«Μια καλοκαιρινή ευτυχία τρίζει»

Tης Μίνας Μαρούγκα

Στον τόπο του αιώνιου καλοκαιριού, όπως τον αποκαλεί ένας φίλος, καμία δυστυχία δεν διαρκεί για πολύ. Το καλοκαίρι έρχεται παραδοσιακά σε αυτή τη χώρα ως ξέπλυμα του χειμωνιάτικου μόχθου, ελαφραίνοντας τις κουρασμένες πλάτες. Ό,τι και να μας συμβαίνει θα ξεπλυθεί στις θάλασσες μιας προσωρινής παύσης, για να βρει παρηγορητική έξοδο, ώστε να τραβήξει και πάλι η ζωή την ανηφόρα.

Ακούω να λέγεται πως θα ξεχάσουμε και θα γυρίσουμε πάλι στους ρυθμούς μιας κανονικότητας λησμονητικής. Ίσως. Αυτό εξάλλου υπαγορεύει η νομοτελειακή ροή των πραγμάτων, ώστε να κινηθεί και πάλι το πιο αρχέγονο ένστικτο, αυτό της επιβίωσης.

Φέτος όμως οι παρέες του καλοκαιριού, συζητούν λουόμενες ποιό θάνατο θα προτιμούσαν. «Εγώ πάντως θα έπεφτα από το βράχο. Δε θα έμενα να με κάψει η φωτιά», «Ούτε εγώ, αλλά προτιμώ την ασφυξία». Άλλοι τον πνιγμό. Σε άλλες περιπτώσεις ακούς συμπολίτες να προτεραιοποιούν ποιόν θα έσωζαν εάν χρειαζόταν. «Τον πατέρα μου ή τη γυναίκα μου;».

Εν μέσω ραστώνης, συζητήσεις που η λογική αντιπαλεύει.

Μόνο σε περίοδο πολέμου συζητούν οι πολίτες τι θάνατο θα διάλεγαν. Μόνο σε περίοδο πολέμου πιθανολογούν για την πιο «ανώδυνη» δυνατή απώλεια. Ναι, η ζωή θα προχωρήσει, ναι, θα θυμούνται μόνο όσοι έχασαν παιδιά και σπίτια.

Αυτό όμως που αδιαμφισβήτητα θα παραμένει ανοιχτό είναι ένα βαθύτατο συλλογικό τραύμα, χαραγμένο στον ιστό της εθνικής μας συνείδησης, με διακριτά διαφοροποιητικά στοιχεία από άλλες μεγάλες καταστροφές.

Η τραγωδία της 23ης Ιουλίου φέρει μέσα της μια δυναμική θυμού και πόνου, που αναδιοργανώνει θεμελιακές πεποιθήσεις και νοοτροπίες και καθίσταται ικανή να επαναπροσδιορίσει χρόνια κακοποιημένες αξίες, όπως αυτές της ευθύνης και της ανοχής.

Φέτος, η καλοκαιρινή μας ευτυχία έτριξε για τα καλά (σ.σ. «Μια καλοκαιρινή ευτυχία τρίζει» Στέλιος Ράμφος, Εκδόσεις Αρμός). Και όσο καλοκαίρι κι αν δικαιούμαστε, θα είναι σίγουρα δύσκολο να ξεπλύνουμε στις θάλασσές του, τη στάχτη πάνω από το δέρμα μας.

Μίνα Μαρούγκα, δημοσιογράφος, κοινωνική ανθρωπολόγος