάνει πλάκα. Σαν τις δεκάδες που κάναμε όλα αυτά τα χρόνια περνώντας αξέχαστα βράδια «σαχλαμαράτας», όπως τα είχε ονομάσει, σκαρφιζόμενοι αυτοσχέδια σκιτσάκια ο ένας για τον άλλο ή όταν απήγγειλε με το απαράμιλλο ύφος του την «άλλη» σόκιν Οδύσσεια. Μόνο όσοι τον γνωρίζαν προσωπικά μπορούν να καταλάβουν τον πόνο των οικείων του και των φίλων του,  όσων τον αγαπούσαμε.

Γιατί ο Γιώργος δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Είχε μια έμφυτη ευγένεια και καλλιέργεια καθώς και ένα μοναδικό χιούμορ, ποντιακό το ονόμαζε ο ίδιος, κάπου μεταξύ αυτοσαρκασμού και υπερηφάνειας, ιδίως τότε που ο πατέρας του ο Παύλος Κοτανίδης μετέφρασε, το ανεπανάληπτο έργο, την Οδύσσεια και την Ιλιάδα στην ποντιακή διάλεκτο. Τώρα που το σκέπτομαι εγώ ως «αδελφός του» – έτσι παρουσιαζόμαστε από τότε που μια κοσμική κυρία μας μπέρδεψε σε μια γκαλερί  και έκτοτε τα παιδιά ο ένας του άλλου ανίψια τα φωνάζαμε – σε αυτήν την οικογενειακή παράδοση όφειλε ο Γιώργος το ήθος του, την αγάπη του για τα γράμματα, για τα βιβλία και τον πολιτισμό.

Στα τελευταία 30 χρόνια, σε αυτά τα τελευταία οδυνηρά δέκα της κρίσης, που χώρισαν κόσμο που είχε μπερδέψει τη φιλία με τις δημόσιες σχέσεις ή πήρε άλλο δρόμο, που συνοδεύτηκαν από διαφορετικές πολιτικές επιλογές και συχνά ομηρικούς καβγάδες, δεν υπήρξε ΟΥΤΕ ΜΙΑ συνάντηση ή τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ μας που να μην άρχιζε και να μην τελείωνε με γέλια και πειράγματα.

Έφυγε στην καλύτερη, πιο δημιουργική  και ώριμη του περίοδο, μετά τις παραστάσεις που άφησαν εποχή, όπως την «QED ή Τι απέδειξε ο κύριος Φάυνμαν» , τη «Rock ‘n’ Roll», την «Ομπίντα, Οι τελευταίες ώρες του Νίκου Ζαχαριάδη» και τόσες άλλες. Πρόπερσι στο «Δείπνο» έπαιζε έναν chef-σερβιτόρο που δεν μιλούσε, αλλά με το που μπήκε στην σκηνή έκλεψε την παράσταση. Τώρα ετοιμαζόταν να ταξιδέψει στη Σιβηρία για ένα ντοκιμαντέρ πάνω στον Νίκο Ζαχαριάδη, την ωραία του εμμονή και ανεξάντλητη πηγή πειραγμάτων.

Αυτό που δεν χωνεύεται είναι ότι έφυγε τζάμπα. Πάλεψε σαν θηρίο έναν ολόκληρο μήνα στην εντατική, με το ίδιο σθένος και θάρρος που είχε αγωνιστεί εναντίον της δικτατορίας. Και αυτό που δεν μπόρεσαν να του κάνουν οι βασανιστές του και οι σφαίρες, «κάτι κόκκινες φλογίτσες στο σκοτάδι» όπως περιέγραφε τους πυροβολισμούς το βράδυ της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, το έκαναν οι «τρεις χάριτες», θα ειρωνευόταν ο ίδιος, σε ένα νοσοκομείο που πήγε για μια εγχείρηση ρουτίνας: η αδιαφορία, η ανευθυνότητα και η ανικανότητα είναι που τον σκότωσαν.

Ρε «Κοτανίδη πήγες για ξύρισμα και παρά λίγο να σου κόψουν το λαρύγγι», σκεφτόμουν ότι θα του έλεγα, αν τα κατάφερνε. Μαζί με δεκάδες άλλα πειράγματα και αστεία. Τελικώς του το έκοψαν. Και εμείς όσοι τον ξέραμε και τον αγαπάμε, έχουμε μείνει με ένα μεγάλο και απαρηγόρητο γιατί.