Οι εκτός των τειχών τα κάνουν γυαλιά καρφιά

Του Γ. Λακόπουλου

ΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ-150x150 (1)

 

Δεν  χρειάζεται να πάμε  μακριά- το ελληνικό παράδειγμα αρκεί. Το 2012 οι ψηφοφόροι υπό την επήρεια του πρώτου σοκ του Μνημονίου πήγαν στην κάλπη για να τιμωρήσουν το ΠΑΣΟΚ, που το  επέβαλε. Το πανίσχυρο κόμμα του 44% του 2009 συρρικνώθηκε  στο 13%.

Αλλά  ο βασικός αντίπαλός του δεν ωφελήθηκε. Η ΝΔ -που δεν έπεσε ποτέ κάτω από το 34%- δεν μπόρεσε να πάρει ούτε 20%.  Οι ψηφοφόροι  επέλεξαν τον Καμμένο, τον Μιχαλολιάκο, λίγο Λεβέντη -που θα τον ολοκλήρωναν στη συνέχεια.

Πρωτίστως όμως  έσπευσαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Αλέξης Τσίπρας  θα μπορούσε ακόμη και να πάρει την κυβέρνηση εκείνη τη χρονιά, αν δεν έβαζε φρένο αυτοβούλως τις τελευταίες προεκλογικές ημέρες.

Ήταν η ελληνική εξέγερση των εκτός των τειχών. Μια εξέγερση πρόδρομος. Στον ορίζοντα δεν υπήρχε το Brexit, ο Τραμπ, ούτε καν η Λεπέν. Ο Πέπε Γκρίλο δεν ήταν υπολογίσιμος πολιτικός παράγοντας και οι Αυστριακοί δεν είχαν πρόθεση να βγάλουν ακροδεξιό πρόεδρο.

Μεγάλοι όγκοι πληθυσμού, αποτελούμενοι όχι απαραιτήτως από εξαθλιωμένους στο σύνολο τους, αλλά πρωτίστως από δυσαρεστημένους κορύφωναν την κρίση εμπιστοσύνης προς τα κυρίαρχα κόμματα αλλά και προς την πολική. “Όλοι ίδιοι είναι-τιμωρείστε τους”.

Η καλύτερη τιμωρία ήταν η ψήφος στο  ακραίο, το προκλητικό, το απροσάρμοστο.  

Δεν είναι δύσκολο. Απαιτείται μόνο ένας  δημαγωγός που να ξέρει πώς να απευθύνεται στο συναίσθημα. Σε ένα μείγμα κατώτερων και ανώτερων αισθημάτων, όπως π.χ. η φιλοπατρία και το μίσος. Η μιντιακή εποχή και το πολιτικό μάρκετινγκ παράγουν πολλούς .

Αλλά η δουλειά γίνεται και χωρίς αυτό. Το 2012 ο ασήμαντος Μιχαλολιάκος έγινε εντολοδόχος Πρωθυπουργός και χρειάσθηκε η μαεστρία του Κάρολου Παπούλια για να μην αποχτήσει ευρύτερη αξία αυτό.

Πίσω από αυτή την εκλογική συμπεριφορά υπήρχε ο διάχυτος αντικοινοβουλευτισμός που διαπερνά  την ελληνική κοινωνία και ο αψυχολόγητος αντιευρωπαϊσμός που εκδηλώθηκε μαζικά με το δημοψήφισμα του 2015 και τρόμαξε τον ίδιο τον Τσίπρα. Είχε  προσφύγει στο λαό ελπίζοντας ότι θα το χάσει -λόγω της εικαζόμενης προσήλωσης των Ελλήνων στην Ευρώπη- ώστε να έχει άλλοθι για τη στροφή που αναγκαστικά θα έκανε. Και τελικά την έκανε, χωρίς το λαό.

Το  φαινόμενο κλιμακώθηκε με την απόφαση των Βρετανών να εγκαταλείψουν την  Ευρώπη στην οποία δεν έβλεπαν κανένα “όραμα”, όπως επιμένει φιλάρεσκα η κοινοτική ρητορική. Αντίθετα βλέπουν τον οργανωτή της επέλασης των ξένων και του περιορισμού της εθνικής κυριαρχίας.

