Κυρ. Μητσοτάκης: Δεν τόχει με τα εξωτερικά – Διπλωματία μηδέν στη Σύνοδο Κορυφής

Του Γ. Λακόπουλου

 Ήταν αρκετή η τρίτη έξοδος του Πρωθυπουργού στο διεθνή χώρο για να θυμηθούν πολλοί μια φράση που είχε πει ο πατέρας του για τον Γ. Παπανδρέου: «Δεν κάνει το παιδί».

Πράγματι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν δείχνει να τόχει στα διεθνή θέματα. Η πρώτη περιοδεία του σε τρεις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ήταν άνευ σημασίας. Το ταξίδι στην Αμερική ωφέλησε κυρίως τον γιο του που είδε τους γονείς του -τα υπόλοιπα ήταν δημόσιες σχέσεις χωρίς αποτέλεσμα. Πεταμένα λεφτά.

Ήταν κι εκείνη η συνάντηση με τον Ερντογάν που κανείς δεν θέλει να θυμάται στην Ελλάδα και την Κύπρο.

Ακολούθησε η πρώτη παρουσία του σε σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωση- στην οποία εμφανίσθηκε σαν να πήγαινε σε συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος.

Ο επικοινωνιακός μηχανισμός του μας ενημέρωσε ότι «είναι ικανοποιημένος» –ο ίδιος μας είπε «όχι και τόσο στο μεταναστευτικό» και τώρα προκύπτει ότι ήταν φιάσκο.

Ας αφήσουμε την εντύπωση που έδινε όταν με τα χίλια ζόρια  ψέλλισε το όνομα «Βόρεια Μακεδονία»  -ίσως με τα δυο δάκτυλα σταυρωμένα πίσω από την πλάτη, όπως κάνουν τα παιδιά για να μην ισχύει αυτό που λένε.

Ας αφήσουμε ότι τέλειωσε το καουμποϊλίκι ότι θα μπλοκάρει την είσοδο της γειτονικής χώρας στην Ένωση.

Αφήνουμε και το νέο καπέλωμά του από τον Γεωργιάδη που ανακάλυψε λόγους… καταγγελίας της Συμφωνίας των Πρεσπών, με τη συνήθη ασυδοσία του.

Να πάμε στην ουσία: Ο Έλληνας Πρωθυπουργός, εκών άκω , τάχθηκε υπέρ της έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ Βρυξελλών και Σκοπίων. Κινήθηκε δηλαδή στη γραμμή Τσίπρα και καλά έκανε. Από εκεί και πέρα όμως φαίνεται να έχασε τη μπάλα.

Ο Μακρόν- ίσως αλληθωρίζοντας προς τη Μόσχα και πάντως για δικούς του λόγους – και μαζί του οι Ολλανδοί και οι Δανοί, μπλόκαραν στο Συμβούλιο τη συμφωνία για τις διαπραγματεύσεις  με τη Βόρεια Μακεδονία. Τόση είναι η «σχέση εμπιστοσύνης και το κύρος που ανέκτησε για την Ελλάδα» όπως είπε ο νέος της Πρωθυπουργός που «συστήνει εκ νέου τη χώρα στον κόσμο».

Σ’ αυτό το θέμα το πρώτο που θα όφειλε να κάνει -και να το έχει καταστήσει σαφές εκ των προτέρων- ήταν να μην δεχθεί την σύνδεση των δυο χωρών. Εκ των πραγμάτων η Ελλάδα αλλιώς αντιμετωπίζει την Αλβανία, αλλιώς τη Β. Μακεδονία.

Από πουθενά δεν προέκυψε ότι έκανε το παραμικρό. Αποδέχθηκε άβουλα την σύνδεση. Από εκεί και πέρα δεν υπάρχει η παραμικρή πληροφορία, αλλά και η παραμικρή δική του δήλωση, ότι  αντέδρασε στην επιμονή  Μακρόν.

Ότι πήρε το λόγο για να εξηγήσει στο Συμβούλιο ότι αυτό που ζητούσε ο Γάλλος, ήταν ιστορικό λάθος- όπως είπε με οργή ο  Γιούνκερ και συμφώνησε ο Τουσκ.

Ότι  ανέπτυξε στους ομολόγους του πως η άρνηση της έναρξης διαπραγματεύσεων αποσταθεροποιεί την κυβέρνηση Ζάεφ. Ότι  κατ’ επέκταση βάζει φωτιά στα Βαλκάνια στα οποία τώρα οι αντιευρωπαϊκοί λένε «η Ευρώπη σας κοροϊδεύει».

Δεν εξήγησε γιατί η Ελλάδα -συνεπώς και η Ευρώπη- έχει λόγους να προχωρήσουν τα πράγματα. Τάχθηκε υπέρ των διαπραγματεύσεων στην αρχική θέση του, αλλά στη συνέχεια την εγκατέλειψε σιωπηρά.

Τόσο καλός διαπραγματευτής. Τίποτε δεν είπε για να αντικρούσει τη γαλλική επιμονή. Ή τουλάχιστον δεν ισχυρίσθηκε καν ότι είπε.

Αντίθετα, σαν να ανακουφίσθηκε με την αποτυχία, μας ανακοίνωσε με υπερηφάνεια ότι «δεν μίλησε με τον Ζάεφ», ενώ ήταν το πρώτο που έπρεπε να κάνει- και πριν και μετά.

Εναντίον του Μακρόν ούτε λέξη. Για να μπορούν στην Αθήνα οι ακροδεξιοί του κόμματος του να τον δοξάζουν και οι μισαλλόδοξοι της κυβέρνησή του να επιχαίρουν..

Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Την επόμενη της απόρριψης της πρότασης για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις δεν πήρε απολύτως καμία πρωτοβουλία, για να τεθεί άμεσα το θέμα εκ νέου.

Ευτυχώς πήραν οι Ιταλοί, που ζητούν να γίνει αυτή η συζήτηση μέσα στον Νοέμβριο. Η πρώτη χώρα που θα έπρεπε να συμφωνήσει μαζί τους είναι η  Ελλάδα. Αλλά ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Ωραία διπλωματία…

Σ’ αυτό το φιάσκο είναι τραγική η θέση του υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια που δεν φαίνεται να έχει κανέναν λόγο στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Ο πρωθυπουργός τελεί υπό την  αποκλειστική επιρροή της διπλωματικής συμβούλου του, που δεν έχει και κανένα σπουδαίο ιστορικό χειρισμού μεγάλων θεμάτων.

Έτσι όμως δεν πάμε πουθενά. Η χώρα ξαναγίνεται ουρά διάφορων στην Ευρώπη, αλλά και πέραν του Ατλαντικού που παίζουν το παιχνίδι τους. Επιστρέφει στο ρόλο του βωβού θεατή όσων συμβαίνουν στα Βαλκάνια, από πρωταγωνιστής που ήταν όταν την παρέλαβε το σύστημα Μητσοτάκη.

Ως πρωθυπουργός ο Τσίπρας προτάθηκε επισήμως για Νόμπελ για την συμβολή του στην συνοχή της περιοχής. Ο Μητσοτάκης πάει για βραβείο συμμετοχής στην αποσταθεροποίηση…