Από τη μια χώρα στην άλλη η αίσθηση του απειλούμενου μεγαλώνει όσο πάμε προς τη βάση και την περιφέρεια της κοινωνίας και του εκλογικού σώματος. Όσοι θεωρούν ότι όσα συμβαίνουν στο δημόσιο χώρο, στην πολιτική και στη διακυβέρνηση, στην επιστήμη και την εξέλιξη  συμβαίνουν εναντίον τους -και αναπαράγουν την κυριαρχία των προνομιούχων- αντιδρούν προσφεύγοντας σε ακραία πολιτικά σχήματα.

Ακόμη και αν το στοιχείο του ακραίου έρχεται δεύτερο επάνω τους καθώς προηγείται το στοιχείο του γελοίου. Τι άλλο ήταν η προεκλογική παρουσία του Τραμπ;

Ωστόσο, ως προερχόμενος από το σύστημα, φάνταζε ιδανικός να το τιμωρήσει, ή  έστω να το αναστατώσει και οι μισοί ψηφοφόροι να αποφασίσουν να παίξουν το παιχνίδι της καταστροφής.

Από μια άποψη αυτό βόλευε και την προπαγάνδα της απερχόμενης διοίκησης Ομπάμα. Η παρουσία του Τραμπ τονίζει την αξία της οκταετίας που πέρασε.

Το πιθανότερο είναι ότι ο Τραμπ σταδιακά θα ακολουθήσει τους πάγιους κανόνες της αμερικανικής πολιτικής.

Δεν συμβαίνει το ίδιο στην Ευρώπη -στις περισσότερες χώρες της οποίας δεν υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα στην Εκτελεστική Εξουσία.

Η  σημερινή κίνηση των εκλογικών όγκων προς τα δεξιά, δεν είναι ακριβώς το αντίστοιχο της συμπεριφοράς των κολασμένων που δεν έχουν   να χάσουν παρά μόνο τις αλυσίδες τους. Γι’ αυτό άλλωστε δεν πάνε προς τα αριστερά  στην οποία ανεξάρτητα από τη βαρβαρότητα των “μαρξιστικών” καθεστώτων, υπάρχουν υψηλές αξίες αλληλεγγύης και ανθρωπισμού.

Είναι κάτι διαφορετικό, σύνθετο και απρόβλεπτο, καθώς  ένας συμπληρωματικός τρόπος εκδήλωσής του είναι η αποχή.

Ένας τύπος υπό διαμόρφωση ψηφοφόρου είναι αυτός που πάει στην κάλπη για να ρίξει ό,τι πιο ακραίο και φανατικό έχει στη διάθεσή του. Ένας  άλλος τύπος είναι αυτός που δεν πάει καθόλου. Και οι δυο μαζί καθιστούν μειοψηφική την κλασσική εκλογική συμπεριφορά που κυμαίνεται ανάμεσα στα κόμματα που εκπροσωπούσαν τις  τυπικές ιδεολογίες της “προόδου” και της “συντήρησης”. Πρακτικά ακυρώνουν το πολιτικό προσωπικό υπηρετούσε με τον τρόπο που ξέρουμε αυτές τις ιδεολογίες.

Αυτό είναι το μυστικό στη διαχείριση των νέων αντιπολιτικών και ακραίων τάσεων: η επιστροφή στις ιδεολογίες με νέα πρόσωπα, φορείς νέων αντιλήψεων, νέου ύφους και νέων πρακτικών.

Η ιδεολογία συνιστά πλαίσιο που πρόσφερε εργαλεία κατανόησης των πραγμάτων και αποτελεί οδηγό πολιτικής συμπεριφοράς, άρα και εκλογικό κριτήριο. Αυτό που την ακύρωσε είναι ότι οι εκπρόσωποι της ιδεολογίας στην πολιτική, εκατέρωθεν, έδωσαν την εντύπωση ότι ενδιαφέρονται για τα προσωπικά τους συμφέροντα και όχι για τα συμφέροντα όσων τους εξέλεξαν. Ότι υπηρετούν κάποια συστήματα και όχι τους πολίτες. Αυτή η εντύπωση είναι βάσιμη και επιβεβαιώνεται  διαρκώς.

Αρά η αναστροφή της πορείας προς τους Τράμπ και της Λεπέν θα αρχίσει όταν νέες γενιές πολιτικών πάρουν τα ηνία της πολιτικής σε όλη την Ευρώπη. Τότε η εικόνα θα αλλάξει. Και μαζί της θα αλλάξει και ο πολιτικός χάρτης. Ή όπως έλεγε ο Γκάντι: “πρέπει να γίνουμε η αλλαγή που θέλουμε να δούμε”.